Η ποινική διαταγή είναι ένας καινούργιος θεσμός που προβλέπεται στον νέο ΚΠΔ. Στον προϊσχύσαντα ΚΠΔ υπήρχε μία παραπλήσια μορφή της διαδικασίας αυτής, στα άρθρα 414 έως 416 για τα πταίσματα και στο άρθρο 427 για τα πλημμελήματα, η εφαρμογή της οποίας, ωστόσο, στην πράξη δεν ήταν επιτυχής.
Διαφορά με ποινική συνδιαλλαγή και ποινική διαπραγμάτευση. Η διαδικασία έκδοσης ποινικής διαταγής διαφοροποιείται σαφώς από τις διαδικασίες της ποινικής συνδιαλλαγής (301,302 ΠΚ) ή της ποινικής διαπραγμάτευσης (303 ΚΠΔ), αφού σε αυτήν δεν υφίσταται συγκατάθεση του κατηγορουμένου για την ενεργοποίησή της ούτε προκαταβολική αποδοχή της έκβασής της, αλλά έκδοση απόφασης ερήμην του, την οποία ο κατηγορούμενος δικαιούται να μην την αποδεχθεί και να την προσβάλλει εκ των υστέρων, οδηγώντας την υπόθεση στο ακροατήριο και στην εκδίκασή της με βάση τις διατάξεις της τακτικής διαδικασίας.(Αιτιολ. έκθεση ΚΠΔ)
Που εφαρμόζεται (409 ΚΠΔ): Η ποινική διαταγή εκδίδεται μόνο στα ελαφρά πλημμελήματα αρμοδιότητας Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, για τα οποία απειλείται ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους ή χρηματική ποινή ή και οι δύο ποινές.
Προϋποθέσεις έκδοσης της ποινικής διαταγής (409 ΚΠΔ): Αν ο εισαγγελέας που ασκεί την ποινική δίωξη κρίνει ότι το υφιστάμενο αποδεικτικό υλικό δεν καθιστά αναγκαία τη διεξαγωγή ακροαματικής διαδικασίας για την περαιτέρω διακρίβωση των περιστατικών που θεμελιώνουν την ενοχή του κατηγορουμένου, υποβάλλει αίτηση για την έκδοση ποινικής διαταγής συντάσσοντας κατηγορητήριο.
Αρμοδιότητα έκδοσης της ποινικής διαταγής. (410 ΚΠΔ) Η αίτηση του εισαγγελέα υποβάλλεται στον δικαστή και, αν ο τελευταίος θεωρεί ότι τα στοιχεία που προσκομίζονται είναι επαρκή για την ενοχή του κατηγορουμένου, (δηλαδή ο δικαστής εκτιμάει ότι το αποδεικτικό υλικό εγγίζει τη βεβαιότητα πιθανολόγησης της ενοχής του κατηγορουμένου), εκδίδει χωρίς προηγούμενη ακρόαση του κατηγορουμένου σε δημόσια συνεδρίαση ποινική διαταγή, με την οποία επιβάλλει σε αυτόν χρηματική ποινή μειωμένη τουλάχιστον κατά τα δύο τρίτα (2/3) σε σχέση με το οριζόμενο στον νόμο πλαίσιο ποινής ή ποινή φυλάκισης μέχρι τριών μηνών με υφ’ όρο αναστολή αυτής.
Πότε δεν εκδίδεται η ποινική διαταγή. (410 ΚΠΔ). Αν τα στοιχεία που υποβάλλονται στην κρίση του δικαστή δεν είναι επαρκή για την ενοχή του κατηγορουμένου, παραπέμπει την υπόθεση στην τακτική διαδικασία.
Περιεχόμενο ποινικής διαταγής (411 ΚΠΔ). Η ποινική διαταγή περιέχει τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 140 περ. α΄ έως γ΄, (140 α) τον τόπο, τον χρόνο της συνεδρίασης και τις διακοπές της, καθώς και την ώρα που ορίστηκε για κάθε επανάληψη, β) τα ονοματεπώνυμα των δικαστών, του εισαγγελέα και του γραμματέα, γ) το ονοματεπώνυμο και ό,τι άλλο συντελεί στην εξακρίβωση της ταυτότητας των διαδίκων, των εκπροσώπων τους και των συνηγόρων), ακριβή καθορισμό της πράξης για την οποία εκδόθηκε με μνεία του άρθρου του ποινικού νόμου που την προβλέπει και την ποινή που επιβλήθηκε.
Εκτέλεση ποινικής διαταγής (416 ΚΠΔ). Αν δεν προβληθούν εμπρόθεσμα αντιρρήσεις, η διαταγή που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 410 εκτελείται. Έφεση και αναίρεση εναντίον της δεν επιτρέπονται.
Αντιρρήσεις κατά της ποινικής διαταγής. (412 ΚΠΔ). Η άμυνα του κατηγορούμενου κατά της ποινικής διαταγής που εκδόθηκε σε βάρος τους είναι η υποβολή του ενδίκου βοηθήματος των αντιρρήσεων. Οι αντιρρήσεις αφορούν, κατά κύριο λόγο, την αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού, με βάση το οποίο εκδόθηκε η ποινική διαταγή.
Προθεσμία και τρόπος άσκησης αντιρρήσεων (412 ΚΠΔ). Κατά της ποινικής διαταγής εκείνος που καταδικάστηκε μπορεί να υποβάλλει, μέσα σε δέκα πέντε ημέρες από την επίδοσή της, αντιρρήσεις με έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας του δικαστηρίου που εξέδωσε τη διαταγή ή ο γραμματέας του ειρηνοδικείου του τόπου διαμονής του.
Συζήτηση στο ακροατήριο. (413 ΚΠΔ). Αν οι αντιρρήσεις προβληθούν εμπρόθεσμα σύμφωνα με το άρθρο 412, η απόφαση που εκδόθηκε ανατρέπεται και η υπόθεση εισάγεται για να συζητηθεί με την κοινή διαδικασία ύστερα από προηγούμενη κλήτευση του κατηγορουμένου (άρθρο 166, το οποίο ορίζει ότι: η προθεσμία εμφάνισης των διαδίκων, των μαρτύρων και πραγματογνωμόνων στο ακροατήριο ορίζεται σε δεκαπέντε ημέρες. Αν αυτός που κλητεύεται διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστης διαμονής, η προθεσμία αυτή είναι τριάντα ημερών, αν η διαμονή του βρίσκεται σε χώρα της Ευρώπης ή της Μεσογείου και εξήντα ημερών σε κάθε άλλη περίπτωση. Η προθεσμία αρχίζει την επομένη της επίδοσης και λήγει την προηγούμενη της ημέρας της δικασίμου.)
Μη δέσμευση από την απαγόρευση χειροτέρευσης (415 ΚΠΔ) Στην ποινική διαταγή εισάγεται μία εξαίρεση της αρχής της μη χειροτέρευσης(470) που ισχύει στα ένδικα μέσα και ένδικα βοηθήματα (463), αφού το δικαστήριο, που δικάζει τις αντιρρήσεις σε πρώτο βαθμό, δεν δεσμεύεται από τη διάταξη του άρθρου 470 του ΚΠΔ. Συνεπώς το Μονομελές Πλημμελειοδικείο, μετά την υποβολή αντιρρήσεων κατά της ποινικής διαταγής, εκδικάζοντας την υπόθεση, μπορεί να επιβάλει στον ένοχο της πράξης ποινικές κυρώσεις μεγαλύτερες από εκείνες που του είχαν επιβληθεί με την ποινική διαταγή.
Ένδικα μέσα. (414 ΚΠΔ). Κατά της απόφασης επί των αντιρρήσεων επιτρέπεται η άσκηση των ενδίκων μέσων που προβλέπονται από τον κώδικα (489επ., 504επ. ΚΠΔ).
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ