Γενικά: Στις διατάξεις των άρθρων 421-424 ΚΠολΔ ρυθμίστηκαν, με τον Ν. 4335/2015, οι όροι και προϋποθέσεις λήψης των ένορκων βεβαιώσεων, οι οποίες, όπως οι μάρτυρες και τα έγγραφα, αποτελούν σύνηθες αποδεικτικό μέσο στη διαδικασία εκδίκασης αστικών διαφορών, ιδίως μετά την κατάργηση της προφορικής διαδικασίας (άρθρ. 237 ΚΠολΔ) στην τακτική διαδικασία.
Σημειώνεται ότι παλαιότερα ο ΚΠολΔ προέβλεπε τις ένορκες βεβαιώσεις χωρίς όμως να καθορίζει ταυτόχρονα ορισμένο νομικό πλαίσιο σχετικά με τον αριθμό των βεβαιώσεων, τους όρους και προϋποθέσεις λήψης τους, κλπ, όπως π.χ. στο (παλαιό) άρθρο 270 ΚΠολΔ. Για πρώτη φορά, με άρθρο 36 Ν. 3994/2011, οι ένορκες βεβαιώσεις, καθίστανται “επώνυμο” αποδεικτικό μέσο σε όλες τις διαδικασίες όταν ο νομοθέτης συμπλήρωσε στον κατάλογο των αποδεικτικών μέσων του άρθρου 339 ΚΠολΔ και τις ένορκες βεβαιώσεις γενικά, χωρίς όμως να καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις λήψης τους, όπως προβλέπονται σήμερα.
Το γεγονός αυτό είχε δημιουργήσει προβλήματα ακόμα και στην αναιρετική διαδικασία και αυτό γιατί αναιρείτο η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το άρθρο 559 αριθ. 11γ’ ΚΠολΔ, σε περίπτωση που δεν προέκυπτε ρητά από την απόφαση ότι το δικαστήριο της ουσίας είχε λάβει αυτές υπόψη του, δηλαδή, αν δεν έκανε ρητή και ειδική αναφορά σε αυτές (ΑΠ 734/2020 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).
Προϋποθέσεις: Με τις ανωτέρω νέες διατάξεις προβλέπονται τα ακόλουθα:
α) επιτρέπονται οι ένορκες βεβαιώσεις, μέχρι πέντε (5) τον αριθμό οι οποίες συντάσσονται από τον αρμόδιο ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφο προαποδεικτικά,
β) απαιτείται προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου,
γ) επιτρέπεται, κατά την εξέταση των ενόρκως βεβαιούντων, η παράσταση των διαδίκων και σε περίπτωση που προβάλλονται ενστάσεις αυτές καταχωρούνται στο προοίμιο της βεβαίωσης, αλλά κρίνονται από το δικαστήριο στο οποίο θα υποβληθούν και, το πλέον σημαντικό,
δ) οι όροι και περιορισμοί που ισχύουν για τους μάρτυρες στις διατάξεις των άρθρων 393, 394, 398 παρ. 2, 399, 400, 402, 405, 407, 408, 409 παρ. 2, 411 και 413 ΚΠολΔ, εφαρμόζονται και στους ενόρκως βεβαιούντες.
Κυρώσεις από τη μη τήρηση των διατυπώσεων: Σε περίπτωση που δεν τηρηθούν οι ανωτέρω διατυπώσεις δεν επιτρέπεται να ληφθούν υπόψη από το δικαστήριο στο οποίο υποβλήθηκαν όχι μόνον στην άμεση, αλλά και στην έμμεση απόδειξη, δηλαδή, ούτε και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρ. 424 ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με όσα προεκτίθενται, οι ένορκες βεβαιώσεις δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη του δικαστηρίου όταν δεν αναφέρεται, ρητά και συγκεκριμένα και όχι αόριστα ή διαζευκτικά κλπ, στην κλήση γνωστοποίησης εξέτασης μαρτύρων ο ακριβής χρόνος και τόπος εξέτασής τους (ΕφΑθ. 5436/ 2018 αδημ) και αυτό για να μην προκαλείται σύγχυση για το πότε ή πού ακριβώς θα ληφθούν και έτσι να αποκλείεται ή περιορίζεται η παράσταση του διαδίκου να παρασταθεί και να προβάλει ενστάσεις. Επομένως, αν δεν πληρούνται οι όροι ή δεν αναφέρονται στην κλήση τα λοιπά στοιχεία του άρθρ. 118 ΚΠολΔ, η ένορκη βεβαίωση είναι ανυπόστατη (εκτός από την περίπτωση «ζ», όπου είναι απαράδεκτη) σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 424 ΚΠολΔ και δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε καν για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 275/2013 ΕΠολΔ 2014,712).
* Ο κ. Κωνσταντίνος Κουτσουλέλος είναι Δικηγόρος Αθηνών και ιδρυτικό μέλος του επιστημονικού σωματείου Εταιρεία Οικογενειακού Δικαίου.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ