fbpx

Η χρηματική ποινή των ειδικών ποινικών νόμων και ζητήματα περάτωσης κυρίας ανάκρισης – Άρθρα 308 και 309 ΚΠΔ

Χρόνος ανάγνωσης 6 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 6 λεπτά

Δείτε επίσης

Σχετικές διατάξεις :Άρθρο 29 παρ.5-8 του Ν 4251/2014 Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης κλπ διατάξεις  «Υποχρεώσεις ιδιωτών και υπαλλήλων – Κυρώσεις ………………………………………………………………………………………………………………….

  1. Όποιος διευκολύνει την είσοδο στο ελληνικό έδαφος ή την έξοδο από αυτό πολίτη τρίτης χώρας, χωρίς να υποβληθεί στον έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 5, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Αν ο ανωτέρω ενήργησε εκ κερδοσκοπίας ή κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή το έγκλημα τελείται από δύο (2) ή περισσότερους από κοινού, επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.
  2. Όποιος διευκολύνει την παράνομη διαμονή πολίτη τρίτης χώρας ή δυσχεραίνει τις έρευνες των αστυνομικών αρχών για εντοπισμό, σύλληψη και απέλαση του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή τουλάχιστον πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Αν ο ανωτέρω ενήργησε εκ κερδοσκοπίας, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Με τις ανωτέρω ποινές τιμωρείται και όποιος προσκαλεί πρόσωπα με «Επιχειρηματική Πρόσκληση» στην Ελληνική Επικράτεια, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 5, με σκοπό την παραβίαση της μεταναστευτικής νομοθεσίας και των κείμενων ευρωπαϊκών διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν που αφορούν στην είσοδο και διαμονή πολιτών τρίτων χωρών. (Το τελευταίο εδάφιο της παρ.6 προστέθηκε με το άρθρου 12 Ν.4652/2020, ΦΕΚ Α 9/23.01.2020).
  3. Όποιος παράνομα κατέχει ή χρησιμοποιεί γνήσιο διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο άλλου προσώπου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος παρακρατεί διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο άλλου προσώπου ή αρνείται να παραδώσει τούτο στην αρμόδια υπηρεσία. Με την ίδια, επίσης, ποινή τιμωρείται όποιος κατέχει ή χρησιμοποιεί πλαστό διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο.
  4. Ο υπεύθυνος γραφείου ταξιδιών ή μετανάστευσης ή οποιοσδήποτε άλλος υποβάλλει για λογαριασμό τρίτου στην αρμόδια αρχή δικαιολογητικά εκδόσεως ταξιδιωτικού εγγράφου, με στοιχεία που δεν ανταποκρίνονται στην ταυτότητα του προσώπου αυτού, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και εκείνος, για λογαριασμό του οποίου υποβάλλονται τα δικαιολογητικά. Με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη επιβάλλεται και τρίμηνη αφαίρεση της άδειας λειτουργίας του γραφείου και, σε περίπτωση υποτροπής, οριστική αφαίρεση της άδειας αυτής.»

Άρθρο 30 παρ. 1 τουΝ 4251/2014 «Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης κ.λπ. διατάξεις» Υποχρεώσεις μεταφορέων – Κυρώσεις 1. Πλοίαρχοι ή κυβερνήτες πλοίου, πλωτού μέσου ή αεροπλάνου και οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου που μεταφέρουν από το εξωτερικό στην Ελλάδα πολίτες τρίτων χωρών, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος ή στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και αυτοί που τους παραλαμβάνουν από τα σημεία εισόδου, τα εξωτερικά ή εσωτερικά σύνορα, για να τους προωθήσουν στο εσωτερικό της χώρας ή στο έδαφος κράτους – μέλους της Ε.Ε. ή τρίτης χώρας ή διευκολύνουν τη μεταφορά τους ή εξασφαλίζουν σε αυτούς κατάλυμα για απόκρυψη, τιμωρούνται:

 α. με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή  τριάντα χιλιάδων (30.000) έως εξήντα χιλιάδων (60.000 ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, (Οι λέξεις «δέκα χιλιάδων (10.000) έως τριάντα χιλιάδων (30.000)» της περ.α` αντικαταστάθηκαν ως άνω με το άρθρο 12 περ.4 Ν.4637/2019, ΦΕΚ Α 180/18.11.2019.)

 β. με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή εξήντα χιλιάδων (60.000) έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν ο υπαίτιος ενεργεί εκ κερδοσκοπίας, κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή είναι υπότροπος ή έχει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου ή τουριστικού ή ναυτιλιακού ή ταξιδιωτικού πράκτορα ή αν δύο ή περισσότεροι ενεργούν από κοινού,(Οι λέξεις «τριάντα χιλιάδων (30.000) έως εξήντα χιλιάδων (60.000)»  της περ.β΄ αντικαταστάθηκαν ως άνω με το άρθρο 12 περ.5 Ν.4637/2019, ΦΕΚ Α 180/18.11.2019.)

γ. με κάθειρξη τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο,

 δ. με ισόβια κάθειρξη και χρηματική ποινή τουλάχιστον επτακοσίων χιλιάδων (700.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν στην περίπτωση γ επήλθε θάνατος.»

Άρθρο 309 παρ. 1 εδ. α ΚΠΔ «Περάτωση της κύριας ανάκρισης κατ’ εξαίρεση. 1. Κατ’ εξαίρεση, στις περιπτώσεις των κακουργημάτων: του Ν.Δ. 86/1969, των νόμων 998/1979, 2168/1993, 2960/2001, 4002/2011 (άρθρο 52), 4139/2013, 4174/2013 και 4251/2014, καθώς και των άρθρων 374 και 380 ΠΚ εφόσον η υπόθεση ανήκει στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του μονομελούς ή τριμελούς εφετείου,, μετά την περάτωση της ανάκρισης, η δικογραφία υποβάλλεται από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή 57 της υπόθεσης στο ακροατήριο και ότι δεν χρειάζεται να συμπληρωθεί η ανάκριση, προτείνει στον πρόεδρο εφετών να εισαχθεί η υπόθεση, μαζί με τα τυχόν ήσσονος βαρύτητας συναφή εγκλήματα, απευθείας στο ακροατήριο.»

Τρόπος περάτωσης της ανάκρισης στα κακουργήματα των άρθρων 29 και 30 του ν.4251/2014. Σύμφωνα με το άρθρο 30 παρ. 9 του ν. 4251/2014: «Για την εκδίκαση των κακουργημάτων που προβλέπονται στην παράγραφο 1, εκτός από αυτό της περίπτωσης δ, καθώς και στο άρθρο 29, αρμόδιο είναι το Μονομελές Εφετείο και εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 308Α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.» με τον νέο ΠΚ ενν. το άρθρο 309 ΚΠΔ.

Υπό εξέταση ζήτημα. Πώς θα περατωθεί η κυρία ανάκριση για κάποιον που κατηγορείται για το αδίκημα της ψευδούς βεβαίωσης 235 παρ. 2 εδ.α ΠΚ  που απειλείται με ποινή κάθειρξης και χρηματική ποινή έως χίλιες ημερήσιες μονάδες και για το αδίκημα του άρθρου 29 παρ. 5 εδ. β του ν. 4251/2014 που απειλείται με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον 10 ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον 50.000 ευρώ.

 Στην προκειμένη περίπτωση και στις δύο περιπτώσεις έχουμε για τη στερητική της ελευθερίας ποινή ανώτατη προβλεπόμενη ποινή 15 έτη (το γεγονός ότι στο 235 παρ. 2 εδ α ΠΚ το πλαίσιο ποινής είναι 5-15 έτη και στο άρθρο 29 παρ. 5 εδ β ν. 4251/2014 το πλαίσιο ποινής είναι 10-15 έτη, δηλαδή η δεύτερη διάταξη έχει μεγαλύτερο ελάχιστο όριο ποινής δεν καθιστά τη διάταξη «βαρύτερη πράξη» αφού στη σύγκριση δύο ποινικών διατάξεων εκείνο που συγκρίνεται είναι η το μέγιστο όριο της προβλεπόμενης ποινής βλ. ενδεικτικά ΑΠ 157/2020). Συνεπώς από πλευράς στερητικής της ελευθερίας ποινής τα δύο εγκλήματα είναι ίσης βαρύτητας.

Επειδή και τα δύο εγκλήματα προβλέπουν σωρευτικά και χρηματική ποινή, πρέπει να συγκριθούν και αυτές. Το 235 παρ. 2 εδ. α ΠΚ προβλέπει μέχρι 1000 χρηματικές μονάδες. Το ανώτατο όριο χρηματικής ποινής που θα μπορούσε να επιβληθεί στην περίπτωση αυτήν κατ’ άρθρο 57 ΚΠΔ είναι 1.000 Ημ.Μον. Χ 100 ευρώ (κάθε ΗΜ.Μον) = 100.000 ευρώ. Το άρθρο 29 παρ. 5 εδ. β του ν. 4251/2014 προβλέπει χρηματική ποινή τουλάχιστον 50.000 ευρώ. Εδώ δημιουργείται ένα ζήτημα αοριστίας ποινής αφού προβλέπει μόνο ελάχιστο όριο ΧΠ (50.000 €) χωρίς να προβλέπεται μέγιστο. Η ως άνω ποινή είναι αόριστη και ως εκ τούτου αντισυνταγματική (άρθρο 7 Συντ και άρθρο 1 ΠΚ).

 Συνεπώς η πράξη του άρθρου 235 παρ. 2 εδ. α ΠΚ είναι η βαρύτερη από τις δύο συρρέουσες πράξεις, επομένως η περάτωση της ανάκρισης θα γίνει κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 308 ΚΠΔ με έκδοση βουλεύματος και παραπομπή στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων.

Νομοθετική ρύθμιση. Το ζήτημα με την πρόβλεψη των χρηματικών ποινών στο ν.4251/2014, που σε ορισμένες διατάξεις του (άρθρα 29 και 30) προβλέπει μόνο τα ελάχιστα όρια της επαπειλούμενης χρηματικής ποινής, πρέπει άμεσα να αντιμετωπισθεί με νομοθετική ρύθμιση, διότι οι άνω διατάξεις (καθόσον αφορά τη χρηματική ποινή) προβλέπουν «αόριστες ποινές», χωρίς προσδιορισμό ελάχιστου και μέγιστου ορίου χρηματικής ποινής. Έχει παρατηρηθεί στην πράξη, όπου στις άνω διατάξεις ο νομοθέτης αναφέρει μόνο το ελάχιστο όριο της προβλεπόμενης χρηματικής ποινής, να εφαρμόζονται (εσφαλμένα) ως «κατ’ αποκοπή» χρηματικές ποινές,  ερμηνεύοντας (αυθαίρετα) το «τουλάχιστον» ως μοναδικό ύψος της επαπειλούμενης χρηματικής ποινής. Για να εκλείψουν τα φαινόμενα αυτά της ανεπίτρεπτης αοριστίας των ποινών, θα πρέπει να γίνει νομοθετική τροποποίηση με πρόβλεψη ελαχίστου και μεγίστου ορίου χρηματικής ποινής, όπως αυτό γίνεται στις άλλες παραγράφους των ιδίων άρθρων του ν 4251/2014. 

* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -