fbpx

Άρση αυτοτέλειας νομικού προσώπου

Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά

Δείτε επίσης

Σύμφωνα με την αρχή του χωρισμού, που ακολουθείται στο ελληνικό δίκαιο, κάθε νομικό πρόσωπο είναι φορέας μόνο των δικών του δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Ο αυστηρός διαχωρισμός νομικού προσώπου και μελών έχει ως συνέπεια την περιουσιακή αυτοτέλεια αυτού, αλλά και άλλες νομικές συνέπειες, όπως χωριστή ικανότητα δικαίου του νομικού προσώπου (άρθρο 62 ΑΚ) και χωριστή ικανότητα για δικαιοπραξία και αδικοπραξία (άρθρα 70 και 71 ΑΚ). Ο βασικός αυτός κανόνας υποχωρεί, μόνο όταν μετά από γενικότερη και συνεχή στάθμιση συμφερόντων και σκοπιμοτήτων (οικονομικών και κοινωνικών) επιβάλλεται μια άλλη νομική επιλογή (Λιακόπουλος, Η άρση της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου στη νομολογία, 1988, σελ. 11 επ.· Γεωργακόπουλος, Το δίκαιο των εταιριών, Ι, σελ. 41). Η αποκλίνουσα αυτή επιλογή, προκειμένου να μην ανατραπεί ο θεσμός της νομικής προσωπικότητας, αποτελεί την εξαίρεση και είναι δυνατή μόνο με τη συνδρομή ιδιαιτέρων και σοβαρών ή εξαιρετικών προϋποθέσεων. Ενόψει των ανωτέρω, σε άρση της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου είναι δυνατόν να οδηγήσει (ΕφΠειρ 403/2002 ΕΝΔ 30, 129 με σημ. Μαρκάκη ΕφΠειρ 606/2001 ΕΝΔ 30,108): i) Η χρήση του νομικού προσώπου ως παρενθέτου. Σκοπός εν προκειμένω είναι ο αποκλεισμός της καταστρατηγήσεως του νόμου και η προστασία του αντισυμβαλλομένου του παρένθετου. Ωστόσο, για να υπάρξει καταστρατήγηση, πρέπει ο αντισυμβαλλόμενος να οδηγήθηκε στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαιτίας της φαινόμενης καταστάσεως, στην οποία (συναλλαγή) δεν θα προέβαινε, εάν γνώριζε την πραγματικότητα (ΑΠ 101/1990 ΕΕμπΔ 1990, 483· ΑΠ 623/1970 ΝοΒ 19, 309), ii) η ύπαρξη κυρίου μετόχου, κριτήριο, ωστόσο, που δεν είναι από μόνο του αρκετό για την κατάφαση της ευθύνης του για τα χρέη της εταιρίας (ΑΠ Ολ 17/1994 ΕλλΔνη 35, 1263, ΕφΑθ 924/1998 ΕλλΔνη 40, 406) και iii) η κατάχρηση θεσμού, δηλαδή η περίπτωση, όπου η επιμονή στην αρχή του χωρισμού θα κατέληγε σε αποτελέσματα δύσκολα αποδεκτά από το δίκαιο. Την κατάχρηση θεσμού, βεβαίως, δεν ρυθμίζει το ελληνικό δίκαιο, πλην όμως γίνεται δεκτό ότι οι συνέπειές της είναι ανάλογες της καταχρήσεως δικαιώματος (άρθρο 281 ΑΚ – Σπυριδάκης, Γενικές Αρχές, σελ. 148 επ. Παπαντωνίου, Γενικές Αρχές, παρ. 144). Κατάχρηση υπάρχει, είτε όταν ο κυρίαρχος εταίρος χρησιμοποιεί τη νομική προσωπικότητα για καταστρατήγηση του νόμου ή για να προκαλέσει δολίως ζημία σε τρίτο ή για να αποφύγει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του. Για την τελευταία περίπτωση (μη εκπλήρωση υποχρεώσεων) κριτήρια είναι, ενδεικτικώς: i) Η ανεπαρκής χρηματοδότηση της εταιρίας, ii) η σύγχυση ατομικής και εταιρικής περιουσίας (Λιακόπουλος, ό.π., σελ. 92· Γεωργακόπουλος, ό.π., σελ. 550· Μούζουλας, Η ευθύνη της μητρικής επιχειρήσεως για τις υποχρεώσεις της θυγατρικής της, ΕΕμπΔ 1991, 404 επ.· Αλ. Κιάντου – Παμπούκη, Η προστασία των δανειστών στις ναυτιλιακές εταιρίες με παραμέριση της νομικής προσωπικότητας, Πρακτικά 1ου Διεθνούς Συνεδρίου Ναυτικού Δικαίου, σελ. 44 επ.), iii) το μέγεθος της οικονομικής συμμετοχής του εταίρου, iv) η εικονικότητα του νομικού προσώπου ή η έλλειψη συναλλακτικής οργανώσεως και δράσεως (ΕφΠειρ 1605/1988 ΕΝΔ 17, 514) και v) η συνολική συμπεριφορά του φυσικού προσώπου, όταν δρα προς τα έξω, αγνοώντας την ύπαρξη της εταιρίας ή δηλώνοντας ατομικώς την εφοπλιστική ιδιότητα (ΑΠ 1046/1990 ΕΝΔ 19, 15· ΕφΠειρ 1253/1988 ΕΝΔ 19, 106) ή παρέχοντας προσωπικές εγγυήσεις για λογαριασμό της εταιρίας (ΑΠ 1046/1990 ό.π., ΕφΑθ 11452/1986 ΕΝΔ 15, 243). Ενόψει των ανωτέρω, για την άρση της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου  κεφαλαιουχικής εταιρίας δεν αρκεί απλώς η μονομετοχική ιδιότητα, ούτε η ιδιότητα του φυσικού προσώπου (που είναι ο μοναδικός μέτοχος ή ο κάτοχος του μεγαλυτέρου μέρους των μετοχών) ως διαχειριστή, αλλά ούτε και το γεγονός ότι από τη συμμετοχή του φυσικού αυτού προσώπου στην εταιρία εξαρτάται η ύπαρξη ή η εξακολούθηση αυτής (ΑΠ Ολ 5/1996 ΕλλΔνη 37, 1046), αλλά απαιτείται η συνδρομή συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών, τα οποία καταδεικνύουν βούληση καταστρατηγήσεως των διατάξεων που αφορούν στα νομικά πρόσωπα (Καραβάς, Εγχειρίδιον Εμπορικού Δικαίου, Α’, 1962, παρ. 131 επ. Κ. Παμπούκης, Συνέπειες της εμπορικότητας, 1986, παρ. 44 ΙΙ· Λιακόπουλος, ό.π., σελ. 173), τα οποία -πραγματικά περιστατικά- πρέπει να παρατίθενται στο δικόγραφο της αγωγής, με την οποία επιχειρείται η θεμελίωση ευθύνης φυσικού προσώπου (μοναδικού μετόχου κατά τύπον κεφαλαιουχικής εταιρίας), υπό την προϋπόθεση της άρσεως της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου (ΕφΑθ 8734/1986 ΕΕμπΔ 1986, 664· ΕφΠειρ 403/2002 ό.π.· Λιακόπουλος, ό.π., σελ. 123· Αυγητίδης σε ΕΕμπΔ 1993, 421, ΜΠρΠειρ 53/2021 ΤΝΠ Qualex).* Ο κ. Αθανάσιος Πολυχρονόπουλος είναι Δικηγόρος στον ΑΠ, MSc, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -