fbpx

Παράνομη παράσταση του παρισταμένου για την υποστήριξη της κατηγορίας

Χρόνος ανάγνωσης 10 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 10 λεπτά

Δείτε επίσης

Με την πρόσφατη απόφαση 550/2021 ο Άρειος Πάγος οριοθετεί τις προϋποθέσεις της απόλυτης ακυρότητας για την παράνομη παράσταση στο ακροατήριο του υποστηρίζοντος την κατηγορία.

Νομοθετικό πλαίσιο: «Κατά τη διάταξη του άρθρου 171 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ., ως ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθρο 590 παρ. 1 του νυν ισχύοντος Κ.Ποιν.Δ.), αν ο πολιτικώς ενάγων παρέστη παράνομα στη διαδικασία του ακροατηρίου, επέρχεται απόλυτη ακυρότητα, που λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο σε κάθε στάση της διαδικασίας και στον Άρειο Πάγο ακόμη».

Πότε υπάρχει παράνομη παράσταση: «Η ακυρότητα, όμως αυτή, που δημιουργεί τον από το άρθρο 510 παράγραφος 1 στοιχ. Α’ Κ.Ποιν.Δ. λόγο αναιρέσεως, επέρχεται:

– μόνον όταν υπάρχει έλλειψη ενεργητικής ή παθητικής νομιμοποίησης του πολιτικώς ενάγοντος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 64 του Κ.Ποιν.Δ., – ή όταν δεν τηρήθηκε η επιβαλλόμενη από το άρθρο 68 του ίδιου Κώδικα διαδικασία ως προς τον τρόπο και τον χρόνο ασκήσεως και υποβολής της πολιτικής αγωγής, ο οποίος εξικνείται μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας ενώπιον του πρωτοβάθμιου ποινικού δικαστηρίου.»

Δεν συνιστά παράνομη παράσταση: «Άλλες ελλείψεις ή πλημμέλειες, που αφορούν την παράσταση ή την εκπροσώπηση του πολιτικώς ενάγοντος δεν ασκούν επιρροή στη νομιμότητα της παράστασης της πολιτικής αγωγής και δεν επιφέρουν απόλυτη ακυρότητα, αφού οι ελλείψεις ή οι πλημμέλειες αυτές θίγουν απλώς το συμφέρον του δικαιούχου και όχι του κατηγορουμένου ούτε πλήττουν τη δημόσια τάξη».

ΣΧΕΤΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΥΝΙΣΤΑ ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ: Δεν μπορεί να κριθεί ως παράνομη η παράσταση της πολιτικώς ενάγουσας υπό εκκαθάριση ανώνυμης εταιρίας εκπροσωπούμενης από τον εκκαθαριστή της, ώστε να τίθεται ζήτημα απόλυτης ακυρότητας κατά τις παραπάνω διατάξεις του ΚΠοινΔ, εφόσον ανώνυμη εταιρεία τελούσα υπό εκκαθάριση έχει νομική προσωπικότητα και μπορεί να παρίσταται ως πολιτικώς ενάγουσα, η δε εκπροσώπηση της εν εκκαθαρίσει Α.Ε. ως πολιτικώς ενάγουσας ανήκει στον εκκαθαριστή της. Επισημαίνεται, ότι στο ακροατήριο του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου, παρέστη ο εντολοδόχος δικηγόρος της τελούσας σε εκκαθάριση εταιρείας, ο οποίος με εξουσιοδότηση των εκκαθαριστών της δήλωσε για λογαριασμό της, ότι παρίσταται αυτή ως πολιτικώς ενάγουσα για την ηθική βλάβη που υπέστη και προσκόμισε τα σχετικά δικαιολογητικά της παράστασης, κατ’ αυτής δε, ουδεμία αντίρρηση προβλήθηκε, ενώ από την ίδια την κατηγορία δεν προκύπτει έλλειψη νομιμοποίησης ΑΠ 27/2017

Ο λόγος της αναιρέσεως με τον οποίον η αναιρεσείουσα πλήττει την προσβαλλόμενη για απόλυτη ακυρότητα εγκείμενη στην παράνομη παράσταση της πολιτικής αγωγής καθόσον ο προαναφερόμενος εκπρόσωπος της πολιτικώς ενάγουσας εταιρείας δεν είχε εξουσία εκπροσωπήσεως αυτής είναι απαράδεκτος. Και τούτο, διότι, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, ο λόγος αυτός δεν ανάγεται στην έλλειψη ενεργητικής ή παθητικής νομιμοποίησης της πολιτικώς ενάγουσας ούτε στη μη τήρηση της προβλεπόμενης από το άρθρο 68 του ΚποινΔ διαδικασίας για τον τρόπο, τον χρόνο και τις διατυπώσεις της ασκήσεως της πολιτικής αγωγής αλλά σε άλλες πλημμέλειες και συγκεκριμένα στην εξουσία εκπροσωπήσεως της πολιτικώς ενάγουσας στη δίκη, η οποία δεν επάγεται ακυρότητα στην παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος. ΑΠ 1377/2016, ΑΠ 205/2015

Από την προσβαλλόμενη απόφαση και τα ενσωματωμένα σ’ αυτή πρακτικά τής κατ’ έφεση δίκης προκύπτει ότι ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου η εταιρεία με την επωνυμία “…” δεν παραστάθηκε ως πολιτικώς ενάγουσα κατά την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας. Ο αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζήτησε την αποβολή της πολιτικής αγωγής γιατί η μηνύτρια εταιρεία είχε τεθεί σε ειδική εκκαθάριση και εκκαθαρίστριά της είναι η κα Π.. Το Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση περί αποβολής της πολιτικής με την εξής ειδική αιτιολογία: “Η ένσταση περί αποβολής της πολιτικής αγωγής πρέπει να προβάλλεται, κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο και πριν την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας και δεν μπορεί να προβληθεί σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, δηλαδή, στο ακροατήριο, το πρώτον, κατά τη συζήτηση στο εφετείο της υποθέσεως, μέσα στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως που ασκήθηκε, από τον κατηγορούμενο, εφόσον δεν προβλήθηκε με λόγο της εφέσεως αυτού, αφού, κατά το άρθρο 502 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο έχει εξουσία να κρίνει επί εκείνων μόνο των μερών της πρωτόδικης αποφάσεως, στα οποία αναφέρονται οι λόγοι εφέσεως (ΑΠ 753/2010 ΠΟΙΝΧΡ 2011/214). Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της πρωτόδικης απόφασης, ο κατηγορούμενος δεν ζήτησε την αποβολή της πολιτικώς ενάγουσας ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “…”, προβάλλοντας το πρώτον ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, δικάζοντος ως Εφετείου, κατόπιν ασκήσεως της 143/30.3.2011 έφεσης του, το αίτημα αποβολής αυτής, χωρίς τούτο να αποτελεί λόγο της εφέσεως του αυτής κατά της πρωτόδικης καταδικαστικής αποφάσεως. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ο ανωτέρω ισχυρισμός του περί αποβολής της πολιτικής αγωγής της ανωτέρω εταιρίας ως αβάσιμος, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, δικάζοντος ως Εφετείου, εμφανίσθηκε ο τότε νόμιμος εκπρόσωπος της άνω εγκαλούσης εταιρίας και εξετάστηκε ως μάρτυρας, χωρίς να επαναλάβει την περί παραστάσεώς αυτής δήλωση ως πολιτικώς ενάγουσας που είχε κάνει ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου αλλά και χωρίς να παραιτηθεί με σχετική δήλωσή του από αυτήν.”. Κατά την υπό του δευτεροβαθμίου Πενταμελούς Εφετείου εκδίκαση της υποθέσεως ο ως άνω εκπρόσωπος της μηνύτριας Α. Κ. εξετάστηκε ενόρκως ως μάρτυρας κατηγορίας, χωρίς να επαναλάβει την περί παραστάσεως αυτής δήλωση ως πολιτικώς ενάγουσας, αλλά και χωρίς να παραιτηθεί από αυτήν. ΑΠ 510/2016

Δεν είναι παράνομη η παράσταση του υποστηρίζοντος την κατηγορία και δεν δημιουργείται απόλυτη ακυρότητα για λόγο που αναφέρεται στη σχετική νομιμοποίηση του πληρεξούσιου δικηγόρου του (ΑΠ 1123/2019) ΑΠ 100/2021

Κάθε άλλη έλλειψη ή πλημμέλεια που αφορά την παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος, δεν επιφέρει απόλυτη ακυρότητα, εφόσον οι πλημμέλειες αυτές αφορούν απλώς το συμφέρον του δικαιούχου και όχι του κατηγορουμένου ούτε πλήττουν τη δημόσια τάξη. Τέτοια πλημμέλεια είναι και εκείνη που δημιουργείται στην περίπτωση, κατά την οποία η ασκούμενη αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης από το αδίκημα έχει υποπέσει στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 937 του ΑΚ, όταν ο κατηγορούμενος δεν πρότεινε ένσταση παραγραφής, αφού η εκ του λόγου τούτου απόσβεση της σχετικής αξιώσεως λαμβάνεται υπόψη και από το ποινικό δικαστήριο κατόπιν προβολής της σχετικής ενστάσεως και όχι αυτεπαγγέλτως, έστω και αν προκύπτει από το αποδεικτικό υλικό. Τούτο δε διότι το ποινικό δικαστήριο ερευνά μεν την ενεργητική νομιμοποίηση του δικαιούχου, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις, κατά το κεφάλαιο όμως της αποφάσεως με το οποίο επιλαμβάνεται της πολιτικής αγωγής και επιδικάζει αυτήν, ενεργεί ως πολιτικό δικαστήριο και δεν έχει εξουσία αυτεπάγγελτης ενεργείας, αλλά ενεργεί κατ’ ένσταση του υπόχρεου. Η ένσταση αυτή, εφόσον κατά την εκδίκαση της υποθέσεως στο πρωτόδικο δικαστήριο έχει υποκύψει σε παραγραφή η αξίωση του πολιτικώς ενάγοντος, κατά το αστικό δίκαιο (937 ΑΚ), πρέπει να προβάλλεται κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο και πριν την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας και δεν μπορεί να προβληθεί σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, δηλαδή, στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, μέσα στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως που ασκήθηκε, από τον κατηγορούμενο, εφόσον δεν προβλήθηκε με λόγο της έφεσης αυτού, αφού, κατά το άρθρο 502 παρ. 2 του ΚΠΔ, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έχει εξουσία να κρίνει επί εκείνων μόνο των μερών της πρωτόδικης αποφάσεως, στα οποία αναφέρονται οι λόγοι έφεσης (ΑΠ 288/2020). Αλλά και υπό την ισχύ του νέου ΚΠΔ, γίνεται δεκτό ότι, αν η ασκούμενη αξίωση του παριστάμενου προς υποστήριξη της κατηγορίας κατά την εκδίκαση της υπόθεσης στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο έχει υποπέσει στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 937 ΑΚ, πρέπει να προταθεί από τον κατηγορούμενο υπό μορφή ένστασης, καθόσον το ποινικό δικαστήριο που επιλαμβάνεται της παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας δεν έχει εξουσία αυτεπάγγελτης ενέργειας, αλλά ενεργεί κατ’ ένσταση του υπόχρεου, ενώ σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος ήταν απών στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, όπως και όταν η ένστασή του περί παραγραφής της αξίωσης του παριστάμενου για υποστήριξη της κατηγορίας, μόνο όταν η ένσταση της παραγραφής της αστικής αξίωσης προβάλλεται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με ειδικό λόγο έφεσης. ΑΠ 538/2021

Δικαίωμα παράστασης: «Ακόμη, από τις διατάξεις του άρθρου 63 Κ.Ποιν.Δ. και των άρθρων 914 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι δικαίωμα να παραστούν ως πολιτικώς ενάγοντες σε εκκρεμή ποινική διαδικασία έχουν μόνον όσοι έχουν υποστεί άμεση περιουσιακή ζημία ή άμεση ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη από την αξιόποινη πράξη, για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη, και όχι όσοι βλάπτονται έμμεσα από αυτή. Με την αμεσότητα της ζημιάς που απαιτείται για τη νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος, εκφράζονται δύο διαφορετικοί περιορισμοί του δικαιώματος παράστασης πολιτικής αγωγής, οι οποίοι αντιστοιχούν σε δύο διαφορετικές έννοιες αμεσότητας. Η μία υπονοεί την προσωπική σχέση του ζημιωθέντος με το δικαζόμενο έγκλημα (ΑΠ 248/2009 ΝΟΜΟΣ), ενώ η δεύτερη υπονοεί την υπαγωγή της ζημιάς του παριστάμενου πολιτικώς ενάγοντος στο προστατευτικό εύρος του ποινικού νόμου που παραβιάστηκε. Κριτήριο δε, για την ανεύρεση του κύκλου των προσώπων, που δικαιούνται να παραστούν ως πολιτικώς ενάγοντες αποτελεί, κατά πρώτο λόγο, ο προστατευτικός σκοπός της ποινικής διάταξης που παραβιάστηκε, με αποτέλεσμα να νομιμοποιείται οπωσδήποτε ενεργητικά στην παράσταση πολιτικής αγωγής, ο φορέας του εννόμου αγαθού που προσβλήθηκε με την τέλεση της αξιόποινης πράξης. Λαμβάνεται υπόψη η έννοια του συμφέροντος, όπως ορίζεται από κανόνες δικαίου που τέθηκαν, όχι αποκλειστικά χάριν του γενικού συμφέροντος, αλλά και χάριν ιδιωτικών συμφερόντων και της αξίωσης για την απόλαυσή του (βλ. Ολ.ΑΠ. 1769/1986 ΠοινΧρ 1987, σελ. 292). Έτσι, προστατεύεται, εκείνο το ιδιωτικό συμφέρον που συνδέεται με τη συγκεκριμένη περίπτωση. Η ενεργητική νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος κρίνεται σύμφωνα με την κατηγορία, όπως αυτή διατυπώνεται στο παραπεμπτικό βούλευμα ή το κλητήριο θέσπισμα, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο της δηλώσεώς παραστάσεως πολιτικής αγωγής (βλ. Α.Π. 609/2012 ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 604/2009 ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 606/1998 ΝοΒ 46.1302)».

Τι συμβαίνει αν στο κατηγορητήριο υπάρχουν περισσότερες πράξεις. «Τέλος, αν η κατηγορία αναφέρεται σε περισσότερες πράξεις, πρέπει να διευκρινίζεται σε ποιες αναφέρεται η παράσταση πολιτικής αγωγής, αν για κάποια από αυτές δεν επιτρέπεται παράσταση, οπότε δεν υπάρχει νομιμοποίηση άλλως, σε περίπτωση που, παρά ταύτα, η παράσταση πολιτικής αγωγής γίνει δεκτή, δημιουργείται απόλυτη ακυρότητα και ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ Κ.Ποιν.Δ., λόγος αναιρέσεως».

Δεν καλύπτεται η ακυρότητα από την μη προβολή αντιρρήσεων. «Η ακυρότητα αυτή δεν καλύπτεται από τη μη προβολή αντιρρήσεων, αν από την ίδια την κατηγορία προκύπτει έλλειψη νομιμοποίησης, η οποία ερευνάται αυτεπάγγελτα και από τον Άρειο Πάγο. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον τρίτο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως της τέταρτης αναιρεσείουσας – πέμπτης κατηγορουμένης, Ν. Κ., προβάλλεται η αιτίαση της απόλυτης ακυρότητας που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, εκ του λόγου ότι οι εγκαλούντες, Κ. Δ. και Ν. Ν., παρέστησαν ως πολιτικώς ενάγοντες, για το σύνολο των αποδιδομένων σ’ αυτήν πράξεων, ενώ δεν νομιμοποιούνται ενεργητικά να παραστούν και για την πράξη της απλής συνέργειας σε νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης απόφασης (σελ. 8 και 9), για την εξυπηρέτηση των αναγκών του αναιρετικού ελέγχου και δη της βασιμότητας του προβαλλόμενου λόγου αναιρέσεως, ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου εμφανίστηκαν οι η Κ. Δ. και ο Ν. Ν., εκπροσωπούμενος από δικηγόρο, και επαναλαμβάνοντας τη δήλωσή τους, ως και πρωτοδίκως, δήλωσαν ότι παρίστανται κατά την εκδίκαση της ως άνω υποθέσεως κατά των κατηγορουμένων (μεταξύ των οποίων και η αναιρεσείουσα Ν. Κ.) , οι οποίοι καταδικάστηκαν με την εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 662/2014 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, ενώπιον του ακροατηρίου του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων ως πολιτικώς ενάγοντες για όλες τις πράξεις που κατηγορούνται, για τη χρηματική ικανοποίησή τους, λόγω της ηθικής βλάβης που τους προκάλεσαν οι κρινόμενες πράξεις, όπως η δήλωσή τους αυτή αναπτύχθηκε προφορικά και εγγράφως, χωρίς κατά της παράστασης αυτής να προβληθεί αντίρρηση και συγκεκριμένα ως προς τη νομιμότητα της κατά τον τρόπο αυτό παράστασης πολιτικής αγωγής. Αφού δε έγινε δεκτό ότι επί του βασικού εγκλήματος της άμεσης συνέργειας σε απάτη κατά συναυτουργία, κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια άνω των 120.000 Ευρώ είναι δυνατή η πρόκληση άμεσης ζημίας στους εν λόγω παθόντες (άλλωστε ουδεμία αντίρρηση υφίσταται από πλευράς αναιρεσείουσας) είναι επιτρεπτή, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, παράσταση αυτών και για την αξιόποινη πράξη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα ως αμέσως ζημιωθέντων. Κατόπιν αυτού το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της ουσίας, το οποίο εδέχθη ότι νομιμοποιούνται ενεργητικώς οι παθόντες Κ. Δ. και ο Ν. Ν. και παραδεκτώς παρέστησαν ως πολιτικώς ενάγοντες και για την πράξη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, ως άμεσα ζημιωθέντες, ορθά έκρινε, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγηθείσα νομική σκέψη και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο σχετικός τρίτος λόγος αναιρέσεως της ως άνω τετάρτης αναιρεσείουσας».

* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -