Το κρίσιμο ζήτημα που κλήθηκε να επιλύσει ο Άρειος Πάγος σε δύο παρόμοιες υποθέσεις ήταν:
Α Υπόθεση. «να αποφανθεί για την αίτηση του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, προκειμένου το Δικαστήριο να αποφασίσει αν συντρέχει λόγος για εξαίρεση των δικαστικών λειτουργών α) Α. Θ., Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, β) Α. Π., Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, γ) Γ. Α., τ. Αρεοπαγίτη, δ) Ε. Κ., τ. Αρεοπαγίτη, ε) Π. Π., Αρεοπαγίτη και στ) Π. Μ., τ. Αντεισαγγελέως Αρείου Πάγου, από την εκδίκαση μελλοντικών υποθέσεων του Α. Α. Λ. του Γ., τ. Μητροπολίτη Κ., που έχουν σχέση με την από 2-2-2021 αγωγής κακοδικίας του, βάσει του με αριθμό πρωτ. ΧΚ17/4-2-2021 εγγράφου της Προέδρου του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 99 του Συντάγματος, με αντίγραφο αυτής που απευθύνεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 145/2021» και
Β Υπόθεση: «αν συντρέχει λόγος εξαιρέσεως των εναγομένων: 1) Δ. Γ., 2) Δ. Μ., 3) Ε. Ε., 4) Μ. Κ., 5) Ε. Τ. και 6) Ι. Ν. από την εκδίκαση μελλοντικών υποθέσεων της ενάγουσας Ε. Τ. του Λ., που άσκησε αγωγή κακοδικίας κατ’ αυτών, η οποία κατατέθηκε στις 6-11-2020 και με αριθμό κατάθεσης 11/2020 στο Ειδικό Δικαστήριο Εκδικάσεως Αγωγών Κακοδικίας. Οι ανωτέρω δικαστικοί λειτουργοί ήσαν μέλη του Ζ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου και ο Ι. Ν. παρέστη ως Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, στο τμήμα αυτό που εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 445/2020 απόφαση. Η υπόθεση αυτή εισήχθη με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ΧΚ 48/9.11.2020 έγγραφο της Προέδρου του Ειδικού Δικαστηρίου Εκδικάσεως Αγωγών Κακοδικίας, απευθυνόμενο προς την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 393/2021».
Σχετικές διατάξεις για τη διαβίβαση της υπόθεσης προς κρίση: «Κατά τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 4 του ν.693/1977 “περί εκδικάσεως αγωγών κακοδικίας”, που προστέθηκε με το άρθρο 34 του ν. 1366/1983, ” Μετά την άσκηση της αγωγής κακοδικίας κρίνεται υποχρεωτικά και σύμφωνα με τις αντίστοιχες δικονομικές διατάξεις από το κατά περίπτωση αρμόδιο πολιτικό, ποινικό ή διοικητικό δικαστήριο ή δικαστικό συμβούλιο, αν συντρέχει λόγος εξαιρέσεως του εναγόμενου, ως προς μελλοντικές πράξεις στην υπόθεση που αφορά η αγωγή. Για τον σκοπό αυτό ο Πρόεδρος του Ειδικού Δικαστηρίου Κακοδικίας, μέσα στις επόμενες δύο εργάσιμες ημέρες από την κατάθεση της αγωγής, αποστέλλει αντίγραφό της, στο δικαστικό όργανο που είναι αρμόδιο να εισάγει αιτήσεις εξαίρεσης ή να προτείνει την εξαίρεση. Η άσκηση αγωγής κακοδικίας ή η υποβολή αίτησης για εξαίρεση, κατά του παραπάνω δικαστικού οργάνου ή κατά του δικαστηρίου ή του δικαστικού συμβούλου, που θα κρίνει για την εξαίρεση, ποτέ δεν εμποδίζει την πρόοδο της διαδικασίας της εξαίρεσης “».
Λόγοι εξαίρεσης. «Κατά τη διάταξη του άρθρου 15 ΚΠΔ ” Όλα τα δικαστικά πρόσωπα του προηγούμενου άρθρου είναι εξαιρετέα, αν συντρέχουν οι λόγοι αποκλεισμού του άρθρου αυτού ή αν προκάλεσαν ή προκαλούν υπόνοιες μεροληψίας, δηλαδή αν υπάρχουν γεγονότα που μπορούν να δικαιολογήσουν εμφανώς δυσπιστία για την αμεροληψία τους”. Με τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, διασφαλίζεται το δικαίωμα του προσώπου να δικασθεί η υπόθεσή του με δίκαιο τρόπο, από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο, σύμφωνα με την αρχή της δίκαιης δίκης, αφού προβλέπεται η εξαίρεση των δικαστών και των εισαγγελέων, αν προκαλούν υπόνοιες μεροληψίας. Οι υπόνοιες μεροληψίας, κατά τη σαφή έννοια της διάταξης του άρθρου 15 ΚΠΔ, πρέπει να στηρίζονται σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, ικανά να δικαιολογήσουν αντικειμενικά και μάλιστα εμφανώς και όχι υποκειμενικά, κατά την αντίληψη του αιτούμενου την εξαίρεση, δυσπιστία για την αμεροληψία του δικαστικού προσώπου, τέτοια δε γεγονότα δεν μπορεί να θεωρηθούν, δυσμενείς, σε σχέση με τις απόψεις εκείνου που ζητεί την εξαίρεση, κρίσεις ή νομικές γνώμες, που εξέφρασε το δικαστικό πρόσωπο κατά την εκτέλεση των δικαστικών καθηκόντων του (Α.Π. 69/2018, 578/2017, 231/2005, 84/2005).»
Κρίση του Αρείου Πάγου: Α. Υπόθεση «Στην προκείμενη περίπτωση, εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου σε Συμβούλιο, το υπ’ αριθμ. πρωτ. ΧΚ17/2021 και χρονολογία 4 Φεβρουαρίου 2021 έγγραφο της Προέδρου του Ειδικού Δικαστηρίου Εκδικάσεως Αγωγών Κακοδικίας, συνοδευόμενο με την υπ’ αριθμό Κ2 και χρονολογία 3.2.2021 αγωγή κακοδικίας του Α.-Α. Λ. του Γ., τ. Μητροπολίτη Κ, στρεφόμενης κατά των μελών της συνθέσεως του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, που εξέδωσε την υπ’ αριθμό 858/2020 απόφασή του και συγκεκριμένα της προέδρου του, Α. Θ., Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, των μελών του, Α. Π. Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, Γ. Α., τ. Αρεοπαγίτη, Ε. Κ., τ. Αρεοπαγίτη, Π. Π., Αρεοπαγίτη και Π. Μ., τ. Αντεισαγγελέως Αρείου Πάγου, προκειμένου το Δικαστήριο να αποφασίσει, αν συντρέχει λόγος για εξαίρεση των ως άνω προσώπων, από την εκδίκαση μελλοντικών υποθέσεων, που έχουν σχέση με την αγωγή αυτή κακοδικίας. Οι εκ των εναγομένων, Γ. Α., Ε. Κ. και Π. Μ., δεν υπηρετούν πλέον, λόγω ορίου ηλικίας, όπως προκύπτει από τα με αριθμ. πρωτ ΕΠ2/11.2.2021 και ΔΥ/11.2.2021 έγγραφα του Αρείου Πάγου και της Εισαγγελίας Αρείου Πάγου, αντίστοιχα και, ως εκ τούτου, η υπόθεση είναι άνευ αντικειμένου ως προς αυτούς. Όσον αφορά τους λοιπούς εναγομένους, με την απόφαση αυτή του Αρείου Πάγου αναιρέθηκε εν μέρει η υπ’ αριθμ. 47 και 49/2029 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αιγίου, ως προς την καταδίκη του ενάγοντος (τότε αναιρεσείοντος) για την πράξη του άρθρου 196 του προϊσχύσαντος ΠΚ, κηρύχθηκε αθώος αυτός για την εν λόγω πράξη και απαλείφθηκε η επιβληθείσα γι’ αυτήν ποινή, ενώ απορρίφθηκε κατά τα λοιπά, η από 26.9.2019 αίτηση του για αναίρεση της προαναφερθείσας αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αιγίου, καθώς και οι από 11.11.2019 και 18.12.2019 πρόσθετοι και συμπληρωματικοί πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης. Με την ως άνω αγωγή του, ο ενάγων υποστηρίζει ότι από βαρεία αμέλεια των εναγομένων απορρίφθηκαν οι αναφερόμενοι στην αγωγή λόγοι αναίρεσης που είχε προβάλει, όπως οι λόγοι αυτοί αναλύονται διεξοδικά και στην εν λόγω αγωγή. Από την επισκόπηση της ως άνω με αριθ.858/2020 απόφασης του Αρείου Πάγου προκύπτει ότι το Δικαστήριο προέβη σε διαφορετική νομική αξιολόγηση των λόγων αναίρεσης και των ισχυρισμών του ενάγοντος (τότε αναιρεσείοντος) από εκείνη που ο ίδιος επικαλείται και έτσι απέρριψε τους διαλαμβανόμενους και στην αγωγή λόγους αναίρεσης, οι οποίοι, κατά τους ισχυρισμούς του τελευταίου (ενάγοντος) έπρεπε να γίνουν δεκτοί. Η διατύπωση με την απόφαση που προαναφέρθηκε, νομικής άποψης αντίθετης με εκείνη του ενάγοντος, δεν μπορεί αντικειμενικά να στηρίξει υπόνοιες μεροληψίας των δικαστών, οι οποίοι εξέφρασαν την κρίση τους και μόνο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, χωρίς να προκύπτει οποιοδήποτε στοιχείο ότι ωθήθηκαν από άλλα αίτια. Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο πρέπει να αποφασίσει, ότι δεν συντρέχει περίπτωση εξαίρεσης των ως άνω εν ενεργεία Δικαστικών Λειτουργών, από την εκδίκαση μελλοντικών υποθέσεων του ενάγοντος Α. Α. Λ. του Γ., που έχουν σχέση με την υπ’ αριθμό Κ2/3.2.2021 αγωγή του κακοδικίας. – Αποφαίνεται ότι δεν συντρέχει περίπτωση εξαίρεσης των δικαστικών λειτουργών από την εκδίκαση μελλοντικών υποθέσεων του Α.-Α. Λ. του Γ. τ. Μητροπολίτη Κ, που έχουν σχέση με την υπ’ αριθμό Κ2/3.2.2021 αγωγή του κακοδικίας, στρεφόμενης και κατά των ως άνω Δικαστικών Λειτουργών» Όμοια και η εισαγγελική πρόταση. ΣυμβΑΠ 459/2021
Β. Υπόθεση: «Στην προκείμενη περίπτωση η ενάγουσα Ε. Τ. άσκησε στις 6-11-2020 αγωγή κακοδικίας κατά των μελών της συνθέσεως του Ζ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που εξέδωσε την υπ’ αρ. 445/2020 απόφαση και συγκεκριμένα κατά των: 1) Δ. Γ., τ. Αρεοπαγίτη, 2) Δ. Μ., Αρεοπαγίτη, 3) Ε. Ε., τ. Αρεοπαγίτη, 4) Μ. Κ., Αρεοπαγίτη, 5) Ε. Τ., Αρεοπαγίτη και 6) Ι. Ν., Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε η από 4-12-2019 αίτηση της ενάγουσας μετά των από 10-2-2020 πρόσθετων λόγων αυτής, για αναίρεση της υπ’ αρ. 3455/2019 αποφάσεως του Ζ’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, που δίκασε κατ’ έφεση. Με την άνω αγωγή της η ενάγουσα υποστηρίζει ότι οι εναγόμενοι από βαριά αμέλεια απέρριψαν τον αναφερόμενο στην αγωγή πρόσθετο λόγο αναιρέσεως που είχε προβάλει παραδεκτώς, με αποτέλεσμα να επικυρώσουν την καταδικαστική απόφαση, ενώ θα έπρεπε -κατ’ αυτήν- να τύχει εφαρμογής ο Ν 4411/2016 και να παύσει υφ’ όρον η ποινική της δίωξη. Και όσον αφορά μεν τους εναγομένους Δ. Γ. και Ε. Ε. δεν τίθεται θέμα εξαιρέσεως, αφού αυτοί οι δικαστικοί λειτουργοί έχουν πλέον αφυπηρετήσει, συμπληρώσαντες το όριο ηλικίας, ως προκύπτει από το υπ’ αρ. ΕΠ 3/21 έγγραφο του Αρείου Πάγου. Όσον αφορά δε τους λοιπούς εναγομένους, από την επισκόπηση της αποφάσεως του Αρείου Πάγου, στην έκδοση της οποίας αυτοί συμμετείχαν, προκύπτει ότι το Δικαστήριο προέβη σε διαφορετική νομική αξιολόγηση του συγκεκριμένου λόγου αναιρέσεως, καθώς και των λοιπών λόγων, από εκείνη που η ενάγουσα επικαλείται και έτσι απέρριψε τόσο αυτόν το λόγο, όπως και όλους τους λοιπούς, παρά την εκφρασθείσα αντίθετη άποψη εκείνης. Η διατύπωση, επομένως, με την απόφαση νομικής απόψεως αντίθετης προς εκείνη της ενάγουσας δεν θεμελιώνει γεγονός κατά την έννοια του άρθρου 15 ΚΠΔ που μπορεί αντικειμενικά να δικαιολογήσει εμφανή δυσπιστία για την αμεροληψία των ανωτέρω δικαστικών προσώπων, τα οποία εξέφρασαν την κρίση τους και μόνο, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, χωρίς να συνάγεται οποιοδήποτε στοιχείο ότι η κρίση τους αυτή επηρεάστηκε από άλλα αίτια ή ότι επέδειξαν βαριά αμέλεια. Συνεπώς το Δικαστήριο, που συνεδριάζει σε Συμβούλιο, πρέπει να αποφανθεί ότι δεν συντρέχει λόγος εξαιρέσεως των ανωτέρω τριών Δικαστών και του Αντεισαγγελέα από την εκδίκαση μελλοντικών υποθέσεων της ενάγουσας που έχουν σχέση με την άνω αγωγή. Αποφαίνεται ότι δεν συντρέχει περίπτωση εξαίρεσης των δικαστικών λειτουργών από την εκδίκαση μελλοντικών υποθέσεων της ενάγουσας Ε. Τ. του Λ., κατοίκου … (οδός … αρ. …), που έχουν σχέση με την υπ’ αρ. κατ. 11/6-11-2020 αγωγή κακοδικίας κατά των ανωτέρω δικαστών και Αντεισαγγελέα » Όμοια και η εισαγγελική πρόταση. ΣυμβΑΠ 504/2021
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ