Με την ΑΠ 195/2024 εξετάζεται το ζήτημα της παράστασης για την υποστήριξη της κατηγορίας πτωχευσάσης ανωνύμου εταιρείας για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης από αξιόποινη πράξη που τελέστηκε κατά της περιουσίας της.
Σχετικές διατάξεις: Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 171 παρ. 3 Κ.Π.Δ., απόλυτη ακυρότητα, που δημιουργεί τον προβλεπόμενο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α’ του ίδιου κώδικα, λόγο αναίρεσης, η οποία (απόλυτη ακυρότητα) λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και στον Άρειο Πάγο, επιφέρει και η παράνομη παράσταση του υποστηρίζοντος την κατηγορία κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο. Τέτοια ακυρότητα υπάρχει μόνον όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του υποστηρίζοντος την κατηγορία οι όροι της ενεργητικής ή παθητικής νομιμοποίησης για την άσκηση του σχετικού δικαιώματος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63, 64 και 66 ΚΠΔ, καθώς και όταν παραβιάστηκε η διαδικασία, που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και το χρόνο άσκησης της παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας, κατά το άρθρο 67 του ίδιου ως άνω κώδικα, ο οποίος εξικνείται μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου ποινικού δικαστηρίου. Το δικαίωμα για την παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας στο ποινικό δικαστήριο μπορεί να ασκηθεί από τους δικαιούμενους κατά τον αστικό κώδικα σε αποζημίωση ή αποκατάσταση από το έγκλημα ή σε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, δηλαδή από τους αμέσως ζημιωθέντες από την αξιόποινη πράξη και ειδικότερα από τους φορείς του δικαιώματος ή του εννόμου αγαθού που έχει προσβληθεί, κατά τις προβλέψεις των διατάξεων των άρθρων 914 και 932 ΑΚ. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 65 παρ. 2 ΚΠΔ, η δήλωση παράστασης στο ακροατήριο θεωρείται ως συνέχεια της δήλωσης που έγινε στην προδικασία, το επιτρεπτό δε της παράστασης του υποστηρίζοντος την κατηγορία κρίνεται από το περιεχόμενο της απαίτησης που περιέχει η δήλωσή του και από το κατηγορητήριο που διαλαμβάνει την αξιόποινη πράξη, ενώ η ουσιαστική βασιμότητα της σχετικής αξίωσης από την αποδεικτική διαδικασία. Η δήλωση δε παράστασης πολιτικής αγωγής, όταν επαναλαμβάνεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κρίνεται στο πλαίσιο που διατυπώθηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και κατά το μέτρο που έγινε δεκτή από αυτό (ΑΠ 142/2023, ΑΠ 208/2021, ΑΠ 1013/2020, ΑΠ 810/2020, ΑΠ 514/2020, ΑΠ 788/2018, ΑΠ 674/2018, ΑΠ 1245/2016, ΑΠ 604/2009).
Δικαίωμα παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας έχουν και τα νομικά πρόσωπα, τα οποία υπέστησαν από την άδικη πράξη που τελέστηκε σε βάρος τους, υλική ή ηθική βλάβη και δικαιούνται ως εκ τούτου αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, από τον αντίκτυπο της σε βάρος τους αδικοπραξίας στην πίστη, στο κύρος και στη φήμη τους.
Περαιτέρω άμεσα παθών και δικαιούμενος να υποβάλει την έγκληση κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων είναι αυτός που υπέστη από την εγκληματική σε βάρος του πράξη, άμεση ζημία για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται να ζητήσει αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης και ο οποίος δικαιούται κατ’ άρθρο 63 ΚΠΔ να παραστεί στο ποινικό δικαστήριο προς υποστήριξη της κατηγορίας (ΑΠ 404/2022, ΑΠ 973/2021, ΑΠ 674/2018, ΑΠ 566/2014).
Εξάλλου, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1,2,4, 7,16 παρ.1, 17 παρ.1 και 96 του ν. 3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας), ο οποίος εφαρμόζεται στις πτωχευτικές διαδικασίες που άρχισαν μετά τις 16-9-2007 και που σύμφωνα με τα άρθρα 180 και 182 παρ.1 αυτού, εξακολουθεί να εφαρμόζεται και μετά την έναρξη ισχύος του νέου Πτωχευτικού Κώδικα του ν. 4446/2016 (ΦΕΚ Α 240/22.12.2016), συνάγεται ότι :
- από της δημοσιεύσεως στο ακροατήριο της αποφάσεως για την κήρυξη της πτωχεύσεως μιας ανώνυμης εταιρείας, η πτωχεύσασα εταιρεία στερείται αυτοδικαίως της εξουσίας διοικήσεως – διαχειρίσεως και διαθέσεως της πτωχευτικής περιουσίας της, την οποία εξουσία αναλαμβάνει πλέον ο ορισθείς από το δικαστήριο σύνδικος της πτωχεύσεως.
- Η πτωχευτική περιουσία δεν περιέρχεται στην ομάδα των πιστωτών καθεαυτή από την άνω δημοσίευση της αποφάσεως περί κηρύξεως της πτωχεύσεως, αλλά εξακολουθεί να ανήκει στην πτωχεύσασα οφειλέτρια εταιρεία, της οποίας τα όργανα, παρά τη λύση της, διατηρούνται.
- Η ανώνυμη δε εταιρεία που λύθηκε λόγω πτώχευσης, διατηρεί κατά το στάδιο της εκκαθάρισης την περιουσιακή της αυτοτέλεια και συνακόλουθα, η περιουσία της, την οποία διοικεί το μέχρι την πτώχευση Δ.Σ. αυτής, προκειμένου να πραγματοποιηθεί ο προεκτεθείς σκοπός της εκκαθάρισης, δεν υποβάλλεται στην πτωχευτική διαδικασία, αφού στην πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνεται μόνο η ασκούμενη από το σύνδικο αξίωση των πτωχευσάντων εταίρων για επιστροφή των εισφορών και διανομή μεταξύ τους του χρησιμοποιουμένου τυχόν υπολοίπου. (Ολομ. ΑΠ Πολιτ. 4/2005).
- Η πτωχεύσασα όμως εταιρεία, μολονότι δεν αποστερείται από τα περιουσιακά της δικαιώματα και εξακολουθεί να είναι η δικαιούχος του ενεργητικού και παθητικού της πτωχευτικής της περιουσίας, παύει να νομιμοποιείται ατομικά ως διάδικος ενώπιον των δικαστηρίων για την εν λόγω πτωχευτική περιουσία, εκπροσωπούμενη υπό του συνδίκου.
- Δια της πτωχεύσεως σκοπείται η συλλογική εκτέλεση των υποχρεώσεων του πτωχού και η σύμμετρη ικανοποίηση των δανειστών του, ώστε οι ανωτέρω διατάξεις τίθενται τόσον υπέρ του δανειστών, όσο και υπέρ του αποφεύγοντος την ατομική καταδίωξη πτωχού, ο οποίος δεν χάνει ούτε τη δικαιοπρακτική του ικανότητα, ούτε το κατά τα άνω δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας, νομιμοποιούμενος και εκπροσωπούμενος ως προς μόνη τη πτωχευτική περιουσία αυτή, βάσει του νόμου, υπό του συνδίκου.
- Επομένως, ο σύνδικος της πτωχεύσεως ανώνυμης εταιρείας νομιμοποιείται ενεργητικά στη διεξαγωγή δίκης, οποιασδήποτε, που αφορά όμως την κατά τον πτωχευτικό κώδικα πτωχευτική περιουσία, και ασκεί αγωγή (και πολιτική αγωγή) για διεκδίκηση αποζημίωσης και οποιασδήποτε απαίτησης της πτωχής εταιρείας στο όνομά του, νομιμοποιούμενος ο ίδιος ως αντιπρόσωπος του οφειλέτη και όχι η πτωχεύσασα εταιρεία, ως μη δικαιούχος διάδικος.
- Αν όμως μια αξιόποινη πράξη στρέφεται κατά της ανώνυμης εταιρείας, είτε πριν αυτή τεθεί σε κατάσταση πτωχεύσεως,
- είτε και μετά την πτώχευση,
αυτή μόνη η εταιρεία πάντοτε υφίσταται την ηθική βλάβη λόγω προσβολής στην εμπορική της πίστη και όχι η ομάδα των πιστωτών, που δεν αποτελεί νομική προσωπικότητα, ούτε ο σύνδικος αυτής και επειδή η δικαιούμενη κατά το άρθρο 932 ΑΚ, χρηματική ικανοποίηση της πτωχεύσασας εταιρείας είναι, κατά τα προεκτεθέντα, αυστηρά προσωπική, δεν υπάγεται στην πτωχευτική περιουσία και δεν μπορεί να ασκηθεί υπό των δανειστών και μόνο σε αυτή την περίπτωση, η πτωχεύσασα ανώνυμη εταιρεία νομιμοποιείται ενεργητικά και μπορεί να δηλώσει παράσταση για την υπεράσπιση της, κατηγορίας δικαιούμενη χρηματική για την ικανοποίηση της ηθικής της βλάβη, εκπροσωπούμενη, κατά τις διατάξεις του Ν. 4548/2018, από την μέχρι την πτώχευση νόμιμη καταστατική διοίκησή της (Δ.Σ.) και όχι ο ορισθείς σύνδικος της πτωχεύσεως (ΟλΑΠ 2/2012, ΑΠ 404/2022, ΑΠ 987/2020, ΑΠ 709/2018, ΑΠ 1518/2011, ΑΠ πολ 1335/2020).
Ένδικη υπόθεση: Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επιτρεπτή, για τον έλεγχο του παραδεκτού και της βασιμότητας των λόγων αναιρέσεως, επισκόπηση του φακέλου της δικογραφίας, η Αικατερίνη Καμπούρη του Ζαχαρία, δικηγόρος Αθηνών, με την από 23 Οκτωβρίου 2017 μηνυτήρια αναφορά της, ως σύνδικος της πτώχευσης, της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Ηλεκτρονική Αθηνών Α.Ε.”, κατήγγειλε τελεσθείσα υπεξαίρεση κινητών ιδιοκτησίας της υπό εκκαθάριση εταιρείας και δήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής για χρηματική ικανοποίηση της υπό πτώχευση εταιρείας και όλων των πτωχευτικών πιστωτών, λόγω ηθικής βλάβης που έχουν υποστεί από την παράνομη συμπεριφορά οποιουδήποτε προσώπου ήθελε προκύψει από τη σχετική έρευνα, για το ποσό των 40 Ευρώ από έκαστο τυχόν δράστη, με ρητή επιφύλαξη κάθε δικαιώματος για το πέραν του ποσού αυτού ενώπιον των αρμόδιων πολιτικών δικαστηρίων.
Σε συνέχεια της μηνυτήριας αναφοράς ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά του κατηγορουμένου – αναιρεσείοντα για υπεξαίρεση και κατά την πρωτοβάθμια δίκη, επί της οποίας εκδόθηκε η 99/2020 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Γιαννιτσών, εμφανίσθηκε η ιδία, Αικατερίνη Καμπούρη, και δήλωσε ότι παρίσταται στη δίκη για την υποστήριξη της κατηγορίας, ως σύνδικος της πτώχευσης, σύμφωνα με την αριθμό 267/2016 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (εκούσια δικαιοδοσία) ενεργώντας για λογαριασμό της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Ηλεκτρονική Αθηνών Α.Ε.” που κηρύχθηκε σε πτώχευση, δικαιούμενη κατά τον αστικό κώδικα σε αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη από το αδίκημα, διόρισε ως πληρεξούσιο τον δικηγόρο Ζαχαρία Καμπούρη και κατέβαλε ως τέλος παράστασης υπέρ του Δημοσίου το ποσό των σαράντα (40) ευρώ.
Μετά την άσκηση εφέσεων κατά της ως άνω αποφάσεως, η υπόθεση μεταβιβάστηκε στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Γιαννιτσών, ενώπιον του οποίου επαναλήφθηκε η αυτή δήλωση. Συγκεκριμένα, ενώπιον αυτού, κατά τη δικάσιμο της 15.2.2023, εμφανίσθηκε η δικηγόρος Αικατερίνη Καμπούρη του Ζαχαρία, δικηγόρος Αθηνών, και δήλωσε ότι παρίσταται στη δίκη κατά του κατηγορουμένου – αναιρεσείοντος για την υποστήριξη της κατηγορίας, ως σύνδικος της πτώχευσης σύμφωνα με την αριθμό 267/2016 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (εκούσια δικαιοδοσία) ενεργώντας για λογαριασμό της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Ηλεκτρονική Αθηνών Α.Ε.” που κηρύχθηκε σε πτώχευση, δικαιούμενη κατά τον αστικό κώδικα σε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη από το αδίκημα, το οποίο τέλεσε ο κατηγορούμενος και διόρισε ως πληρεξούσιο τον δικηγόρο του Δ.Σ. Γιαννιτσών Ιωάννη Φωκά.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κατόπιν προβολής σχετικής ενστάσεως του κατηγορουμένου-εκκαλούντος και ήδη αναιρεσείοντος για την αποβολή της υποστηρίζουσας την κατηγορία πολιτική αγωγή απέρριψε την ένσταση και δέχτηκε την παράσταση της Αικατερίνης Καμπούρη, δικηγόρου Αθηνών, ως συνδίκου της πτώχευσης σύμφωνα με την αριθμό 267/2016 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (εκούσια δικαιοδοσία) ενεργώντας για λογαριασμό της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Ηλεκτρονική Αθηνών Α.Ε.” που κηρύχθηκε σε πτώχευση, “δικαιούμενη κατά τον αστικό κώδικα σε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη (η ως άνω ανώνυμη εταιρεία) από το αδίκημα που τέλεσε ο κατηγορούμενος”.
Από την επισκόπηση των πρακτικών της απόφασης προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας με την προσβαλλόμενη απόφασή του διέλαβε την εξής αιτιολογία για την απόρριψη της σχετικής ένστασης: “Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1, 2, 4, 7, 16 παρ. 1, 17 παρ.1 και 96 του ν. 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας, ο οποίος εφαρμόζεται στις πτωχευτικές διαδικασίες που άρχισαν μετά τις 16-9-2007 και που σύμφωνα με τα άρθρα 180 και 182 παρ.1 αυτού, εξακολουθεί να εφαρμόζεται και μετά την έναρξη ισχύος του νέου Πτωχευτικού Κώδικα του ν. 4446/2016 συνάγεται ότι από της δημοσιεύσεως στο ακροατήριο της αποφάσεως για την κήρυξη της πτωχεύσεως μιας ανώνυμης εταιρείας, η πτωχεύσασα εταιρεία στερείται αυτοδικαίως της εξουσίας διοικήσεως – διαχειρίσεως και διαθέσεως της πτωχευτικής περιουσίας της. την οποία εξουσία αναλαμβάνει πλέον ο ορισθείς από το δικαστήριο σύνδικος της πτωχεύσεως. Η πτωχευτική περιουσία δεν περιέρχεται στην ομάδα των πιστωτών καθεαυτή από την άνω δημοσίευση της αποφάσεως περί κηρύξεως της πτωχεύσεως, αλλά εξακολουθεί να ανήκει στην πτωχεύσασα οφειλέτρια εταιρεία, της οποίας τα όργανα, παρά τη λύση της διατηρούνται. Η ανώνυμη δε εταιρεία που λύθηκε λόγω πτώχευσης, διατηρεί κατά το στάδιο της εκκαθάρισης την περιουσιακή της αυτοτέλεια και συνακόλουθα, η περιουσία της την οποία διοικεί το μέχρι την πτώχευση Δ.Σ. αυτής, προκειμένου να πραγματοποιηθεί ο προεκτεθείς σκοπός της εκκαθάρισης, δεν υποβάλλεται στην πτωχευτική διαδικασία, αφού στην πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνεται μόνο η ασκούμενη από το σύνδικο αξίωση των πτωχευσάντων εταίρων για επιστροφή των εισφορών και διανομή μεταξύ τους του χρησιμοποιουμένου τυχόν υπολοίπου…Η πτωχεύσασα όμως εταιρεία, μολονότι δεν αποστερείται από τα περιουσιακά της δικαιώματα και εξακολουθεί να είναι η δικαιούχος του ενεργητικού και παθητικού της πτωχευτικής της περιουσίας, παύει να νομιμοποιείται ατομικά ως διάδικος ενώπιον των δικαστηρίων για την εν λόγω πτωχευτική περιουσία, εκπροσωπούμενη υπό του συνδίκου. Δια της πτωχεύσεως σκοπείται η συλλογική εκτέλεση των υποχρεώσεων του πτωχού και η σύμμετρη ικανοποίηση των δανειστών του, ώστε οι ανωτέρω διατάξεις τίθενται τόσον υπέρ του δανειστών όσο και υπέρ του αποφεύγοντος την ατομική καταδίωξη πτωχού, ο οποίος δεν χάνει ούτε τη δικαιοπρακτική του ικανότητα, ούτε το κατά τα άνω δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας, νομιμοποιούμενος και εκπροσωπούμενος ως προς μόνη τη πτωχευτική περιουσία αυτή, βάσει του νόμου, υπό του συνδίκου. Επομένως, ο σύνδικος της πτωχεύσεως ανώνυμης εταιρείας νομιμοποιείται ενεργητικά στη διεξαγωγή δίκης, οποιασδήποτε, που αφορά όμως την κατά τον πτωχευτικό κώδικα πτωχευτική περιουσία, και ασκεί αγωγή (και πολιτική αγωγή) για διεκδίκηση αποζημίωσης και οποιασδήποτε απαίτησης της πτωχής εταιρείας στο όνομά του, νομιμοποιούμενος ο ίδιος ως αντιπρόσωπος του οφειλέτη και όχι η πτωχεύσασα εταιρεία, ως μη δικαιούχος διάδικος. Αν όμως μια αξιόποινη πράξη στρέφεται κατά της ανώνυμης εταιρείας, είτε πριν αυτή τεθεί σε κατάσταση πτωχεύσεως, είτε και μετά την πτώχευση, αυτή μόνη η εταιρεία πάντοτε υφίσταται την ηθική βλάβη λόγω προσβολής στην εμπορική της πίστη και όχι η ομάδα των πιστωτών, που δεν αποτελεί νομική προσωπικότητα, ούτε ο σύνδικος αυτής και επειδή η δικαιούμενη κατά το άρθρο 932 ΑΚ, χρηματική ικανοποίηση της πτωχεύσασας εταιρείας είναι, κατά τα προεκτεθέντα, αυστηρά προσωπική, δεν υπάγεται στην πτωχευτική περιουσία και δεν μπορεί να ασκηθεί υπό των δανειστών και μόνο σε αυτή την περίπτωση, η πτωχεύσασα ανώνυμη εταιρεία νομιμοποιείται ενεργητικά και μπορεί να δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής για χρηματική της ικανοποίηση, εκπροσωπούμενη, κατά το άρθρο 18 του ν. 2190/1920, όπως κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. 174/1963, από την μέχρι την πτώχευση νόμιμη καταστατική διοίκησή της (Δ.Σ.) και όχι ο ορισθείς σύνδικος της πτωχεύσεως …. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι σε περίπτωση τελέσεως ποινικού αδικήματος που στρέφεται κατά της ιδιοκτησίας πτωχεύσασας ανώνυμης εταιρείας, ναι μεν άμεσα παθούσα είναι η πτωχή εταιρεία, η οποία είναι και δικαιούχος της αξιώσεως της εκ του αδικήματος αποκατάστασης της περιουσιακής της ζημίας, πλην δεν νομιμοποιείται η ίδια δια των καταστατικών οργάνων της στη διεκδίκηση αποζημιώσεως για τη ζημία αυτή, καθώς και για την υποβολή εγκλήσεως για την ποινική δίωξη του αδικήματος, αλλά ο διορισθείς σύνδικος της πτωχεύσεως, νομιμοποιούμενος ο ίδιος ως αντιπρόσωπος της οφειλέτιδας… Όταν η δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής επαναλαμβάνεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κρίνεται στο πλαίσιο που διατυπώθηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και κατά το μέρος που έγινε δεκτή από αυτό …. Στην προκειμένη περίπτωση, επειδή το έγκλημα της υπεξαίρεσης (άρ. 375 παρ.lα ΠΚ) σε βάρος της πτωχευσάσης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΉ ΑΘΗΝΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΉ ΕΤΑΙΡΙΑ”, που εδρεύει στην Αθήνα, φέρεται ότι τελέστηκε σύμφωνά με το κατηγορητήριο στις 5-9-2016, ήτοι μετά την πτώχευση αυτής που έλαβε χώρα την 13-4-2016, ορθώς παρέστη προς υποστήριξη της κατηγορίας κατά του κατηγορουμένου, για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για λογαριασμό της πτωχεύσασας εταιρείας η νομίμως διορισθείσα σύνδικος αυτής δικηγόρος Αθηνών, Αικατερίνη Καμπούρη, δεδομένου ότι η εταιρία αυτή εξακολουθεί να βρίσκεται σε κατάσταση πτώχευσης και ούτε αποδείχθηκε η παύση των εργασιών αυτής, και επομένως, πρέπει να απορριφθούν οι αντιρρήσεις που προβάλλονται εκ μέρους του κατηγορουμένου για την ως άνω παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας από την σύνδικο της πτώχευσης”.
Κρίση του Αρείου Πάγου: Σύμφωνα με τα ανωτέρω το δικαστήριο της ουσίας με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ότι “ορθώς παρέστη προς υποστήριξη της κατηγορίας κατά του κατηγορουμένου, για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για λογαριασμό της πτωχεύσασας εταιρείας η νομίμως διορισθείσα σύνδικος αυτής δικηγόρος Αθηνών, Αικατερίνη Καμπούρη”, πλην όμως, σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη (βλ. ανωτέρω στις Σχετικές διατάξεις) αυτή, ενώ είχε δικαίωμα υποβολής έγκλησης ως συνδίκου της πτωχευσάσης εταιρείας και δικαίωμα διεκδίκησης αποζημίωσης για την αποκατάσταση της ζημίας της πτωχής, δεν νομιμοποιείται ενεργητικώς να παραστεί προς υπεράσπιση της κατηγορίας λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη η ανώνυμη εταιρεία διότι το δικαίωμα αυτό το έχει μόνο η ανώνυμη εταιρεία, εκπροσωπούμενη από την μέχρι την πτώχευση νόμιμη καταστατική διοίκηση αυτής (Δ.Σ.). Επομένως, ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ του ΚΠΔ πρώτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο λόγω παρανόμου παραστάσεως της υποστηρίζουσας την κατηγορία, είναι βάσιμος και πρέπει, κατά παραδοχήν του, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως, είναι εφικτή (άρθρο 519 ΚΠΔ), παρέλκει δε, μετά ταύτα, η έρευνα των λοιπών λόγων του κυρίου δικογράφου της αιτήσεως.
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ