fbpx

Interna corporis

Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά

Δείτε επίσης

Κατ’ άρθρο 93 παρ. 4 Συντ. ο έλεγχος του κύρους των τυπικών νόμων είναι υποχρεωτικός για κάθε δικαστήριο. Ο έλεγχος αυτός είναι καταρχήν έλεγχος συμφωνίας των νόμων με το Σύνταγμα αλλά και έλεγχος συμβατότητας με υπερκείμενους κανόνες δικαίου, όπως είναι κατά βάση το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Διεθνές Δίκαιο. Ο παραπάνω έλεγχος δεν περιλαμβάνει την διαδικασία που προηγείται της εκδόσεως του νόμου. [Χρ. Ντουχάνης, Ο δικαστικός έλεγχος του κύρους των κανόνων δικαίου και ιδίως των κανονιστικών διοικητικών πράξεων, ΘΠΔΔ 8-9/2017,795]

Σύμφωνα με την κλασική θεωρία των εσωτερικών θεμάτων της βουλής που έχει χαρακτηριστεί ως θεωρία των interna corporis η παραβίαση των διαδικαστικού χαρακτήρα αδρανών κανόνων που αφορούν στην νομοθετική διαδικασία παραγωγής των κανόνων δικαίου δεν ελέγχεται δικαστικά [ΣτΕ Ολ: 71/1929, 27/1931, 380/1932, 543/1934, 611/1945, 1778/1963, 1270/1977, 1852/1977, 4129/1980, 3086/2011, 902/1981, ΣτΕ: 3193/1990, 2927/2004, 612/2006, 309/2010, ΑΠ 136/1935, ΑΠ 1619/1952, ΑΠ 1646/2008 κ.ά.] προκαλεί δε μόνο πολιτική ευθύνη και έχει συνταγματικές συνέπειες, όπως τη δυνατότητα αναπομπής ψηφισμένων νομοσχεδίων ή προτάσεων νόμου. Δεν ελέγχονται έτσι μεταξύ άλλων η κατάθεση της αιτιολογικής έκθεσης κατ’ άρθρο 74 παρ.1 που υποχρεωτικώς συνοδεύει κάθε νομοσχέδιο και πρόταση νόμου, η έκθεση υπουργών για την κάλυψη δαπάνης που προκύπτει από ένα νομοσχέδιο, ο χρόνος υποβολής των τροπολογιών. [Γ. Γεραπετρίτης, Σύνταγμα και Βουλή, Νομική Βιβλιοθήκη, 2012]

Ειδική περίπτωση αποτελεί η διάταξη του άρθρου 73 παρ. 2 εδ. δ΄ Συντ. σύμφωνα με την οποία νομοσχέδια που αναφέρονται στην απονομή της σύνταξης και στις προϋποθέσεις της πρέπει να είναι ειδικά. Εξαιρετικώς η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου έκανε δεκτό ότι ελέγχεται δικαστικά η παρείσφρηση συνταξιοδοτικών διατάξεων σε μη ειδικό νόμο (ΕλΣυν Ολ 1636/1992).

Συναφώς, ούτε η παραβίαση των διατάξεων που αφορούν στην καλή νομοθέτηση δεν ελέγχονται δικαστικά [Σπ. Βλαχόπουλος, Οι διαδικασίες προπαρασκευής, ψήφισης και παρακολούθησης της υλοποίησης των νόμων κατά το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής. Βασικά χαρακτηριστικά και ελλείμματα, constitutionalism.gr]

Επιλεγμένη νομολογία για την αξίωση στα αποκτήματα και την ελεύθερη ένωση:

ΣτΕ 360/2017: Προβάλλεται ότι η προσθήκη της επίμαχης διάταξης στο νομοσχέδιο του Ν 4257/2014 πριν ξεκινήσει η ψήφισή του στο σύνολό του δεν συνιστά «νομοτεχνική βελτίωση», όπως αναφέρθηκε κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στη Βουλή, αλλά ουσιώδη τροποποίηση διάταξης που είχε ψηφιστεί κατ’ άρθρο με εντελώς διαφορετική μορφή, κατά παράβαση του άρθρου 76 παρ. 1 του Συντάγματος που προβλέπει τον τρόπο συζήτησης και ψήφισης των νομοσχεδίων. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι όσα ως άνω προβάλλει ο αιτών δεν ανάγονται στα εξωτερικά στοιχεία του νόμου, αλλά στα interna corporis της Βουλής και, επομένως, δεν ελέγχονται από τα δικαστήρια (πρβλ. ΣτΕ 4789/2014, ΣτΕ 309/2010, ΣτΕ 1913/2003, ΣτΕ 444/1995 επτ., ΣτΕ Ολ 1721/1991).

ΣτΕ 1726/2016: Η αιτούσα προβάλλει περαιτέρω ότι η ως άνω ρύθμιση του Ν 4093/2012 παραβιάζει τις αρχές της λαϊ­κής κυριαρχίας και της αντιπροσωπεύσεως, όπως αυτές αποτυπώνονται στα άρθρα 72 παρ. 4, 73 παρ. 1, 76 παρ. 1 και 6 και 83 παρ. 1 του Συντάγματος, καθόσον: 1. Οι ρυθμίσεις του Ν 4093/2012 καταστρώνονται σε ένα μόνο άρθρο, παρά το γεγονός ότι με αυτόν ρυθμίζονται περισσότερα και διαφορετικά μεταξύ τους αντικείμενα, υπαγόμενα στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα περισσότερων Υπουργείων, με συνέπεια να καθίσταται αδύνατη η υπερψήφιση ή καταψήφιση κάθε αυτοτελούς κατά το περιεχόμενο ρυθμίσεως χωριστά και 2. Οι επίμαχες ρυθμίσεις είχαν καταψηφισθεί όταν είχαν εισαχθεί ως τροπολογία στο σχέδιο του μετέπειτα Ν 4092/2012, παρά δε την καταψήφισή τους επανήλθαν προς ψήφιση στο σχέδιο του Ν 4093/2012, δηλαδή μέσα σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι οι ως άνω πλημμέλειες της διαδικασίας ψηφίσεως της επίμαχης ρυθμίσεως που επικαλείται η αιτούσα δεν αναφέρονται στα εξωτερικά στοιχεία του νόμου αλλά στα interna corporis της Βουλής και, επομένως, δεν ελέγχονται από τα δικαστήρια. (ΣτΕ Ολ 1852/1977, ΣτΕ Ολ 902-3/1981, ΣτΕ Ολ 2151/2015, ΣτΕ 4129/1980, ΣτΕ 1721/1991, ΣτΕ 444/1995, ΣτΕ 2927/2004, ΣτΕ 444/1995, ΣτΕ 1913/2003, ΣτΕ 309/2010).

ΣτΕ 3783/2015: Προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση ότι η παραδεκτώς προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα, δεδομένου ότι ο Ν 3845/2010, κατ’ εξουσιοδότηση διατάξεως του οποίου έχει εκδοθεί, αντίκειται στο Σύνταγμα. Και τούτο διότι, αν και με τον εν λόγω νόμο κυρώνεται το προσαρτημένο σε αυτόν Μνημόνιο (αποτελούμενο από δύο εκ των αναφερθέντων στη σκέψη 7 τριών επιμέρους Μνημονίων, και ειδικότερα από το Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και το Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής), το οποίο αποτελεί διεθνή συμφωνία, η οποία συνήφθη μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, των κρατών – μελών της Ευρωζώνης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και με την οποία παραχωρούνται σε όργανα διεθνών οργανισμών αρμοδιότητες, που, κατά το Σύνταγμα, ασκούνται από την κυβέρνηση, το νομοθετικό σώμα και την εκτελεστική εξουσία, ο νόμος αυτός δεν έχει ψηφισθεί από την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών, κατά παράβαση του άρθρου 28 παρ. 2 του Συντάγματος (κατά το οποίο «Για να εξυπηρετηθεί σπουδαίο εθνικό συμφέρον και να προαχθεί η συνεργασία με άλλη κράτη, μπορεί να αναγνωρισθούν, με συνθήκη ή συμφωνία, σε όργανα διεθνών οργανισμών αρμοδιότητες που προβλέπονται από το Σύνταγμα. Για την ψήφιση νόμου που κυρώνει αυτή τη συνθήκη ή συμφωνία απαιτείται πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών»). Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι εξεταστέος, δοθέντος ότι το ζήτημα, το οποίο τίθεται με αυτόν, αν δηλαδή το Μνημόνιο έχει το χαρακτήρα διεθνούς συμφωνίας, με την οποία μεταβιβάζονται σε όργανα διεθνών οργανισμών αρμοδιότητες, που, κατά το Σύνταγμα, ασκούνται από όργανα της Ελληνικής Πολιτείας, αποτελεί όρο εφαρμογής της συνταγματικής διατάξεως του άρθρου 28 παρ. 2, μη αναγόμενο, επομένως, στα εσωτερικά (“interna corporis”) του νομοθετικού σώματος και, ως εκ τούτου, η συνδρομή του ελέγχεται δικαστικώς (βλ. ΣτΕ Ολ 668/2012 σκέψη 27· πρβλ. ΑΕΔ 11/2003, επίσης πρβλ. ΣτΕ Ολ 2304/1995).

* Η κ. Εύη Γαλάνη είναι Δικηγόρος, ΜΔΕ, Διδάσκουσα στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -