Με την ΑΠ 773/2022 έγινε δεκτή αίτηση επανεξέτασης αναίρεσης για λόγο που δεν κρίθηκε κατ’ άρθρο 523 ΚΠΔ. Το ενδιαφέρον ζήτημα που επανακρίθηκε έχει να κάνει με την υπεράσπιση του κατηγορούμενου και την εσφαλμένη απόρριψη της έφεσής του ως ανυποστήρικτης.
Νομικές διατάξεις: «Σύμφωνα με το άρθρο 501 παρ.1 ΚΠΔ “Αν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο εκκαλών δεν εμφανιστεί αυτοπροσώπως ή διά συνηγόρου του, αν συντρέχει η περίπτωση της παρ. 3 του άρθρου 340, η έφεση απορρίπτεται ως ανυποστήρικτη…”. Σύμφωνα με το άρθρο 502 παρ.1 εδ.α’ ΚΠΔ “Αν ο εκκαλών εμφανιστεί ο ίδιος ή ο συνήγορός του στην περίπτωση της παρ.3 του άρθρου 340, η συζήτηση αρχίζει και ο εισαγγελέας αναπτύσσει συνοπτικά την έφεση.” κατά δε το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του ίδιου ως άνω άρθρου “Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται τα άρθρα 329 – 338, 340, 344, 347, 348, 349, 352, 357 – 363, 366-373”.
Περαιτέρω, κατά άρθρο 340 παρ.1 ΚΠΔ, όπως ίσχυε κατά το χρόνο συζήτησης της υπόθεσης, το οποίο εφαρμόζεται και στην κατ’έφεση δίκη, κατά τα οριζόμενα στο προαναφερόμενο άρθρο 502 ΚΠΔ, “Ο κατηγορούμενος οφείλει να εμφανίζεται αυτοπροσώπως στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση, μπορεί επίσης να διορίζει δικηγόρο ως συνήγορο για την υπεράσπισή του. Στα κακουργήματα ο πρόεδρος του δικαστηρίου διορίζει υποχρεωτικά συνήγορο σε όσους κατηγορούμενους δεν έχουν από πίνακα που καταρτίζει τον Ιανουάριο κάθε έτους το διοικητικό συμβούλιο του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Αν ο κατηγορούμενος αρνηθεί την υπεράσπισή του από το διορισμένο συνήγορο, ο πρόεδρος του δικαστηρίου διορίζει σε αυτόν άλλο συνήγορο από τον ίδιο πίνακα. Σε περίπτωση νέας άρνησης του κατηγορουμένου, το δικαστήριο προβαίνει στην εκδίκαση της υπόθεσης του κακουργήματος χωρίς διορισμό συνηγόρου.”.
Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι, αν ο εκκαλών – κατηγορούμενος ή ο συνήγορος του εμφανίσθηκε κατά την έναρξη της διαδικασίας της κατ’ έφεση δίκης για να υποστηρίξει την έφεση του, το δικαστήριο δεσμεύεται από την εμφάνιση του εκκαλούντος – κατηγορουμένου και δεν μπορεί να απορρίψει την έφεσή του ως ανυποστήρικτη κατά το άρθρο 501 ΚΠΔ, αλλά οφείλει να την ερευνήσει στην ουσία. (ΑΠ 582/20, ΑΠ 1439/16). Σε περίπτωση δε δεύτερης άρνησης του κατηγορουμένου να δεχθεί το συνήγορο που ο πρόεδρος του δικαστηρίου του διόρισε αυτεπαγγέλτως, το δικαστήριο προβαίνει στην εκδίκαση της υπόθεσης του κακουργήματος χωρίς διορισμό συνηγόρου. Διαφορετικά, η απόφαση του εφετείου είναι αναιρετέα, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Θ’ του ΚΠΔ, για υπέρβαση εξουσίας.»
Ένδικη υπόθεση: «Στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι ο αιτών την επανεξέταση, με την από 12.6.2020 αναίρεσή του κατά της 1000/2020 απόφασης του ΣΤ’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, πρότεινε ως λόγο αναίρεσης την υπέρβαση εξουσίας, διότι το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, μετά την άρνησή του, για δεύτερη φορά, να δεχθεί τον αυτεπάγγελτο διορισμό δικηγόρου, απέρριψε την έφεσή του ως ανυποστήρικτη, μολονότι αυτός, ως εκκαλών, ήταν παρών. Ο λόγος αυτός, όπως προτάθηκε, με τα συγκεκριμένα στοιχεία, από παραδρομή δεν κρίθηκε από τον Άρειο Πάγο, ο οποίος με την 912/2021 απόφασή του απέρριψε την προαναφερόμενη αναίρεση του αιτούντος. Σύμφωνα με αυτά, πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη η κρινόμενη αίτηση επανεξέτασης και να εξετασθεί κατ’ουσίαν ο ως άνω προβληθείς και μη εξετασθείς λόγος της προαναφερόμενης αναίρεσης.
Από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτά επισκοπούνται για την έρευνα της βασιμότητας του ως άνω λόγου αναίρεσης, προκύπτουν τα εξής: Με την 4999/2017 απόφαση του Γ’ Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, ο κατηγορούμενος- αναιρεσείων – αιτών κηρύχθηκε ένοχος για το κακούργημα της έκδοσης και αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων και του επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 6 ετών. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε την …/2017 έφεση, η οποία εισήχθη τελικά προς εκδίκαση στις 25-11-2019, οπότε η δίκη διακόπηκε για τις 17-12-2019, στη συνέχεια για τις 16-1-2020 και τέλος για τις 19-2-2020. Σε όλες αυτές τις δικασίμους ο εκκαλών παραστάθηκε αυτοπροσώπως. Κατά την τελευταία δικάσιμο, ο ίδιος υπέβαλε αίτημα αναβολής λόγω αποχής του συνηγόρου του μετά τη δεύτερη διακοπή της δίκης, επικαλούμενος σχετική απόφαση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αναβολής και διέταξε την πρόοδο της δίκης στη συνέχεια δε ο πρόεδρος του δικαστηρίου του όρισε αυτεπαγγέλτως δύο φορές συνήγορο, τον οποίο αυτός αρνήθηκε. Μετά ταύτα, το Δικαστήριο, αν και δεσμευόταν από την εμφάνιση του κατηγορουμένου κατά την τελευταία δικάσιμο, αντί να προβεί στην εκδίκαση της υπόθεσης του κακουργήματος χωρίς διορισμό συνηγόρου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 340 παρ.1 εδ. τελευταίο ΚΠΔ, απέρριψε με την προσβαλλόμενη απόφαση την έφεση ως ανυποστήρικτη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το δικαστήριο υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Θ’ του ΚΠΔ, αφού υπερέβη την εξουσία του.
Κατόπιν τούτων πρέπει, κατά παραδοχή του ως άνω λόγου αναίρεσης, να αναιρεθεί η 1000/2020 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, οι οποίοι είχαν δικάσει προηγουμένως (519 ΚΠΔ)».
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ