fbpx

Νόμιμη η αξιοποίηση οπτικοακουστικού υλικού στο πλαίσιο πειθαρχικής διαδικασίας σύμφωνα με τη (ΣτΕ 194/2021)

Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά

Δείτε επίσης

Η κατά το άρθρο 9Α του Συντάγματος προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν εξικνείται μέχρι πλήρους απαγορεύσεως της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αλλά είναι δυνατή η θέσπιση όρων και προϋποθέσεων, υπό τις οποίες είναι επιτρεπτή η επεξεργασία τους, προς προστασία των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως της ιδιωτικής ζωής (βλ. ΣτΕ 1616/2012 επταμ..).

Για τον σκοπό, άλλωστε, αυτόν, όπως έχει κριθεί (ΟλΣτΕ 2280, 2282/200, βλ. Επίσης ΣτΕ 2255/2005), προκειμένου τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας, απαιτείται σε κάθε περίπτωση, ασυνδέτως δηλαδή προς συγκεκριμένο πρόσωπο, να συντρέχουν σωρευτικά οι προϋποθέσεις του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 2472/1997, που μεταξύ άλλων, ορίζει ότι τα δεδομένα πρέπει να συλλέγονται και να υφίστανται επεξεργασία κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο, για σαφείς και νόμιμους σκοπούς. Συνεπώς, όταν εκτελείται επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, πρέπει αυτή να προβλέπεται ειδικώς από διάταξη νόμου, σύμφωνη με το Σύνταγμα, άλλως η επεξεργασία είναι μη νόμιμη και επιβάλλεται η διακοπή της ανεξάρτητα από τυχόν παρέμβαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.

Κατ’ εξαίρεση, δεν απαιτείται η συγκατάθεση -άρα παρέλκει και η προηγούμενη ενημέρωση- του υποκειμένου για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, όταν, πλην άλλων περιπτώσεων, η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση έργου που εμπίπτει στην άσκηση δημόσιας εξουσίας και εκτελείται από δημόσια αρχή. Τέτοια δε περίπτωση είναι η άσκηση της πειθαρχικής εξουσίας των οργάνων της αστυνομικής αρχής, κατά τις διατάξεις του πειθαρχικού δικαίου που τη διέπουν.

Εφόσον δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 2472/1997 (νόμιμη συλλογή και επεξεργασία για σαφείς και νόμιμους σκοπούς) εξετάζεται, περαιτέρω, αν συντρέχουν και οι προϋποθέσεις της διατάξεως του άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 2472/1997, κατά την οποία η επεξεργασία των δεδομένων επιτρέπεται, κατ’ αρχήν, μόνον εάν το υποκείμενο έχει δώσει τη συγκατάθεσή του, δηλαδή τη ρητή, ελεύθερη και εν πλήρει επιγνώσει δήλωση της βουλήσεώς του ότι δέχεται την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του, αφού προηγουμένως έχει ενημερωθεί, κατά τρόπο πρόσφορο και σαφή, για τα δεδομένα και τον σκοπό της επεξεργασίας, την ταυτότητα του υπευθύνου επεξεργασίας, τον αποδέκτη των δεδομένων και την ύπαρξη του δικαιώματος πρόσβασης. Κατ’ εξαίρεση, δεν απαιτείται η συγκατάθεση στην περίπτωση της άσκησης της πειθαρχικής εξουσίας των οργάνων της αστυνομικής αρχής. Η απαγόρευση της συλλογής και επεξεργασίας των δεδομένων αυτών αίρεται, πλην άλλων, και όταν η επεξεργασία αφορά σε δεδομένα που το ίδιο το πρόσωπο δημοσιοποιεί, οπότε, στην περίπτωση αυτή, επιτρέπεται η επεξεργασία τους κατόπιν αδείας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Δεν απαιτείται άδεια της Αρχής όταν, μεταξύ άλλων, η επεξεργασία πραγματοποιείται αποκλειστικά για σκοπούς που συνδέονται άμεσα με παροχή υπηρεσιών στον δημόσιο τομέα και είναι αναγκαία για την εκπλήρωση υποχρέωσης που επιβάλλει ο νόμος και το υποκείμενο έχει προηγουμένως ενημερωθεί σχετικά με τα δεδομένα, τον σκοπό και τα στοιχεία του υπευθύνου επεξεργασίας (άρθρο 7Α παρ. 1 περ. α).

Στην προκείμενη περίπτωση εχώρησε νόμιμη και θεμιτή επεξεργασία του ευαίσθητου προσωπικού δεδομένου της συνδικαλιστικής ιδιότητας της αιτούσας αστυνομικής υπαλλήλου από τα αρμόδια να διεξαγάγουν την πειθαρχική διαδικασία σε βάρος της όργανα της Αστυνομίας χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση της εν λόγω και χωρίς να απαιτείτο η άδεια της Αρχής, καθόσον η επίμαχη επεξεργασία έλαβε χώρα στο πλαίσιο της διερεύνησης της τυχόν διάπραξης από την αιτούσα πειθαρχικού παραπτώματος, δηλαδή ήταν αναγκαία για την εκτέλεση έργου που συνδέεται με την παροχή υπηρεσιών στον δημόσιο τομέα, καθώς και ότι κατά την επεξεργασία του επίμαχου αρχείου η αιτούσα ενημερώθηκε προσηκόντως για το επίμαχο αρχείο και τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτό στο προβλεπόμενο από τον πειθαρχικό νόμο στάδιο της κλήσεως αυτής σε απολογία.

Ειδικότερα στο εν λόγω dvd καταγράφεται, συγκέντρωση διαμαρτυρίας που έλαβε χώρα στις 5.8.2012 και στην οποία μετέσχε, μεταξύ άλλων, και η αιτούσα, υπό την ιδιότητά της ως Προέδρου συνδικαλιστικής οργάνωσης αστυνομικών, διαμαρτυρόμενη, με άλλους συναδέλφους της, για τη μεταγωγή – κράτηση παράνομων αλλοδαπών στο Κέντρο Φιλοξενίας Αλλοδαπών. Το ανωτέρω οπτικοακουστικό υλικό συνιστά αρχείο κατά την έννοια του άρθρου 2 του Ν 2472/1997, καθ’ ο δε μέρος καταγράφεται σε αυτό η διαμαρτυρία της αιτούσας στο πλαίσιο της άσκησης της συνδικαλιστικής της δράσης περιλαμβάνει ευαίσθητο δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα και, συγκεκριμένα, δεδομένο που αφορά τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, κατά την έννοια της περ. β του εν λόγω άρθρου 2. Η κατά τον ανωτέρω τρόπο συλλογή και επεξεργασία του οπτικοακουστικού υλικού από τα αστυνομικά όργανα παρίστατο νόμιμη και θεμιτή κατά την έννοια του άρθρου 4 του ν. 2472/1997, εφόσον η επεξεργασία του επίμαχου αρχείου απέβλεπε στην εκπλήρωση σαφών και θεμιτών σκοπών, αναγόμενων στην άσκηση πειθαρχικής εξουσίας επί των αστυνομικών υπαλλήλων, κατά τις διατάξεις της κείμενης πειθαρχικής νομοθεσίας (π.δ. 120/2008). Περαιτέρω, η επεξεργασία του αρχείου ήταν αναγκαία για την εκτέλεση έργου που εμπίπτει στην άσκηση δημόσιας εξουσίας., δηλαδή για την άσκηση από την αστυνομική αρχή τής κατά τα ανωτέρω ανατεθείσας σε αυτήν πειθαρχικής εξουσίας. Ενόψει δε του ότι για την επίμαχη επεξεργασία (συλλογή – διαβίβαση) του αρχείου κατά το στάδιο αυτό της ενάρξεως της πειθαρχικής διώξεως της αιτούσας δεν απαιτείτο η συγκατάθεσή της, δεν απαιτείτο κατά το ίδιο στάδιο ούτε και η προηγούμενη ενημέρωσή της, η οποία, κατά την έννοια του άρθρου 2 περ. ια του ν. 2472/1997, είναι προϋπόθεση για τη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων ότι δέχεται αυτά να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας.

Εφόσον δε η επεξεργασία έγινε για την εκπλήρωση σκοπών που ανάγονται στην άσκηση της πειθαρχικής εξουσίας από τα αστυνομικά όργανα, δηλαδή για σκοπούς που συνδέονται άμεσα με την παροχή υπηρεσιών στον δημόσιο τομέα, και ήταν αναγκαία για την εκπλήρωση της υποχρέωσης άσκησης της πειθαρχικής εξουσίας όπως προβλέπεται από τον πειθαρχικό νόμο, δεν απαιτείτο, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7 Α παρ. 1 περ. α, η προηγούμενη άδεια της Αρχής για την επεξεργασία από τα πειθαρχικά όργανα του επίμαχου ευαίσθητου προσωπικού δεδομένου. Εξάλλου, όπως απαιτείται από την  ίδια ως άνω διάταξη, η αιτούσα ενημερώθηκε για την επεξεργασία του επίμαχου υλικού στο πλαίσιο της διενέργειας σε βάρος της της Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης, τούτο δε προκύπτει από το από 17.1.2013 έγγραφο της διενεργούσας την Ε.Δ.Ε. Αστυνομικής Διευθύντριας, με το οποίο ζητείται από την αιτούσα να καταθέσει τις έγγραφες εξηγήσεις της για το περιστατικό, στο έγγραφο δε αυτό μνημονεύεται τόσο το επίμαχο αρχείο (dvd), όσο και ο σκοπός της επεξεργασίας του

Επιπλέον, δεν αποτέλεσαν αντικείμενο επεξεργασίας και άλλα, παρεμφερή με το επίμαχο, οπτικοακουστικό υλικό, αρχεία που περιελάμβαναν το ίδιο ευαίσθητο δεδομένου προσωπικού χαρακτήρα, ενώ το περιεχόμενο του επίμαχου οπτικοακουστικού υλικού αποτελεί προϊόν καταγραφής ιδιωτικού τηλεοπτικού σταθμού, η οποία έλαβε χώρα «με τη συναίνεση των συμμετεχόντων, προς ενημέρωση του κοινού και μέρος αυτής ή όλης προβλήθηκε δημόσια από τον σταθμό αυτόν».

* Η κ. Εύη Γαλάνη είναι Δικηγόρος, ΜΔΕ, Διδάσκουσα στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -