Στο δέκατο ένατο κεφάλαιο του νέου ΠΚ με τον τίτλο «Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής» μία από τις αλλαγές στα εγκλήματα του κεφαλαίου είναι η αντικατάσταση της λέξης «ασελγούς» με την λέξη «γενετήσιας» πράξης στις περιγραφόμενες στο νόμο αξιόποινες πράξεις.
Στο άρθρο 336 παρ. 2. Ορίζεται ότι: «Γενετήσια πράξη είναι η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας µε αυτήν πράξεις».
Υπό το καθεστώς των διατάξεων του προϊσχύσαντος ΠΚ, ως ασελγείς πράξεις νοούνται όχι μόνο η συνουσία ή η παρά φύση ασέλγεια, αλλά και κάθε άλλη ασελγής πράξη, η οποία κατατείνει στη διέγερση και ικανοποίηση της γενετήσιας επιθυμίας του δράστη, όπως οι ψαύσεις και οι θωπείες των γεννητικών οργάνων ή άλλων απόκρυφων μερών του σώματος του ανηλίκου, ήτοι σοβαρές προσβολές της γενετήσιας ελευθερίας του θύματος, οι οποίες κατατείνουν στην ικανοποίηση ή διέγερση της γενετήσιας επιθυμίας του δράστη, διακρινόμενες από τη συνουσία κατά φύση (ΟλΑΠ 3/2018,ΑΠ 785/2012, ΑΠ 560/2010). Ασελγής πράξη αποτελούσε όχι μόνον η συνουσία και η παρά φύση ασέλγεια, αλλά και η ψαύση και οι θωπείες των γεννητικών οργάνων ή άλλων απόκρυφων μερών του σώματος, η επαφή των γεννητικών οργάνων του δράστη στα γεννητικά όργανα του ανήλικου, ο εναγκαλισμός και η καταφίληση στο πρόσωπο και το σώμα του παιδιού, εφόσον κατατείνουν στη διέγερση ή ικανοποίηση της γενετήσιας επιθυμίας του δράστη, αφού και αυτές προσβάλλουν την αγνότητα της παιδικής ηλικίας. Ο χαρακτηρισμός της πράξης ως ασελγούς εξαρτάται και από τις ειδικές περιστάσεις αυτής, του τόπου, του χρόνου και του τρόπου τέλεσής της, αλλά και των ιδιοτήτων των προσώπων μεταξύ των οποίων αυτή τελέστηκε (ΑΠ 399/2003 ΠοινΧρ ΝΔ.30, ΑΠ 272/2002 ΠοινΧρ ΝΒ.914, ΑΠ 1170/1999 ΠοινΧρ Ν 608, ΑΠ 1454/1998 ΠοινΧρ ΜΘ.825).
Πρόσφατη νομολογία. Κατά τη σύνταξη του νέου Ποινικού Κώδικα, προτιμήθηκε γενικώς από τον νομοθέτη στη θέση του όρου “ασελγής», η χρήση του όρου “γενετήσια», επειδή, όπως αναφέρεται σχετικά στην Αιτιολογική Έκθεση «… πρόκειται για έννοια, η οποία ορίζει τόσο τη διαδικασία της αναπαραγωγής (γένεσις) όσο και τις σχετικές ή παράλληλες με αυτήν πράξεις, διαθέσεις και ορμές, της ερωτικής ζωής των ανθρώπων. Λόγω της “γενικότητάς” της υιοθετήθηκε στη σύγχρονη επιστημονική και κοινή γλώσσα». Μάλιστα, ο ίδιος ο νομοθέτης, στην παράγραφο 2 του άρθρου 336 του νέου ΠΚ, όπως προαναφέρθηκε, ορίζει ότι “Γενετήσια πράξη είναι η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας με αυτήν πράξεις», ενώ επεξηγείται στην ίδια Αιτιολογική Έκθεση ότι ο όρος “γενετήσια πράξη», έχει την έννοια που προσδιορίζει η νομολογία και η επιστήμη. Πρόκειται για τη συνουσία και άλλες πράξεις με την ίδια βαρύτητα από πλευράς προσβολής του εννόμου αγαθού της γενετήσιας ελευθερίας, όπως είναι η “παρά φύσιν” συνεύρεση ….». Κατά τις παραπάνω διατάξεις, η ποινικοποίηση των πράξεων κατά της γενετήσιας ελευθερίας πρέπει να αφορά όχι μόνο τη “διάπραξη μη συναινετικής, κολπικής ή στοματικής διείσδυσης σεξουαλικού χαρακτήρα στο σώμα άλλου ατόμου, με τη χρησιμοποίηση οποιουδήποτε οργάνου του σώματος ή αντικειμένου», αλλά και “τη διάπραξη άλλων μη συναινετικών πράξεων σεξουαλικού χαρακτήρα». Και τούτο διότι από όλα τα προαναφερόμενα καταφαίνεται ότι κύριος γνώμονας για το εάν μια πράξη πρέπει να χαρακτηριστεί ως “γενετήσια” είναι η ένταση της προσβολής του εννόμου αγαθού της γενετήσιας ελευθερίας του θύματος και κατά συνέπεια, πράξεις με έντονο σεξουαλικό χαρακτήρα, όπως είναι η ψαύση και οι θωπείες των γεννητικών οργάνων του ανηλίκου, η εκσπερμάτωση επί του σώματος του θύματος, η διενέργεια και η απαίτηση διενέργειας πεολειχίας ή αυνανισμού, επαφές των γεννητικών οργάνων του δράστη με τα γεννητικά όργανα του θύματος, οι οποίες κατατείνουν στη γενετήσια ικανοποίηση αυτού και την προσβολή της γενετήσιας ελευθερίας του θύματος, θεωρούνται γενετήσιες πράξεις κατά τον νέο ΠΚ. Υπό το πρίσμα αυτό, ο όρος της “γενετήσιας πράξης” του νέου Ποινικού Κώδικα δεν παρεκκλίνει ουσιωδώς από τον όρο της “ασελγούς πράξης” του παλαιού ποινικού Κώδικα, όπως ερμηνευόταν, υπό την αυστηρή του εκδοχή, από τη μέχρι τώρα νομολογία των Δικαστηρίων. Τα παραπάνω είναι σύμφωνα και με το άρθρο 36§§1 και 2 της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, που κυρώθηκε με τον Ν.4531/2018 ‘‘Κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας”, η οποία έχει υπερνομοθετική ισχύ. (ΑΠ 241/2020).
Από την επισκόπηση των διατάξεων του δέκατου ένατου κεφαλαίου του ΠΚ με τίτλο “Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής”, προκύπτει ότι προτιμήθηκε γενικώς από τον νομοθέτη κατά τη σύνταξη του νέου ΠΚ ο όρος “γενετήσια πράξη” επειδή, όπως αναφέρεται σχετικά στην Αιτιολογική Έκθεση “…πρόκειται για έννοια, η οποία ορίζει τόσο τη διαδικασία της αναπαραγωγής (γένεσις) όσο και τις σχετικές ή παράλληλες με αυτήν πράξεις, διαθέσεις και ορμές, την ερωτική ζωή των ανθρώπων. Λόγω της “γενικότητας” της υιοθετήθηκε στη σύγχρονη επιστημονική και κοινή γλώσσα”. Μάλιστα, ο ίδιος ο νομοθέτης στην παράγραφο 2 του άρθρου 336 του νέου ΠΚ ορίζει ότι “Γενετήσια πράξη είναι η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας με αυτήν πράξεις”, ενώ στην Αιτιολογική Έκθεση επεξηγείται ότι “Ο όρος γενετήσια πράξη”, έχει την έννοια που προσδιορίζει η νομολογία και η επιστήμη. Πρόκειται για τη συνουσία και άλλες πράξεις με την ίδια βαρύτητα από πλευράς προσβολής του εννόμου αγαθού της γενετήσιας ελευθερίας, όπως είναι η “παρά φύσιν” συνεύρεση……”. Ο κύριος γνώμονας για το εάν μια πράξη πρέπει να χαρακτηριστεί ως “γενετήσια” είναι η ένταση της προσβολής του εννόμου αγαθού της γενετήσιας ελευθερίας του θύματος. Κατά συνέπεια, πράξεις με έντονο σεξουαλικό χαρακτήρα, όπως είναι η ψαύση και οι θωπείες των γεννητικών οργάνων του ανηλίκου, οι οποίες κατατείνουν στη γενετήσια ικανοποίηση του δράστη και την προσβολή της γενετήσιας ελευθερίας του θύματος, θεωρούνται γενετήσιες πράξεις κατά τον νέο ΠΚ. Τα παραπάνω είναι σύμφωνα και με το άρθρο 36 παρ. 1 και 2 της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, που κυρώθηκε με τον Ν. 4531/2018 και έχει υπερνομοθετική ισχύ. Κατά την εν λόγω διάταξη, η ποινικοποίηση των πράξεων κατά της γενετήσιας ελευθερίας πρέπει να αφορά όχι μόνο τη “διάπραξη μη συναινετικής, κολπικής ή στοματικής διείσδυσης σεξουαλικού χαρακτήρα στο σώμα άλλου ατόμου με τη χρησιμοποίηση οποιουδήποτε οργάνου του σώματος ή αντικειμένου” αλλά και “τη διάπραξη άλλων μη συναινετικών πράξεων σεξουαλικού χαρακτήρα”. Υπό το πρίσμα αυτό, ο όρος της “γενετήσιας πράξης” δεν παρεκκλίνει ουσιωδώς από τον προαναφερθέντα ορισμό της “ασελγούς πράξης” όπως ερμηνευόταν, υπό την αυστηρή της εκδοχή, από τη μέχρι τώρα νομολογία των δικαστηρίων στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, στα οποία περιλαμβάνονται και οι περιπτώσεις των προαναφερομένων διατάξεων των άρθρων 339 παρ. 1 και 342 παρ. 1 ΠΚ (ΑΠ 478/2020 και ΑΠ 1/2020).
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ