Με τον Ν 4800/2021 (ΦΕΚ Α’ 81/21.05.2021) περί «Μεταρρυθμίσεων αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων, άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου και λοιπές επείγουσες διατάξεις», και δη με τα Κεφάλαια Β και Γ αυτού αντικαθίστανται ή τροποποιούνται σειρά διατάξεων του ενδέκατου Κεφαλαίου του Αστικού Κώδικα για τις σχέσεις γονέων και τέκνων και ιδίως για τα θέματα της γονικής μέριμνας των ανηλίκων τέκνων (άρθρα 1510-1541 του Αστικού Κώδικα), ως ίσχυαν ιδίως μετά τη μεταρρύθμιση ταυ οικογενειακού δικαίου, η οποία συντελέσθηκε με τον Ν 1329/1983 και εναρμόνισε τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα προς το άρθρο 4 παρ. 2 του Συντάγματος για την ισότητα των φύλων και προς το άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος για την προστασία της παιδικής ηλικίας. Η ισχύς του άνω νόμου, ως προς τα ανωτέρω Κεφάλαια, αρχίζει από τις 16.9.2021 (άρθρο 30), ενώ κατά τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 18 τα Κεφάλαια Β’ και Γ εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις επί των οποίων δεν έχει εκδοθεί, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου, αμετάκλητη δικαστική απόφαση.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1513, 1514, 1526, 1518, 1519 Α.Κ., όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με τα άρθρα 7, 5, 6, 8 και 10 Ν. 4800/2021, η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων, την ασκούν από κοινού και εξίσου και περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας του και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση, δικαιοπραξία ή δίκη που αφορούν το πρόσωπο ή τη περιουσία του, πρόκειται δε για δικαιώματα προσωποπαγή (αναπαλλοτρίωτα), που όμως την άσκησή τους είναι δυνατόν να τη στερηθεί (ολικά ή μερικά) ο γονέας με δικαστική απόφαση. Η δε επιμέλεια του τέκνου, σύμφωνα με το άρθρο 1518 παρ. 1 Α.Κ., περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευσή του, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου διαμονής του.
Στην περίπτωση διακοπής της συζυγικής συμβίωσης, όταν ανατρέπονται πλέον οι συνθήκες της ζωής της οικογένειας, καταργείται ο συζυγικός οίκος και δημιουργείται χωριστή εγκατάσταση του καθενός από τους γονείς, ανακύπτει το θέμα της διαμονής των ανηλίκων τέκνων πλησίον του πατέρα ή της μητέρας τους, ενώ οι γονείς εξακολουθούν να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα, εφόσον βέβαια είναι και οι δύο φορείς της (άρθρο 1513 εδ. α’ Α.Κ.), εκτός από τις συνήθεις πράξεις επιμέλειας του προσώπου του τέκνου ή την τρέχουσα διαχείριση της περιουσίας του ή πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα (άρθρα 1513 εδ. β’ και 1516 εδ. α’ Α.Κ.), τις οποίες ασκεί ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο κατόπιν (άτυπης) ενημέρωσης του άλλου γονέα. Συνακόλουθα, το νέο άρθρο 1513 Α.Κ. αποκλίνει από το προϊσχύον δίκαιο, εισάγοντας τον κανόνα ότι η γονική μέριμνα, μετά τον χωρισμό των γονέων, συνεχίζει να συνασκείται από τους γονείς, όπως συμβαίνει και κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης ή του συμφώνου συμβίωσης των γονέων. Καθιερώνεται δηλαδή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας μετά τον χωρισμό των γονέων ως νόμιμο σύστημα (default ρύθμιση), όπως συμβαίνει κατά τη διάρκεια του γάμου, ώστε να μην είναι υποχρεωμένοι πλέον οι γονείς να καταφύγουν στο δικαστήριο προκειμένου να ρυθμίσουν την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας. Το σύστημα αυτό είναι υποχρεωτικό, με την έννοια ότι εφαρμόζεται αυτομάτως και εκ του νόμου, ακόμη και όταν δεν συμφωνεί ο ένας γονέας. Παρέχεται βέβαια η δυνατότητα στους γονείς να ρυθμίσουν με συμφωνία τους τον τρόπο της άσκησης της γονικής μέριμνας κατά τη διάσταση και μετά το διαζύγιο. Οι συμφωνίες αυτές των γονέων στο πλαίσιο της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας, που λαμβάνουν μορφή επί μέρους καθημερινών συμφωνιών, αλλά και συμφωνιών με πιο μόνιμο χαρακτήρα και διασφαλίζουν τη σημαντική για το παιδί καθημερινή ρουτίνα και σταθερότητα, έχουν έρεισμα την 1512 Α.Κ., δεν συνιστούν παρέκκλιση από την κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας (αντιθέτως την προϋποθέτουν), είναι άτυπες και μπορούν να συναφθούν ακόμα και σιωπηρά (π.χ. με την τήρηση κάποιας πρακτικής από τους γονείς ή από τον έναν στην οποία δεν αντιτίθεται ο άλλος), με εξαίρεση τη συμφωνία των γονέων για τη μεταβολή του τόπου διαμονής του παιδιού που κατά το άρθρο 1519 παρ. 2 Α.Κ. υπόκειται σε έγγραφο τύπο, ο οποίος κατά μείζονα λόγο απαιτείται και για την αρχική συμφωνία για τον προσδιορισμό του τόπου διαμονής του παιδιού λόγω της σπουδαιότητάς της για τις συνθήκες διαβίωσης του παιδιού και των έννομων συνεπειών που έχει για την έννομη σχέση του παιδιού.
Ωστόσο, υπό το νέο νομικό καθεστώς, αν οι γονείς συμφωνούν να παρεκκλίνουν από τον κανόνα της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας (άρθρο 1513 Α.Κ.) δεν προσφεύγουν πια στο δικαστήριο, όπως χρειαζόταν υπό το προηγούμενο δίκαιο, αλλά μπορούν με έγγραφο βεβαίας χρονολογίας να ρυθμίζουν διαφορετικά την κατανομή της γονικής μέριμνας, ιδίως να αναθέτουν την άσκησή της στον έναν από αυτούς και να καθορίζουν τον τόπο κατοικίας του τέκνου τους, τον γονέα με τον οποίο θα διαμένει, καθώς και τον τρόπο επικοινωνίας του με τον άλλο γονέα, σύμφωνα με το άρθρο 1514 παρ. 1 εδ. α Α.Κ. Με τον όρο «εξίσου» αποδίδεται η θεμελιώδης αρχή του οικογενειακού δικαίου, η οποία εισήχθη με τον Ν 1329/1983 και εναρμόνισε, στο θέμα αυτό, τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα προς τα άρθρα 4 παρ. 2 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος, περί της ισότιμης συμβολής και των δύο γονέων στην ανατροφή του τέκνου και την ανάπτυξη της προσωπικότητάς, η οποία είναι κοινωνικά ίσης αξίας και εξίσου σπουδαία. Αντιθέτως, με τον όρο «εξίσου», δεν εισάγεται ρύθμιση περί υποχρεωτικής ισόχρονης άσκησης της γονικής μέριμνας, αφού στις περιπτώσεις διαζυγίου, ακύρωσης του γάμου ή διακοπής της συμβίωσης η ερμηνεία αυτή θα οδηγούσε στην υποχρεωτική ίση χρονική κατανομή της γονικής μέριμνας με επακόλουθο την εναλλασσόμενη κατοικία του ανηλίκου τέκνου, η οποία ενίοτε μπορεί να αποβεί σε βάρος της ψυχοσυναισθηματικής ισορροπίας του (ΜΠρΘεσ 2792/2022 Αρμ 5, 770).
Αν υπάρχει συστηματική άρνηση συνεργασίας, το δικαστήριο δεν μπορεί να αποφασίσει με βάση την 1512 Α.Κ. αλλά με βάση την 1514 Α.Κ., η οποία δεν αφορά σε αποφάσεις για επιμέρους διαφωνίες των γονέων αλλά σε παρεκκλίσεις από την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας. Πράγματι, η συστηματική παραβίαση της απορρέουσας από το άρθρο 1512 Α.Κ. υποχρέωσης συνεργασίας των γονέων, η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία για την προαγωγή του συμφέροντος του παιδιού μετά τον χωρισμό των γονέων του και για την αποτελεσματική λειτουργία της από κοινού επιμέλειας από τους γονείς, επισύρει την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 1514 παρ. 2 Α.Κ., που προβλέπει ότι το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει παρέκκλιση από την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας. Έτσι, ο ρόλος του δικαστηρίου έχει καταστεί πλέον επικουρικός, με την έννοια ότι επιλαμβάνεται καταρχήν μόνο στο πλαίσιο της 1512 Α.Κ. για επίλυση της διαφωνίας επί συγκεκριμένου ζητήματος κατά την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας και μόνο αν δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση αυτής, εξαιτίας συστηματικής και επαναλαμβανόμενης διαφωνίας των γονέων, και ιδίως αν ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει σε αυτήν ή δεν τηρεί την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία για την άσκηση της γονικής μέριμνας ή αν η συμφωνία αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου ή αν η γονική μέριμνα ασκείται αντίθετα προς το συμφέρον του τέκνου, και αφού οι γονείς έχουν προσφύγει στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας, αποφασίζει το δικαστήριο κατά το άρθρο 1514 παρ. 2 Α.Κ. Οι λόγοι για τους οποίους δεν μπορεί να λειτουργήσει η κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας μπορεί να είναι είτε ανυπαίτιοι για τον έναν ή και τους δύο γονείς (π.χ. διαφορετικές απόψεις σε θέματα ανατροφής, διαπαιδαγώγησης, θρησκευτικής παιδείας, μεγάλη απόσταση του τόπου διαμονής των δύο γονέων, έντονη επαγγελματική απασχόληση του ενός γονέα, μακροχρόνια απουσία του ενός γονέα για επαγγελματικούς ή άλλους λόγους) είτε υπαίτιοι (λ.χ. χρησιμοποίηση της άσκησης της επιμέλειας ως πρόσχημα για την εκδήλωση αισθημάτων εκδίκησης του άλλου γονέα, για την απόσπαση αθέμιτης οικονομικής ωφέλειας σε βάρος του άλλου γονέα, ψευδείς καταγγελίες εγκλημάτων κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας του τέκνου κ.λπ.). Στις περιπτώσεις αυτές καθένας από τους γονείς προσφεύγει σε διαμεσολάβηση, πλην των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας, και εν τέλει και επί αποτυχίας αυτής αποφασίζει το δικαστήριο. Το Δικαστήριο δε κατά το άρθρο 1514 παρ. 3 Α.Κ., μπορεί ανάλογα με την περίπτωση: α) να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων, να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της στα κατ’ ιδίαν θέματα ή να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας στον ένα γονέα ή σε τρίτο, β) να διατάξει πραγματογνωμοσύνη ή τη λήψη οποιουδήποτε άλλου πρόσφορου μέτρου, γ) να διατάξει διαμεσολάβηση ή την επανάληψη διακοπείσας διαμεσολάβησης, ορίζοντας συγχρόνως τον διαμεσολαβητή. Αυτό λοιπόν θα αποφασίσει, όποιο μέτρο θεωρήσει κατάλληλο για το παιδί, για το συγκεκριμένο παιδί και για τη συγκεκριμένη περίπτωση, με γνώμονα βέβαια το συμφέρον του παιδιού. Αν διαπιστώνεται ότι οι σχέσεις των γονέων έχουν πλήρως αποδομηθεί και ότι οι γονείς δεν πρόκειται να συνεργασθούν στο μέλλον προς το συμφέρον του παιδιού τους, το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίζει την κατανομή της άσκησης της επιμέλειας ή την αποκλειστική ανάθεσή της στον έναν γονέα, υπό την προϋπόθεση ότι με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται αποτελεσματικότερα η αποφυγή συνεχών και γενικευμένων έριδων και συγκρούσεων μεταξύ των γονέων, ή κατά περίπτωση η καλύτερη φροντίδα του παιδιού προς το συμφέρον του, η προαγωγή του οποίου πρέπει να είναι το αξιολογικό κριτήριο για τη δικαστική ρύθμιση της γονικής μέριμνας.
Έτσι σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης των συζύγων ή διαζυγίου (άρθρο 1513 Α.Κ.) το Δικαστήριο, εφόσον η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας δεν είναι δυνατή ή προς το συμφέρον του τέκνου, μπορεί να την αναθέσει σε ένα γονέα, ή να την αναθέσει σε τρίτο ή τέλος να την κατανείμει μεταξύ των γονέων, πάντοτε, όμως, με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου τέκνου, χωρίς να δεσμεύεται από συμφωνίες των γονέων που δεν βρίσκονται σε αρμονία με το συμφέρον του, ακόμα και όταν γίνονται στο πλαίσιο της συμβιβαστικής επίλυσης κατά το άρθρο 611 Κ.Πολ.Δ., τις οποίες όμως οφείλει σε κάθε περίπτωση να λάβει υπόψη του. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1514 παρ. 3 Α.Κ. το Δικαστήριο, που αποφασίζει επί διαφωνίας των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας, έχει ως δυνατότητα, ανάλογα με την περίπτωση, να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας.
Η κατανομή αυτή μπορεί να γίνει με λειτουργικό κριτήριο και να αφορά ορισμένες μόνο από τις εξουσίες της γονικής μέριμνας (λειτουργική κατανομή). Τρόπος (λειτουργικής) κατανομής συνιστά η ανάθεση ορισμένων λειτουργιών της (π.χ. καθημερινή φροντίδα του παιδιού) στον ένα γονέα και των υπολοίπων (διοίκηση, περιουσία, εκπροσώπηση) στον άλλο ή στην από κοινού άσκηση. Στο πλαίσιο της λειτουργικής κατανομής το Δικαστήριο μπορεί να κατανείμει μεταξύ των γονέων μόνο ορισμένες πτυχές της επιμέλειας του προσώπου του παιδιού (λ.χ. σχολική επίβλεψη, θέματα υγείας, εκπαίδευσης, δραστηριοτήτων). Κατά τα λοιπά για την επιμέλεια και τις λοιπές εξουσίες της γονικής μέριμνας ισχύει ο κανόνας της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας κατ’ άρθρο 1513 εδ. α Α.Κ. και το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να αποφασίσει σχετικά. Ένας άλλος τρόπος κατανομής της γονικής μέριμνας, που συνιστά και αυτός κατά βάση παρέκκλιση από τον κανόνα της από κοινού άσκησης της επιμέλειας, όπως όλες οι περιπτώσεις που ορίζονται στην 1514 παρ. 2 Α.Κ., είναι η χρονική κατανομή της άσκησης της επιμέλειας, ή εναλλασσόμενη άσκηση όλων των εκφάνσεων της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας ειδικότερα. Ο τρόπος αυτός κατανομής της άσκησης της επιμέλειας εξασφαλίζει την από κοινού συμμετοχή των γονέων στην άσκησή της και την ισόρροπη ανάπτυξη του παιδιού, που γίνεται δέκτης των διαφορετικών αντιλήψεων και τρόπων σκέψης των γονέων του, ενδέχεται όμως να δημιουργήσει και συνεχείς εντάσεις και τριβές μεταξύ των γονέων, καθόσον η εναλλασσόμενη ανατροφή απαιτεί μια πραγματική συνεργασία μεταξύ τους στις επιλογές και στη διαχείριση του ανηλίκου κατά τρόπο παραγωγικό. Η χρονική κατανομή της άσκησης της γονικής μέριμνας πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσοχή, καθώς έχει τα ίδια μειονεκτήματα με την εναλλασσόμενη διαμονή του παιδιού και μπορεί επιπλέον να εκθέσει το παιδί σε γονεϊκές επιλογές εκ διαμέτρου διαφορετικές, ενώ υπάρχει ο ακόμα μεγαλύτερος κίνδυνος ο ένας γονέας να επιχειρεί να αναιρέσει τις επιλογές του άλλου, με αυτονόητα κακή επίπτωση στο παιδί. Για να λειτουργήσει δηλαδή αποτελεσματικά η χρονικά κατανεμημένη γονική μέριμνα ή επιμέλεια μεταξύ των δύο γονέων απαιτείται η στοιχειώδης δυνατότητα συνεννόησης, κατανόησης και εμπιστοσύνης μεταξύ τους και η λύση των διαφορών τους με καταφυγή πρωτίστως στη διαμεσολάβηση και ως έσχατο μέσο στα δικαστήρια.
Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της χρονικής κατανομής της άσκησης της επιμέλειας μεταξύ των γονέων και της εναλλασσόμενης διαμονής (κατοικίας) του τέκνου. Η πρώτη συνιστά μορφή κατανομής της άσκησης της γονικής μέριμνας κατά την οποία οι γονείς ασκούν εναλλάξ τη γονική μέριμνα με περιοδικότητα και συνεπάγεται ότι το παιδί έχει εναλλασσόμενη κατοικία στον τόπο της κατοικίας του γονέα του, ο οποίος στο πλαίσιο αυτό ασκεί μόνος του κάθε φορά τις πράξεις επιμέλειας του παιδιού για όλα τα θέματα, με εξαίρεση εκείνα που αφορούν στον πυρήνα, κατ’ άρθρο 1519 παρ. 1 ΑΚ. Αντιθέτως, η εναλλασσόμενη διαμονή μπορεί να διαταχθεί από το Δικαστήριο αυτοτελώς, χωρίς την κατανομή της άσκησης της επιμέλειας, οπότε οι γονείς εξακολουθούν να ασκούν από κοινού την επιμέλεια του παιδιού (συνεπιμέλεια) σύμφωνα με τον κανόνα της 1513 εδ α’ Α.Κ., με εξαίρεση μόνο εκείνες τις πράξεις επιμέλειας κατ’ άρθρο 1513 εδ. β’ Α.Κ., που μπορεί να επιχειρεί κάθε φορά μόνος του ο γονέας με τον οποίο διαμένει εκ περιτροπής το παιδί. Έτσι, με τον κανόνα της διάταξης 1513 Α.Κ. αποσυνδέεται ο τόπος διαμονής του παιδιού από την άσκηση της επιμέλειας. Συνεπώς, το παιδί μπορεί να διαμένει με τον έναν γονέα και η επιμέλεια να ασκείται από κοινού, με εξαίρεση τις πράξεις της επιμέλειας του άρθρου 1513 εδ. β’ Α.Κ., και επίσης το παιδί να διαμένει εναλλακτικά και με τους δύο γονείς και η επιμέλεια να ασκείται από κοινού ή ακόμα και από τον έναν γονέα. Το Δικαστήριο στο πλαίσιο της δυνατότητας που έχει, κατ’ άρθρο 1513 παρ. 3 Α.Κ., να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της γονικής μέριμνας στα κατ’ ιδίαν θέματα, μπορεί εφόσον με τον τρόπο αυτό προάγεται το συμφέρον του συγκεκριμένου τέκνου, να αποφασίσει ως τόπο διαμονής του παιδιού εναλλασσόμενα τον τόπο κατοικίας καθενός από τους γονείς του (εναλλασσόμενη κατοικία). Εάν τούτο δεν προάγει το συμφέρον του παιδιού (λ.χ. επειδή οι γονείς ζουν σε διαφορετική πόλη ή σε μεγάλη απόσταση ο ένας από τον άλλο -βλ. ΜΠρΘεσ 5482/2022-, το παιδί δεν είναι εξοικειωμένο με τον έναν γονέα, ο ένας γονέας ζει μακριά από το κέντρο των σχολικών, εξωσχολικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων του) συμπληρωματικό πυλώνα της από κοινού άσκησης της επιμέλειας του παιδιού από τους γονείς του αποτελεί η ενίσχυση του δικαιώματος της επικοινωνίας με το παιδί του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, ώστε να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την ενίσχυση των δεσμών του παιδιού και με τους δύο γονείς του και την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο στην ανατροφή και φροντίδα του (για όλα τα ανωτέρω, βλ. ΜΠρΘεσ 915/2022, με περαιτέρω παραπομπές σε νομολογία και θεωρία).
* Ο κ. Κίμων Σαϊτάκης είναι Δικηγόρος – ΔΝ, Μεταδιδάκτορας (Post-doc) της Νομικής Σχολής Αθηνών, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ