Σχετικές διατάξεις πΚΠΔ Άρθρο 501 παρ. 4 «Αν μετά την έναρξη της συζήτησης της έφεσης λάβει χώρα διακοπή ή αναβολή αυτής και κατά τη νέα συζήτηση ο εκκαλών κατηγορούμενος, αν και κλητεύθηκε νομίμως, δεν εμφανιστεί όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, δικάζεται σαν να ήταν παρών»
νΚΠΔ Άρθρο 501 – Κύρια συζήτηση. α) Όταν απουσιάζει ο εκκαλών. παρ. 1: « Αν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο εκκαλών δεν εμφανιστεί αυτοπροσώπως ή διά συνηγόρου του, «στην περίπτωση της παρ. 3 του άρθρου 340»177, η έφεση απορρίπτεται ως ανυποστήρικτη, εκτός αν έχει προηγηθεί παραίτηση, οπότε κηρύσσεται απαράδεκτη».
Στον ισχύοντα ΚΠΔ απαλείφθηκε η παρ.4 του 501 του πΚΠΔ, με αποτέλεσμα να αλλάζει η δικονομική μεταχείριση του απολειπομένου εκκαλούντος στην μετ’ αναβολή εκδίκαση της εφέσεώς του.
Η νομολογία με τον πΚΠΔ είχε παγιωθεί σύμφωνα με τις, τότε, ισχύουσες διατάξεις: «αν ο εκκαλών κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του εμφανίσθηκε κατά την έναρξη της διαδικασίας της κατ’ έφεση δίκης, για να υποστηρίξει την έφεσή του και στη συνέχεια, μετά την έναρξη της συζητήσεως, αποχώρησε, λογίζεται σαν να ήταν παρών και στο υπόλοιπο μέρος της δίκης, το δε δικαστήριο, δεσμευόμενο από την εμφάνιση του εκκαλούντος κατηγορουμένου, δεν μπορεί να απορρίψει την έφεσή του ως ανυποστήρικτη κατά το άρθρο 501 παρ.1 Κ.Ποιν.Δ., αλλά οφείλει να την ερευνήσει στην ουσία. Το ίδιο ισχύει, για την ομοιότητα της περίπτωσης, κατά μείζονα λόγο και όταν ο εκκαλών κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του, εμφανίστηκε κατά την έναρξη της διαδικασίας της κατ’ έφεση δίκης αλλά στη συνέχεια, μετά τη λήψη της ταυτότητάς του, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος, η δίκη αναβλήθηκε και ο κατηγορούμενος δεν εμφανίστηκε στη νέα μετ’ αναβολή δικάσιμο ούτε εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο. Αντίθετα, αν ο εκκαλών κατηγορούμενος δεν εμφανισθεί ο ίδιος ή με τον εξουσιοδοτημένο προς τούτο δικηγόρο του κατά την έναρξη της διαδικασίας της κατ’ έφεση δίκης, αλλά εμφανισθεί άλλο πρόσωπο (άγγελος) και υποβάλει αίτημα αναβολής για λογαριασμό του, ακόμη και όταν γίνει δεκτό το αίτημα αναβολής που υποβλήθηκε διά του εμφανισθέντος προς τούτο αγγέλου και αναβληθεί η εκδίκαση της υποθέσεως σε ρητή δικάσιμο, κατά την οποία οφείλει να εμφανισθεί ο εκκαλών κατηγορούμενος χωρίς νέα κλήτευση (βλ. άρθρ. 349 παρ. 6 Κ.Ποιν.Δ.), δεν θεωρείται ότι ο εκκαλών κατηγορούμενος εμφανίστηκε στην κατ’ έφεση δίκη για να υποστηρίξει την έφεσή του και η μη εμφάνισή του στη νέα μετ’ αναβολή δικάσιμο, είτε αυτοπροσώπως, είτε διά εξουσιοδοτημένου να τον εκπροσωπήσει συνηγόρου του, δεν μπορεί να οδηγήσει σε εκδίκαση της υποθέσεώς του σαν να ήταν παρών, αλλά συνεπάγεται, κατ’ άρθρο 501 παρ. 1 του Κ.Ποιν.Δ., την απόρριψη της εφέσεώς του ως ανυποστήρικτης, λόγω της μη εμφανίσεώς του στην κατ’ έφεση δίκη προς υποστήριξη της εφέσεώς του. (ΑΠ 687/2018, ΑΠ 315/2019, ΑΠ 458/2020, ΑΠ 582/2020)
Μετά την κατάργηση της παρ. 4 του άρθρου 501, υπό το καθεστώς του νέου ΚΠΔ, ο ΑΠ με την 927/2020 απόφασή του έκρινε τα ακόλουθα: «Εξάλλου, στην παράγραφο 4 του άρθρου 501 του Κ.Ποιν.Δ, όπως αυτή ίσχυε πριν την κύρωση του Νέου Κ.Ποιν.Δ., ήδη δε έχει καταργηθεί μετά την κύρωση του Νέου Κώδικα, από 01/07/2020, οριζόταν ότι: “αν μετά την έναρξη της συζήτησης της έφεσης λάβει χώρα διακοπή ή αναβολή αυτής και κατά τη νέα συζήτηση ο εκκαλών κατηγορούμενος, αν και κλητεύθηκε νομίμως, δεν εμφανισθεί όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, δικάζεται σαν να ήταν παρών”. Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι στον Νέο ΚΠΔ, και ειδικότερα στο νέο άρθρο 501 δεν περιλήφθηκε η διάταξη της παρ. 4 του αντίστοιχου άρθρου του προηγούμενου κώδικα, καθόσον θεωρήθηκε ότι η λύση της απόρριψης της έφεσης ως ανυποστήρικτης στις περιπτώσεις αυτές αφενός μεν επιτρέπει στον θέλοντα να δικαστεί κατηγορούμενο να ασκήσει αίτηση ακύρωσης της διαδικασίας, αφετέρου αποτρέπει την αμιγώς διεκπεραιωτική διαδικασία εκδίκασης υποθέσεων, ερήμην του εκκαλούντος, στις οποίες η ουσιαστική συζήτηση πάσχει αντικειμενικά. Στην ίδια κατεύθυνση οδηγεί, άλλωστε και η ρύθμιση του νυν ισχύοντος άρθρου 500 εδ. ζ` ΚΠΔ που θεσπίζει την υποχρέωση αναφοράς στην κλήση ότι “αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί ή δεν εκπροσωπηθεί νομίμως από συνήγορο στη δικάσιμο ή στη μετ` αναβολή αυτής συζήτηση, η έφεσή του θα απορριφθεί ως ανυποστήρικτη”. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι στον εκκαλούντα κατηγορούμενο ή τον συνήγορο που τον εκπροσωπεί παρέχεται το δικαίωμα να ζητήσει την αναβολή της δίκης, μεταξύ άλλων και για την περίπτωση του άρθρου 59 ΚΠΔ και ότι σε περίπτωση που ο εκκαλών – κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί αυτοπροσώπως ή διά του συνηγόρου του, προς υποστήριξη της έφεσής του, στη μετ` αναβολή δικάσιμο, το Εφετείο, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση οριστικής παύσης ή κήρυξης απαράδεκτης της ποινικής δίωξης, υπό τις προϋποθέσεις της ως άνω διάταξης του άρθρου 368εδ. β’ και γ’ ΚΠΔ, ερευνά μόνον αν ο εκκαλών κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως και απορρίπτει την έφεση ως ανυποστήρικτη, ενώ σε αντίθετη περίπτωση, οφείλει, αφού ερευνήσει την νόμιμη και εμπρόθεσμη άσκηση της έφεσης, να προχωρήσει, παρά την απουσία του εκκαλούντος, στην έκδοση απόφασης σχετικά με την οριστική παύση ή την κήρυξη απαράδεκτης της ποινικής δίωξης».
Το διαδικαστικό ιστορικό της κριθείσης ως άνω υποθέσεως έχει ως ακολούθως: «Στην προκείμενη περίπτωση από την έρευνα των στοιχείων της δικογραφίας που παραδεκτά επισκοπούνται από τον Άρειο Πάγο, προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την ΣΤΜ2215/2018 απόφαση του ΣΤ’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών ο ήδη αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος για την αξιόποινη πράξη, σε βαθμό πλημμελήματος, της έκδοσης, κατ` εξακολούθηση, (τεσσάρων) ακάλυπτων επιταγών και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 ετών και χρηματική ποινή 5.000 ευρώ, της οποίας την εκτέλεση ανέστειλε επί τρία έτη. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε έφεση, η εκδίκαση της οποίας ορίστηκε (αρχικά) για τη δικάσιμο της 23/10/2019, κατά την οποία ο εκκαλών- κατηγορούμενος εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο, κατ`άρθρο 340 παρ. 3 του Ν ΚΠοιν.Δ, οπότε η υπόθεση, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματος του ως άνω συνηγόρου του κατηγορουμένου, αναβλήθηκε, κατ`άρθρο 59 ΚΠΔ με την με αριθμό ΗΤ 2919/23-10-2019 μη οριστική απόφαση, για τη δικάσιμο της 16ης Ιανουαρίου 2020 ήτοι σε ρητή δικάσιμο, χωρίς κλήτευση του εκκαλούντος- κατηγορουμένου και του μάρτυρα, απόφαση που επέχει θέση κλητεύσεώς του. Κατά τη δικάσιμο αυτή και κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά της από το οικείο έκθεμα ο εκκαλών – κατηγορούμενος δεν εμφανίσθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από συνήγορο, με αποτέλεσμα η έφεσή του να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη, κατ` άρθρο 501 παρ. 1 εδ. α`ΚΠΔ. Επομένως, οι διαλαμβανόμενες στον μοναδικό αναιρετικό λόγο, από τη διάταξη του άρθρου 510 ΚΠΔ, αιτιάσεις των στοιχείων Η`, ότι παράνομα η προσβαλλομένη απέρριψε την ένδικη έφεση του εκκαλούντος και ήδη αναιρεσείοντος ως ανυποστήρικτη, Θ`, για υπέρβαση δικαιοδοσίας, για τον ίδιο ως άνω λόγο, της απόρριψης δηλαδή της έφεσης του αναιρεσείοντος ως ανυποστήρικτης και Α`, περί απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο, η οποία προήλθε λόγω μη τηρήσεως των διατάξεων που καθορίζουν την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται, στις περιπτώσεις και με τις διατυπώσεις που επιβάλλει ο νόμος, και περί ελλείψεως ακροάσεως, είναι αβάσιμες, καθόσον, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα πρόταση, μετά την κατάργηση της παρ. 4 του άρθρου 501 ΚΠΔ, η έφεση του εκκαλούντος – κατηγορουμένου, εφόσον αυτός δεν εμφανίσθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από συνήγορο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσής του στη μετ` αναβολή ρητή δικάσιμο της 16ης Ιανουαρίου 2020, κατά την οποία όφειλε, χωρίς κλήτευση, να εμφανισθεί, ορθά απορρίφθηκε ως ανυποστήρικτη, μη εφαρμοζομένης της παρ.5 του άρθρου 502 του Νέου ΚΠΔ, όπως αβάσιμα ο αναιρεσείων διατείνεται, πρωτίστως διότι από την παραδεκτή επισκόπηση των στοιχείων της δικογραφίας και ιδιαίτερα του αποσπάσματος της παραπάνω αναβλητικής απόφασης δεν προκύπτει να έχει περιληφθεί διάταξη τυπικά παραδεκτού της έφεσης».
Από την τελευταία φράση της ανωτέρω απόφασης, προκύπτει, εμμέσως πλην σαφώς, ότι ο εκκαλών, μολονότι απών στην μετ’ αναβολή συζήτηση της εφέσεώς του, μπορεί να θεωρηθεί σαν να ήταν παρών, αν η απόφαση της αναβολής έχει κρίνει το τυπικά παραδεκτό της εφέσεως.
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ