fbpx

Μαγνητοφώνηση των πρακτικών της ποινικής δίκης – Νομολογία

Χρόνος ανάγνωσης 6 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 6 λεπτά

Δείτε επίσης

Στο άρθρο 142Α του ΚΠΔ (με τον νεό ΚΠΔ 143), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 9 του Ν. 3346/2005, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση της πρώτης παραγράφου του με την παρ. 1 του άρθρου 33 του Ν.4055/2012, ορίζεται ότι: “1. Ενώπιον των δικαστηρίων, με εξαίρεση το πταισματοδικείο, μπορεί να εφαρμοστεί και το σύστημα τήρησης πρακτικών των συζητήσεων με φωνοληψία. 2. Η φωνοληπτική τήρηση των πρακτικών γίνεται από τον Γραμματέα του Δικαστηρίου και υπό τις οδηγίες του Δικαστή που διευθύνει τη συζήτηση με μαγνητοφώνηση και απομαγνητοφώνηση ή άλλες τεχνικές φωνοληψίας που διενεργούνται με τη χρήση κατάλληλων μηχανικών μέσων και, εφόσον παρίσταται αναγκαίο, με τη συνδρομή βοηθητικού προσωπικού. 3. Οι υλικοί φορείς του ήχου όπως ψηφιακοί δίσκοι και κασέτες παράγονται, με την ενσωμάτωση του ήχου, σε ένα πρωτότυπο το οποίο φυλάσσεται στο αρχείο του δικαστηρίου για τη διασφάλιση της δυνατότητας επαλήθευσης προς το απομαγνητοφωνημένο ή με άλλες τεχνικές εκτυπωμένο κείμενο και σε ένα κυρωμένο αντίτυπο, το οποίο χρησιμοποιείται για την εργασία της απομαγνητοφώνησης και εκτύπωσης. 4. Η μηχανική εγγραφή (φωνοληψία) κατά τη διαδικασία ενώπιον του ακροατηρίου αποτελεί για τις ανάγκες του άρθρου 142 παρ. 1 τα πρόχειρα πρακτικά. 5. Το απομαγνητοφωνημένο ή με άλλες τεχνικές εκτυπωμένο κείμενο υπογράφεται από το δικαστή που διευθύνει τη συζήτηση και από τον γραμματέα, τίθεται στη δικογραφία και συνιστά το κατά την έννοια του άρθρου 142 παρ. 2 κείμενο των πρακτικών”. Από την γραμματική διατύπωση της διατάξεως αυτής προκύπτει, ότι η τήρηση πρακτικών με φωνοληψία, σε όλες τις υποθέσεις πλημμεληματικού και κακουργηματικού χαρακτήρα, είναι δυνητική και εναπόκειται στην διακριτική εξουσία του δικαστηρίου, η δε παραβίαση της διατάξεως αυτής ουδεμία δικονομική κύρωση συνεπάγεται, το δε Δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση να απαντήσει, και μάλιστα αιτιολογημένα, σε σχετικό αίτημα. Εξάλλου, ναι μεν από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι η μαγνητοφώνηση των πρακτικών τέθηκε για τη διασφάλιση της ακριβούς αποδόσεως αυτών που συμβαίνουν στο ακροατήριο μιας ποινικής για πλημμέλημα ή κακούργημα δίκης, ώστε να ελέγχεται καλύτερα η απόφαση από τα ανώτερα Δικαστήρια, πλην όμως καθίσταται σαφές από την ως άνω διάταξη, ότι για την εφαρμογή της πρέπει να υπάρχει η αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή και ο κατάλληλος εξοπλισμός (κατάλληλα μηχανικά μέσα) στο Δικαστήριο, όπου θα διενεργηθεί με φωνοληψία η τήρηση των πρακτικών, ώστε να μπορεί να αποτυπώνεται και να ενσωματώνεται ευκρινώς ο ήχος, ακόμη και όταν μιλούν ταυτόχρονα παράγοντες της δίκης, σε πρωτότυπο φορέα ήχου που φυλάσσεται σε αρχείο φορέων ήχου που τηρείται στο Δικαστήριο, αλλά και ο γραμματέας του Δικαστηρίου θα πρέπει να έχει γνώσεις τήρησης των πρακτικών με φωνοληψία και να συνεπικουρείται προς τούτο και από βοηθητικό προσωπικό.

Αίτημα κατηγορούμενου για μαγνητοφώνηση πρακτικών. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την διάρκεια της δημόσιας συνεδριάσεως του Συμβουλίου τούτου, ο εκζητούμενος, διά των συνηγόρων του, υπέβαλε αίτημα τηρήσεως των πρακτικών της συνεδριάσεως με φωνοληψία. Το αίτημα αυτό, ανεξάρτητα από το ότι δεν υποβλήθηκε κατά την έναρξη της αρχικής δημόσιας συνεδριάσεως του Συμβουλίου τούτου που έγινε στις 17 Οκτωβρίου 2018, σε κάθε περίπτωση πρέπει να απορριφθεί. Και τούτο, διότι στο Δικαστήριο του Αρείου Πάγου δεν υπάρχει η αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή και τα κατάλληλα μηχανικά μέσα για την τήρηση των πρακτικών συνεδριάσεως με φωνοληψία σε πρωτότυπο φορέα ήχου που να φυλάσσεται σε αρχείο στον Άρειο Πάγο, αλλά ούτε και η Γραμματέας του Συμβουλίου τούτου έχει γνώσεις τήρησης των πρακτικών συνεδριάσεως με φωνοληψία, αφού μέχρι σήμερα τηρεί χειρόγραφα τα πρακτικά συνεδριάσεως και, ως εκ τούτου, καθίσταται αντικειμενικά αδύνατη η τήρηση των πρακτικών της συνεδριάσεως του Συμβουλίου τούτου με φωνοληψία. (ΑΠ 2190/2018)

Κατά τη διάταξη του άρθρου 142 Α παρ.1 του ΚΠοινΔ, που προστέθηκε με το άρθρο 9 του Ν 3346/2005, όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 33 παρ. 1 του ν. 4055/2012, η ισχύς του οποίου άρχισε στις 2.4.2012 (μετά την έναρξη της συνεδριάσεως επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση), ενώπιον των δικαστηρίων που εκδικάζουν κακουργήματα, μπορεί να εφαρμοστεί και το σύστημα τήρησης πρακτικών των συζητήσεων με φωνοληψία. Από την γραμματική διατύπωση της διατάξεως αυτής προκύπτει, ότι η τήρηση πρακτικών με φωνοληψία, σε υποθέσεις κακουργηματικού χαρακτήρα, είναι δυνητική και εναπόκειται στην διακριτική εξουσία του δικαστηρίου, η δε παραβίαση της διατάξεως αυτής ουδεμία δικονομική κύρωση συνεπάγεται…. Στην δε παρ. 5 ότι: “Με διάταγμα, που θα εκδοθεί κατόπιν προτάσεως των Υπουργών Δικαιοσύνης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης εντός έξι μηνών από την έκδοση του παρόντος νόμου, θα καθορισθούν οι λεπτομέρειες της διαγνωστικής εξέτασης και της θεραπείας του θύματος και του υπόπτου ή του κατηγορουμένου”. Απαραίτητη, λοιπόν, προϋπόθεση της εφαρμογής της διατάξεως της παρ. 1 του άνω άρθρου είναι η προηγούμενη έκδοση του προβλεπόμενου από την παρ. 5 προεδρικού διατάγματος, η δε μη έκδοση αυτού μέσα στην οριζόμενη εξάμηνη προθεσμία δεν επάγεται καμιά έννομη συνέπεια. Όπως δε προκύπτει από τα πρακτικά της αποφάσεως, ο αναιρεσείων – κατηγορούμενος, κατά τη διάρκεια της εξετάσεως της πολιτικώς ενάγουσας Α. Ι., υπέβαλε, δια του συνηγόρου του αίτημα α) να εφαρμοστεί το σύστημα τηρήσεως των πρακτικών των συζητήσεων με φωνοληψία, κατ` εφαρμογήν της διατάξεως του άρθρου 142Α του ΚΠοινΔ. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο απέρριψε τα αιτήματα αυτά με την αιτιολογία ότι: “Το αίτημα που υπέβαλε ο κατηγορούμενος να εφαρμοστεί το σύστημα τήρησης πρακτικών των συζητήσεων με φωνοληψία κατ` άρθρ. 142 Α ΚΠΔ, πρέπει να απορριφθεί διότι κρίνεται ότι δεν αποτελούν αναγκαία μέσα για την καλύτερη και ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης”. Στο δε διατακτικό, ως προς την απόρριψη του αιτήματος, πρόσθεσε και την επάλληλη αιτιολογία ότι “ανεξάρτητα του ότι δεν έχει εκδοθεί το Προεδρικό Διάταγμα για τους όρους και τις προϋποθέσεις της εξέτασης”. Η αιτιολογία αυτή, με την οποία το Δικαστήριο απέρριψε το ως άνω αίτημα ως αβάσιμο, είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού εκτίθεται ο λόγος για τον οποίο έκρινε ότι αυτό έπρεπε να απορριφθεί (δεν αποτελούσαν αναγκαία μέσα για τη διαλεύκανση της υποθέσεως, το δε δεύτερο και γιατί δεν έχει εκδοθεί, ακόμη, το σχετικό προεδρικό διάταγμα) και ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠοινΔ, μοναδικός λόγος αναιρέσεως του κυρίου δικογράφου, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς την απόρριψη των ως άνω αιτημάτων, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Ο, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α του ΚΠοινΔ, δεύτερος λόγος του δικογράφου των προσθέτων λόγων, με τον οποίο ο αναιρεσείων προβάλλει ότι το Μικτό Ορκωτό Εφετείο απέρριψε το αίτημά του για τήρηση στενογραφημένων πρακτικών (εννοεί: με φωνοληψία – φύλλο 16 σελ. α αποφάσεως) χωρίς, προηγουμένως, να δοθεί ο λόγος στον Εισαγγελέα της έδρας για να προτείνει σχετικώς, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, προεχόντως γιατί δεν δικαιούνται να προτείνουν οι κατηγορούμενοι ως λόγο ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο την έλλειψη ακροάσεως του Εισαγγελέα, όπως συνάγεται από την ως άνω διάταξη του άρθρου 170 παρ. 2 του ΚΠοινΔ σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 171 παρ. 1 εδ. δ’ του ίδιου Κώδικα, που ορίζει ότι, ακυρότητα λαμβανομένη υπόψη και αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και στον Άρειο Πάγο προκαλείται, εκτός των άλλων, και αν δεν τηρηθούν οι διατάξεις που καθορίζουν την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται, στις περιπτώσεις και με τις διατυπώσεις που επιβάλλει ο νόμος, συνάγεται ότι την έλλειψη ακροάσεως του εισαγγελέα, δεν δικαιούται να προτείνει ο κατηγορούμενος ως λόγο αναιρέσεως. (ΑΠ 619/2013, AΠ 1084/2013)

* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -