Με την απόφαση 470/2020 του Ε Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου κρίθηκε το ζήτημα της αναστολής ή μη των δικονομικών προθεσμιών στο χρονικό διάστημα που αναστέλλεται η λειτουργία των δικαστηρίων για τη διενέργεια εκλογών:
Τα πραγματικά περιστατικά της ένδικης υπόθεσης: «Η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμό 6444/2018 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών, που δίκασε ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, δημοσιεύθηκε στις 10-10-2018, με την παρουσία του πληρεξουσίου δικηγόρου της κατηγορουμένης-εκκαλούσας και ήδη αναιρεσειούσης και καταχωρήθηκε καθαρογραφημένη στο, αναφερόμενο ειδικό βιβλίο του άρθρου 473 παρ. 1 ΚΠοινΔ, στις 21-5-2019. Η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, κατά της άνω απόφασης, ασκήθηκε από την αναιρεσείουσα με δήλωσή της, που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, στις 25-6-2019, σύμφωνα με την επ’ αυτής σημείωση του δικαστικού Επιμελητή Χ. Κ., ήτοι μετά την πάροδο, της αναφερόμενης εικοσαήμερης προθεσμίας, που ορίζεται από τον νόμο, και η οποία έληξε στις 10-6-2019, ημέρα Δευτέρα».
Λόγος ανώτερης βίας για το εκπρόθεσμο κατάθεσης της αναίρεσης. «Προκειμένου η αναιρεσείουσα να δικαιολογήσει την εκπρόθεσμη άσκηση της αίτησης αναίρεσης, ισχυρίζεται δι’ αυτής, ότι τούτο οφείλεται σε ανώτερη βία και σε ανυπέρβλητο κώλυμα, που δεν οφείλεται σε δική της υπαιτιότητα, κατά λέξει δε, ότι: “4. Η δε 21.05.2019, ημέρα που φαίνεται να καταχωρήθηκε η εν λόγω, απόφαση στο ειδικό βιβλίο, συνέπιπτε με την τελευταία ημέρα προ της αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων της Χώρας, ενόψει των ευρωεκλογών κ.λπ. της 26.05.2019, ενώ, η εν λόγω, καταχώρηση, ακόμη κι αν πράγματι έγινε την ημέρα εκείνη, είναι απολύτως βέβαιο ότι δεν καταχωρήθηκε και στον Η/Υ ενημέρωσης κοινού, στο οικείο γραφείο του 6ου ορόφου του κτηρίου του Εφετείου Αθηνών, από όπου ενημερώνονται το κοινό και οι δικηγόροι, 5. Περαιτέρω, και σε κάθε περίπτωση, ενόψει των εκλογών της 26ης Μαΐου 2019, αλλά και των επαναληπτικών εκλογών της 02.06.2019, τα Δικαστήρια της Χώρας, μεταξύ των οποίων και το Εφετείο Αθηνών, ανέστειλαν τη λειτουργία τους από την 22.05.2019 έως και την 05.06.2019 και, για το λόγο αυτόν, καθ’ όλο το διάστημα από την 22.05.2019 έως και την 05.06.2019, δεν κατέστη δυνατό, ούτε να βρω αρμόδιο υπάλληλο του Εφετείου Αθηνών, το οποίο τελούσε σε αναστολή λειτουργίας, ώστε να ενημερωθώ για την καταχώρηση της προσβαλλομένης στο ειδικό βιβλίο, ούτε και να παραλάβω αντίγραφο αυτής, κάτι, ούτως ή άλλως αναγκαίο για την κατ’ άρθρο 473 ΚΠοινΔ άσκηση του δικαιώματος μου, να ζητήσω την αναίρεση με δήλωση, 6. Ενόψει των ανωτέρω, α) για το, ως άνω, χρονικό διάστημα η προθεσμία άσκησης αναίρεσης είχε ανασταλεί και β) καθ’ όλο το διάστημα της αναστολής λειτουργίας των Δικαστηρίων της Χώρας, ήταν, σε κάθε περίπτωση, ανέφικτο να λάβω γνώση της καταχώρησης της προσβαλλομένης στο ειδικό βιβλίο. Για πρώτη φορά έλαβα γνώση για το γεγονός της καθαρογραφής την 06.06.2019, πρώτη ημέρα μετά την επαναλειτουργία του Εφετείου Αθηνών, 7. Επομένως, η σχετική προθεσμία των είκοσι ημερών για την άσκηση αναίρεσης διά επιδόσεως προς τον κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, δεν εκκίνησε την 21.05.2019, ημερομηνία κατά την οποία δεν μπορούσα ή έστω δεν κατέστη δυνατό να έχω ενημερωθεί, ούτε και θα μπορούσα να έχω λάβει αντίγραφο της απόφασης, αλλά την 06.06.2019, πρώτη ημέρα επαναλειτουργίας του Εφετείου Αθηνών, οπότε και έλαβα πράγματι γνώση και σε κάθε περίπτωση πρώτη ημέρα που θα μπορούσα να έχω λάβει αντίγραφο της απόφασης και, κατ’ επέκταση, σήμερα ασκείται εμπροθέσμως, εντός δηλαδή 20 ημερών από την 06.06.2019».
Εισαγγελική πρόταση. «Εισάγω ενώπιον του Δικαστηρίου σας-σε Συμβούλιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 476 παρ.1 και 512 τταρ.ΐα ΚΠΔ, την με αρ.513/2019 αίτηση αναίρεσης της Ε. Δ. του Α. , κατοίκου …, κατά της με αρ.6444/2018 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών και εκθέτω τα εξής: Όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 462, 473 παρ.1,2,3 και 507 παρ.1 εδ.α ΚΠΔ, όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης. Ειδικότερα, όμως, η προθεσμία για την άσκηση του ενδίκου μέσου της αίτησης αναίρεσης κατά των αποφάσεων για τις οποίες επιτρέπεται η άσκησή της, αρχίζει από τότε που η τελεσίδικη απόφαση θα καταχωριστεί καθαρογραμμένη στο, κατ’ άρθρο 473 παρ.3 ΚΠΔ, ειδικό βιβλίο και είναι είκοσι ημέρες από την καταχώρισή της στο ως άνω βιβλίο. Η εκπρόθεσμη άσκηση ενδίκου μέσου συγχωρείται μόνο αν συντρέχει περίπτωση ανώτερης βίας ή ανυπέρβλητου κωλύματος που εμπόδισε τη νόμιμη άσκηση του εν λόγω δικαιώματος, σύμφωνα με τη γενική αρχή ότι κανένας δεν υποχρεώνεται στα αδύνατα. Στην περίπτωση όμως αυτή, στην αίτηση αναίρεσης πρέπει να γίνεται επίκληση τόσο των διακωλυτικών της εκπρόθεσμης άσκησης του ενδίκου μέσου περιστατικών, που συνιστούν την ανώτερη βία ή το ανυπέρβλητο κώλυμα όσο και των αποδεικτικών προς τούτο μέσων (ΑΠ 223/2012, ΑΠ 1801/2011, ΑΠ 1426/2008). Περαιτέρω, σύμφωνα με, τους ορισμούς των διατάξεων του άρθρου 476 ΚΠΔ, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται ή όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα….το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο. Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών με την ως άνω απόφασή του απόφασή του κήρυξε ένοχη την αναιρεσείουσα για το αδίκημα της μη καταβολής χρεών στο Δημόσιο και την καταδίκασε σε ποινή φυλάκισης 12 μηνών, η οποία ανεστάλη επί τριετία. Η ως άνω καταδικαστική απόφαση καταχωρήθηκε στο ειδικό βιβλίο στις 21-5-2019. Κατά της ως άνω απόφασης η αναιρεσείουσα άσκησε την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης στις 25-6-2019 με δήλωσή της στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Στην προς τούτο, όμως, αίτηση αναίρεσης, η αναιρεσείουσα επικαλείται, επιχειρώντας να δικαιολογήσει την εκπρόθεσμη άσκησή της, ότι, λόγω της αναστολής των λειτουργιών των δικαστηρίων, εξαιτίας της διεξαγωγής των εκλογών της 26-5-2019, αλλά και των επαναληπτικών εκλογών της 2-6-2019, δεν κατέστη δυνατό να πληροφορηθεί από τον αρμόδιο υπάλληλο του Εφετείου Αθηνών την ημερομηνία καταχώρισης της προσβαλλόμενης απόφασης στο ειδικό βιβλίο, αλλ’ ούτε και να λάβει αντίγραφο αυτής, το οποίο και έλαβε στις 6-6-2019. Πλην όμως ο ως άνω επικαλούμενος από την αναιρεσείουσα λόγος δεν συνιστά ανυπέρβλητο κώλυμα, εξ αιτίας του οποίου δεν μπόρεσε να ασκήσει την αίτηση αναίρεσης εμπρόθεσμα διότι: Στην αναστολή των εργασιών των δικαστηρίων δεν περιλαμβάνονται και οι δικονομικές προθεσμίες (ΑΠ 298/2015), επιπλέον δε η αναστολή των εργασιών των δικαστηρίων ήταν γνωστή στον συντάξαντα την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης δικηγόρο, που είχε την ευθύνη της εμπρόθεσμης άσκησης αυτής και θα έπρεπε με εξειδικευμένη επιμέλεια να παρακολουθεί την ημερομηνία καθαρογραφής και καταχώρισης της απόφασης στο ειδικό βιβλίο, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη του ότι το δημόσιο αυτό βιβλίο ήταν προσιτό σε αυτόν και έτσι θα μπορούσε να ασκηθεί η αίτηση αναίρεσης εμπρόθεσμα, επισημαίνεται δε, ότι δεν υπάρχει υπηρεσιακή υποχρέωση του αρμοδίου υπαλλήλου γνωστοποίησης του χρόνου καταχώρισης της απόφασης στο ως άνω βιβλίο (ΑΠ 526/2013, ΑΠ 1004/1998), ενώ, σε κάθε περίπτωση, θα μπορούσε να ασκηθεί η αίτηση αναίρεσης εμπρόθεσμα, ακόμη και με την εκδοχή, ότι η αναιρεσείουσα έλαβε γνώση αυτής στις 6-6-2019, το αργότερο μέχρι τις 10-6-2019, ημερομηνία, η οποία συνέπιπτε με την τελευταία ημέρα της εικοσαήμερης προθεσμίας για την άσκηση του εν λόγω ενδίκου μέσου. Σύμφωνα με τις προηγούμενες αναπτύξεις, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, εφόσον ασκήθηκε εκπρόθεσμα, ο δε επικαλούμενος από την αναιρεσείουσα λόγος δεν συνιστά ανυπέρβλητο κώλυμα για την εκπρόθεσμη άσκησή του, η εν λόγω αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα της προκείμενης διαδικασίας (άρθρα 476 παρ.1, 583 παρ.1 ΚΠΔ). Για τους λόγους αυτούς Προτείνω: Να απορριφθεί η με αριθμό 513/2019 αίτηση αναίρεσης του Ε. Δ. του Α., κατοίκου …, κατά της με αριθμό 6444/2018 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται στο ποσό των 250 ευρώ».
Μείζονα (νομική) σκέψη της απόφασης. «Κατά τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠοινΔ, όπως αντικαταστάθηκε με την παραγρ, 43 του Ν. 4637/18-11-2019: “1. Όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε δικαίωμα ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται ή όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα ή χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις που ορίζονται από τον νόμο για την άσκησή του, καθώς και όταν έγινε νόμιμα παραίτηση από το ένδικο μέσο ή όταν τούτο ασκείται για δεύτερη φορά ή σε κάθε άλλη περίπτωση, που ο νόμος ρητά προβλέπει, ότι το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και αφού ακούσει αυτόν που άσκησε το ένδικο μέσο ή τον συνήγορο αντίκλητο του, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο. Ο εισαγγελέας οφείλει να ειδοποιήσει αυτόν που άσκησε το ένδικο μέσο ή τον αντίκλητο του, για να προσέλθει στο συμβούλιο και να εκθέσει τις απόψεις του, σαράντα οκτώ τουλάχιστον ώρες πριν από την εισαγωγή της υπόθεσης στο δικαστήριο (συμβούλιο). Την ειδοποίηση ενεργεί ο γραμματέας της εισαγγελίας ή του συμβουλίου με οποιοδήποτε μέσο (εγγράφως ή με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονική αλληλογραφία ή προφορικά ή τηλεφωνικά), η οποία αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωσή του που επισυνάπτεται στη δικογραφία”.
Στην προκείμενη περίπτωση από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, εισάγεται κατά τις διατάξεις των άρθρων 476 παρ. 1 και 512 παρ. 1α ΚΠοινΔ, η, από 25-6-2019, αίτηση της Ε. Δ. του Α., για αναίρεση κατά της, υπ’ αριθμό 6444/2018, αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία κηρύχθηκε ένοχη της αξιόποινης πράξης της καταβολής χρεών προς το Δημόσιο και καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως δώδεκα (12) μηνών, με τριετή αναστολή και προτείνεται η απόρριψη αυτής, λόγω εκπροθέσμου ασκήσεως της. Περαιτέρω ο Εισαγγελέας, κατ’ εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 476 ΚΠοινΔ, που προπαρατέθηκε, ειδοποίησε την αναιρεσείουσα, για να προσέλθει στο συμβούλιο και να εκθέσει τις απόψεις της εμπρόθεσμα, όπως προκύπτει από το, από 19-11-2019 αποδεικτικό επιδόσεως του Επιμελητή Δικαστηρίων του Ειρηνοδικείου Κρωπίας Γ. Δ.. Όμως η αναιρεσείουσα δεν εμφανίσθηκε και η συζήτηση πρέπει να προχωρήσει ωσάν να είναι παρούσα. Από τη διάταξη του άρθρου 507 παρ. 1 ΚΠοινΔ σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 473 παρ. 2 και 3 ιδίου Κώδικα, που ίσχυε κατά τον χρόνο άσκησης της ένδικης αναίρεσης (25-6-2019) και εφαρμόζεται εν προκειμένω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 589 παρ. 3 του Νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που ισχύει από 1η-7-2019, προκύπτει με σαφήνεια ότι, αν ο κατηγορούμενος ασκήσει αναίρεση κατά της καταδικαστικής απόφασης, με δήλωση επιδιδόμενη στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου (είτε αυτοπροσώπως είτε δι’ αντιπροσώπου, κατά το άρθρο 465 ΚΠοινΔ, ενώ ήταν παρών κατά την απαγγελία αυτής, η προθεσμία άσκησης της αναίρεσης είναι εικοσαήμερη και αρχίζει από την επόμενη της καταχώρησης της απόφασης καθαρογραμμένης στο ειδικό βιβλίο, που τηρείται από τη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου. Κατά γενική, όμως, αρχή του δικαίου, κατά την οποία “κανένας δεν υποχρεούται στα αδύνατα”, μπορεί ο αναιρεσείων να επικαλεσθεί στην αίτηση αναίρεσης λόγο ανώτερης βίας ή ανυπέρβλητου κωλύματος, εξ αιτίας του οποίου κατέστη αδύνατη η εμπρόθεσμη άσκησή της, καθώς και τα αποδεικτικά μέσα που στηρίζουν τον λόγο αυτό. Αν ο επικαλούμενος λόγος δεν είναι βάσιμος, δηλαδή δεν συνιστά ανώτερη βία ή ανυπέρβλητο κώλυμα ή δεν αποδεικνύεται, η εκπροθέσμως ασκηθείσα αίτηση αναίρεσης απορρίπτεται ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ.1ΚΠοινΔ. Ως ανώτερη βία, νοείται κάθε γεγονός απρόβλεπτο και εξαιρετικό είτε αντικειμενικά, είτε σε σχέση με το πρόσωπο του δικαιούχου, το οποίο δεν μπορούσε στη συγκεκριμένη περίπτωση ν’ αποτραπεί με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και σύνεσης, ανυπέρβλητο δε κώλυμα θεωρείται εκείνο, το οποίο οπωσδήποτε δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του διαδίκου, που ασκεί το ένδικο μέσο και δεν μπορούσε να υπερνικηθεί από αυτόν με κανένα τρόπο».
Απόφαση δικαστηρίου: «Ο, ως άνω, επικαλούμενος από την αναιρεσείουσα λόγος, δεν συνιστά ανυπέρβλητο κώλυμα, εξ αιτίας του οποίου δεν μπόρεσε να ασκήσει την αίτηση αναίρεσης εμπρόθεσμα διότι: Στην αναστολή των εργασιών των δικαστηρίων δεν περιλαμβάνονται και οι δικονομικές προθεσμίες, επιπλέον δε η αναστολή των εργασιών των δικαστηρίων, ήταν γνωστή στο συντάξαντα την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης δικηγόρο, που είχε την ευθύνη της εμπρόθεσμης άσκησης αυτής και θα έπρεπε, με εξειδικευμένη επιμέλεια, να παρακολουθεί την ημερομηνία καθαρογραφής και καταχώρησης της απόφασης στο ειδικό βιβλίο, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη του ότι, το δημόσιο αυτό βιβλίο ήταν προσιτό σε αυτόν και έτσι θα μπορούσε να ασκηθεί η αίτηση αναίρεσης εμπρόθεσμα, επισημαίνεται δε, ότι δεν υπάρχει υπηρεσιακή υποχρέωση του αρμοδίου υπαλλήλου γνωστοποίησης του χρόνου καταχώρησης της απόφασης στο, ως άνω, βιβλίο, ενώ, σε κάθε περίπτωση, θα μπορούσε να ασκηθεί η αίτηση αναίρεσης εμπρόθεσμα, ακόμη και με την εκδοχή, ότι η αναιρεσείουσα έλαβε γνώση αυτής στις 6.6.2019, το αργότερο μέχρι τις 10.6.2019, ημερομηνία, η οποία συνέπιπτε με την τελευταία ημέρα της εικοσαήμερης προθεσμίας για την άσκηση του, εν λόγω, ενδίκου μέσου. Επομένως, ο ισχυρισμός, ότι η αίτηση αναιρέσεως ασκήθηκε εκπροθέσμως για λόγους ανώτερης βίας, είναι αβάσιμος, εντεύθεν δε η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ. 1, 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ »
Η απόφαση του δικαστηρίου είναι νομικά ορθή. Για τις εκλογές της 2-6-2019 με την αριθμ.πρωτ. οικ.27002/6-5-2019 εγκύκλιο του Υπουργού Δικαιοσύνης που απευθύνεται στα δικαστήρια, στους δικηγορικούς, συμβολαιογραφικούς συλλόγους και συλλόγους δικαστικών επιμελητών της χώρας αναφέρονταν τα εξής: «Εν όψει της διενέργειας των ευρωεκλογών, καθώς και των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών στις 26 Μαΐου 2019 και των επαναληπτικών δημοτικών και περιφερειακών εκλογών στις 2 Ιουνίου 2019, σας γνωρίζουμε ότι επιβάλλεται να ανασταλούν οι εργασίες των δικαστηρίων της Χώρας από την 22α Μαΐου 2019 έως και την 31η Μαΐου 2019. Στην περίπτωση διενέργειας επαναληπτικών δημοτικών και περιφερειακών εκλογών σε περιφέρεια Πρωτοδικείου, η αναστολή παρατείνεται μέχρι την 5η Ιουνίου 2019. Ποινικές δίκες που θα αρχίσουν στο ακροατήριο πριν από την 22α Μαΐου 2019 και δεν θα περατωθούν την ίδια μέρα, συνεχίζονται μετά την 5η Ιουνίου 2019».
Δεν προβλέπεται από καμία διάταξη ότι αναστέλλονται οι πάσης φύσεως δικονομικές προθεσμίες, γεγονός που σημαίνει ότι, ενόσω τα δικαστήρια αναστέλλουν τη λειτουργία τους λόγω της εκλογικής διαδικασίας, οι προθεσμίες τρέχουν. Αυτό αποτελεί ένας γεγονός που, ίσως, χρειάζεται νομοθετική ρύθμιση, όταν όλοι οι παράγοντες της δικαιοσύνης, δικαστές, εισαγγελείς, γραμματείς, δικηγόροι είναι απασχολημένοι με την εκλογική διαδικασία, ενώ οι γραμματείς και δικηγόροι, κατά κύριο λόγο, διορίζονται δικαστικοί αντιπρόσωποι. Μια ολιγοήμερη αναστολή προθεσμιών, στην προκειμένη περίπτωση, ιδίως εκείνων που είναι ασφυκτικές στον ΚΠΔ, θα ήταν χρήσιμη, χωρίς να δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα.
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ