fbpx

Ευθύνη Νομικού Προσώπου για Έκδοση Ακάλυπτης Επιταγής από Εκπρόσωπο

Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά

Δείτε επίσης

Σύμφωνα το άρθρο 79 παρ. 1 του Ν 5960/1933 «περί Επιταγής», όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν 1325/1972, εκείνος που εκδίδει Επιταγή που δεν πληρώθηκε από τον πληρωτή, γιατί δεν είχε σ’ αυτόν αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά τον χρόνο της έκδοσης της Επιταγής ή της πληρωμής της, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον 10.000 δραχμών. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το έγκλημα της εκδόσεως ακάλυπτης Επιταγής είναι τυπικό και για τη στοιχειοθέτησή του απαιτείται, αντικειμενικά μεν, 1) έκδοση τυπικά έγκυρης Επιταγής, δηλαδή συμπλήρωση επί του εντύπου της Επιταγής των στοιχείων που προβλέπονται στο νόμο, 2) υπογραφή του εκδότη, αδιάφορα αν η επιταγή εκδίδεται για ατομικό του χρέος και σύρεται επί προσωπικού του λογαριασμού ή για χρέος άλλου ή εταιρίας, που εκπροσωπείται από αυτόν και σύρεται επί λογαριασμού του άλλου ή της εταιρίας, 3) εμπρόθεσμη εμφάνιση της Επιταγής προς πληρωμή και 4) έλλειψη αντίστοιχων διαθέσιμων κεφαλαίων στον πληρωτή, οπωσδήποτε κατά τον χρόνο εμφανίσεως της επιταγής προς πληρωμή, υποκειμενικά δε γνώση και θέληση των στοιχείων της πράξεως, δηλαδή της εκδόσεως Επιταγής που είναι ακάλυπτη (ΑΠ Ποιν 858/2016 Nomos, ΑΠ(Ποιν) 891/2015 Nomos, ΑΠ(Ποιν) 671/2013 Nomos). Ειδικότερα, αναφορικά με την υποκειμενική υπόσταση του παραπάνω εγκλήματος, η έκδοση ακάλυπτης τραπεζικής επιταγής, δηλαδή επιταγής, η οποία κατά την εμπρόθεσμη εμφάνισή της στην πληρώτρια Τράπεζα δεν πληρώθηκε, λόγω έλλειψης αντίστοιχων κεφαλαίων του εκδότη, αποτελεί, κατά τις διατάξεις του άρθρου 79 του Ν 5960/1933, αξιόποινη πράξη (πλημμέλημα), όταν ο εκδότης ενήργησε από δόλο, που μπορεί να είναι και ενδεχόμενος (άρθρο 27 παρ. 1 ΠΚ), αφού, μετά την αντικατάσταση του αρχικού άρθρου 79 του Ν 5960/1933 με το άρθρο 1 του ΝΔ 1325/1972, δεν αποτελεί πλέον στοιχείο της ποινικής υπόστασης του οικείου εγκλήματος η έκδοση της επιταγής εν γνώσει του ότι δεν υπάρχουν ή δεν θα υπάρξουν κατά την εμφάνισή της προς πληρωμή αντίστοιχα κεφάλαια. Έτσι δολίως ενεργεί ο εκδότης ακάλυπτης επιταγής όχι μόνο όταν γνωρίζει ότι δεν έχει κατά την έκδοση ή δεν θα έχει κατά την πληρωμή της επιταγής αντίστοιχα κεφάλαια, αλλά και όταν γνωρίζει ότι ο λογαριασμός του κατά τους χρόνους αυτούς ενδέχεται να είναι χωρίς διαθέσιμα κεφάλαια και αποδέχεται το ενδεχόμενο αυτό (ΑΠ 1069/2017 Nomos, ΑΠ 671/2013 ό.π., ΑΠ 1051/2012, ΜΕφΛαρ 7/2017 Nomos). Οι διατάξεις του άρθρου 79 του Ν 5960/1933 έχουν θεσπισθεί για την προστασία τόσο δημόσιου όσο και του ατομικού συμφέροντος του δικαιούχου της επιταγής, και μάλιστα, μετά την τροποποίηση και συμπλήρωση του παραπάνω άρθρου με το άρθρο 4 παρ. 1 του Ν 2408/1996, αυτό είναι το κατ’ εξοχήν έννομο συμφέρον που προστατεύεται. Συνεπώς, η έκδοση ακάλυπτης τραπεζικής επιταγής αποτελεί για τον εκδότη της, που ενήργησε δολίως κατά την ανωτέρω έννοια, αδικοπραξία, που τον υποχρεώνει, κατά τα άρθρα 914 και 932 ΑΚ, σε ισόποση κατ’ αρχήν με το ποσό της επιταγής αποζημίωση και εύλογη, λόγω ηθικής βλάβης, χρηματική ικανοποίηση του νόμιμου κομιστή της, ο οποίος μάλιστα δεν είναι αναγκαίο να είναι αυτός που την εμφάνισε στην πληρώτρια Τράπεζα, αλλά μπορεί να είναι και προηγούμενος οπισθογράφος που πλήρωσε την Επιταγή και έγινε κομιστής με δικαίωμα αναγωγής, αφού αυτός υφίσταται τελικά τη ζημία από τη μη πληρωμή της επιταγής, με την έννοια ότι η ζημία του είναι απότοκη της παράνομης συμπεριφοράς του εκδότη και τελεί σε πρόσφορη αιτιώδη συνάφεια με αυτή (ΑΠ Ολ 29/2007, ΑΠ 1069/2017 ό.π., ΑΠ 1008/2010, ΜΕφΛαρ 7/2017 ό.π.). Ο εκδότης ακάλυπτης επιταγής είναι υποχρεωμένος να αποζημιώσει τον κομιστή της, ακόμη και αν αυτή είναι μεταχρονολογημένη, οπότε ευθύνεται κατά τα άρθρα 28, 29 παρ. 1 και 4 και 56 του Ν 5960/1933, αν η επιταγή εμφανισθεί προς πληρωμή οποτεδήποτε εντός του χρονικού διαστήματος που αρχίζει από την επομένη της ημέρας που πραγματικά εκδόθηκε και λήγει την όγδοη ημέρα μετά την αναγραφόμενη στο σώμα της επιταγής ημεροχρονολογία έκδοσης (ΑΠ 1069/2017 ό.π., ΑΠ 705/2007). Περαιτέρω, την αδικοπρακτική ευθύνη του εκδότη ακάλυπτης επιταγής δεν αποκλείει το γεγονός ότι την υπέγραψε αυτός ως νόμιμος εκπρόσωπος εταιρίας και απλώς στην περίπτωση αυτή ευθύνεται, κατά το άρθρο 71 ΑΚ, εις ολόκληρο με το νομικό πρόσωπο της εταιρίας και μάλιστα ανεξάρτητα από τη μορφή της εταιρίας ως προσωπικής ή κεφαλαιουχικής, αφού και στην περίπτωση των κεφαλαιουχικών εταιριών ο νόμιμος εκπρόσωπός τους, ναι μεν δεν ευθύνεται ατομικά για τα εταιρικά χρέη, ευθύνεται όμως κατά τις γενικές διατάξεις για τις αδικοπραξίες του, αν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του έχει προσωπική ιδία ευθύνη, επομένως και για την έκδοση ακάλυπτης επιταγής (ΑΠ 1069/2017 ό.π., ΑΠ 1083/2008, 1051/2012, ΕφΑθ 2026/2016 Nomos, ΕφΠειρ 415/2015 Nomos, ΜΕφΛαρ 7/2017, ό.π., ΜΕφΠειρ 219/2015 Nomos). Ειδικότερα, από τη διάταξη του άρθρου 71 ΑΚ προκύπτει ότι, το Νομικό Πρόσωπο ευθύνεται για τις πράξεις ή τις παραλείψεις των οργάνων του, τα οποία σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 65, 67 και 68 ΑΚ εκπροσωπούν αυτό και εκφράζουν τη βούλησή του, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έλαβε χώρα κατά την ενάσκηση των καθηκόντων  που τους είχαν ανατεθεί καθώς και παράγει υποχρέωση αποζημίωσης και για τον υπαίτιο (εκπρόσωπο) πράξαντα ή παραλείψαντα που ευθύνεται εις ολόκληρο με το νομικό πρόσωπο (ΑΠ 271/2015 Nomos, ΕφΠειρ 133/2016 Nomos, ΜΕφΠειρ 202/2016 Nomos , ΤρΕφΘεσ 167/2021 ΤΝΠ Qualex).

* Ο κ. Αθανάσιος Πολυχρονόπουλος είναι Δικηγόρος στον ΑΠ, MSc, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -