fbpx
Κυριακή, 8 Σεπτεμβρίου, 2024

Απαιτείται χωριστή αποποίηση για την κατά προσαύξηση μερίδα;

Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά

Δείτε επίσης

Κατά τον ορισμό του Μπαλή (ΚληρΔ, § 104), «προσαύξησις είναι η αυτοδικαίως επερχόμενη προσθήκη της μερίδος του εκπεσόντος εις την μερίδα των λοιπών κληρονόμων κατά λόγον της μερίδος εκάστου τούτων». Ο θεσμός της προσαύξησης απαντάται στην εκ διαθήκης (ΑΚ 1807-1808) και την εξ αδιαθέτου διαδοχή (ΑΚ 1823), ενώ κατά την κρατούσα και ορθότερη γνώμη δεν χωρεί προσαύξηση στη νόμιμη μοίρα, όπως προκύπτει από τη συνδυασμένη ερμηνεία των άρθρων 1826 και 1830 ΑΚ (βλ. Απ. Γεωργιάδη, ΚληρΔ3, § 32 αρ. 16 επ.∙ Γ. Γεωργιάδη, Η προστασία της νόμιμης μοίρας, § 10 αρ. 14 επ.· Μπαλή, ΚληρΔ, § 141 in fine· Παπαντωνίου, ΚληρΔ, §§ 112-113· Σπυριδάκη, Η αναγκαστική κληρονομική διαδοχή, σ. 28 επ.· Σταθόπουλο, στον ΑΚ Γεωργιάδη/Σταθόπουλου, άρθρο 1826 αρ. 7 επ., με διαφοροποίηση ως προς τη διαδοχή τάξεων· Φίλιο, ΚληρΔ8, § 306 Β, Γ· ΑΠ 108/2000 ΕλλΔνη 41, 1021· ΕφΑθ 843/2002 ΕλλΔνη 43, 1484∙ αντίθετα, υπέρ της προσαύξησης στη νόμιμη μοίρα, Βουζίκας, ΚληρΔ, § 142 ΙΙ Β και Ζητήματα εκ του δικαίου της νομίμου μοίρας, σ. 17 επ.).

Τόσο στην εκ διαθήκης όσο και στην εξ αδιαθέτου διαδοχή η προσαύξηση ενεργεί αναδρομικά, ανατρέχοντας στον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου (βλ. ΑΚ 1856 και 1863). Έτσι, η κατά προσαύξηση μερίδα θεωρείται ότι έχει περιέλθει στον ωφελούμενο κληρονόμο από τον χρόνο αυτόν. Γι’ αυτό και αρκεί ο ωφελούμενος να ζούσε ή να είχε τουλάχιστον συλληφθεί κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, χωρίς να απαιτείται να έχει κληρονομική ικανότητα κατά τον χρόνο έκπτωσης του συγκληρονόμου του. Κατ’ επέκταση, σε περίπτωση θανάτου του ωφελούμενου από την προσαύξηση κληρονόμου μετά την επαγωγή της κληρονομίας αλλά πριν από την έκπτωση του συγκληρονόμου του, η προσαύξηση δεν ματαιώνεται αλλά ευνοεί τους κληρονόμους του ωφελουμένου.

Σύμφωνα με την ΑΚ 1808, η μερίδα που αποκτάται κατά προσαύξηση στην εκ διαθήκης διαδοχή θεωρείται ως προς τις κληροδοσίες ή τον τρόπο που βαρύνουν εκείνον που απέκτησε ή εξέπεσε, καθώς και ως προς την υποχρέωση της συνεισφοράς, ως ιδιαίτερη μερίδα. Παρόμοια είναι και η ρύθμιση της ΑΚ 1823 που αναφέρεται στη νομική φύση της κατά προσαύξηση μερίδας στην εξ αδιαθέτου διαδοχή, ορίζοντας ότι αυτή θεωρείται ιδιαίτερη κληρονομική μερίδα ως προς τις κληροδοσίες ή τον τρόπο που βαρύνουν τον κληρονόμο αυτόν ή εκείνον που εξέπεσε, καθώς και ως προς την υποχρέωση της συνεισφοράς.

Από το γράμμα των ανωτέρω διατάξεων φαίνεται να προκύπτει εξ αντιδιαστολής ότι η κατά προσαύξηση μερίδα δεν έχει καταρχήν αυτοτέλεια, παρά μόνον ως προς τα ειδικά ζητήματα που ρητώς αναφέρονται σε αυτές (κληροδοσίες, τρόπους ή υποχρεώσεις συνεισφοράς που βαρύνουν την αρχική ή την κατά προσαύξηση μερίδα). Πράγματι, κατά την κρατούσα γνώμη, η έλλειψη αυτοτέλειας της κατά προσαύξηση μερίδας και η ενιαία αντιμετώπιση αυτής με την αρχική μερίδα του ωφελουμένου αποτελεί τον κανόνα, ενώ οι ρητά αναφερόμενες στις ΑΚ 1808 και 1823 περιπτώσεις αυτοτέλειας της κατά προσαύξηση μερίδας εισάγουν εξαιρέσεις από τον κανόνα αυτόν.

Μείζονα πρακτική σημασία αποκτά το ζήτημα της νομικής φύσης της κατά προσαύξηση μερίδας ιδίως ως προς το ερώτημα αν αυτή επιδέχεται ιδιαίτερη αποδοχή ή αποποίηση. Δεδομένου ότι η κατά προσαύξηση μερίδα δεν έχει αυτοτέλεια, αλλά αντιμετωπίζεται καταρχήν ως ενιαίο όλο με την αρχική μερίδα του ωφελούμενου από την προσαύξηση, η απάντηση στο ερώτημα αυτό πρέπει να είναι αρνητική. Θα πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτό ότι η κατά προσαύξηση μερίδα δεν συνιστά ιδιαίτερη κληρονομική μερίδα και συνεπώς δεν επιδέχεται ιδιαίτερη αποδοχή ή αποποίηση, αλλά τυχόν αποδοχή ή αποποίηση της αρχικής μερίδας περιλαμβάνει και αυτή. Κατά μείζονα δε λόγο, ο κληρονόμος που επιθυμεί να αποποιηθεί την κληρονομία δεν απαιτείται να αποποιηθεί χωριστά την αρχική και την κατά προσαύξηση μερίδα, ακόμη και όταν η αποποίηση στην οποία προβαίνει αφορά συγκεκριμένο λόγο επαγωγής και δεν είναι «γενική» (βλ. ΑΠ 712/2014 ΤΝΠ Νόμος∙ ΕφΑθ 5016/1998 ΕλλΔνη 39, 1385· ΕφΑθ 12239/1987 ΕλλΔνη 31, 564).

Πρέπει τέλος να επισημανθεί ότι δεν τίθεται καν ζήτημα αυτοτελούς αποδοχής της κατά προσαύξηση μερίδας, εφόσον έλαβε χώρα αποποίηση της αρχικής μερίδας σε χρόνο που δεν είχαν ακόμη συντρέξει οι προϋποθέσεις της προσαύξησης (π.χ. η αποποίηση του έτερου κληρονόμου)· διότι αυτονόητη προϋπόθεση για την προσαύξηση είναι να κατέστη πράγματι κληρονόμος το πρόσωπο που ωφελείται από την προσαύξηση (σύμφωνα δε με την ΑΚ 1856 εδ. α΄, η επαγωγή προς τον αποποιηθέντα θεωρείται ως μη γενόμενη). Εφόσον δηλαδή ο κληρονόμος αποποιήθηκε την αρχική μερίδα του, δεν τίθεται πλέον ζήτημα προσαύξησης υπέρ αυτού, αφού με την αποποίηση έχασε αναδρομικά την κληρονομική ιδιότητα.

* Ο κ. Κίμων Σαϊτάκης είναι Δικηγόρος – ΔΝ, Μεταδιδάκτορας (Post-doc) της Νομικής Σχολής Αθηνών, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -