Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 303 παρ. 1 ΚΠΔ (Ποινική διαπραγμάτευση) στις περιπτώσεις που επιτρέπεται η ποινική διαπραγμάτευση στα κακουργήματα (στις περιπτώσεις των αυτεπαγγέλτως διωκομένων εγκλημάτων, εξαιρουμένων των κακουργημάτων: α) που απειλούνται και με ποινή ισόβιας κάθειρξης και β) που προβλέπονται στο άρθρο 187Α ΠΚ και στο δέκατο ένατο κεφάλαιο του ΠΚ), ο κατηγορούμενος δικαιούται μέχρι την τυπική περάτωση της κύριας ανάκρισης ή της προανάκρισης να ζητήσει εγγράφως ο ίδιος ή διά του συνηγόρου του την έναρξη της διαδικασίας ποινικής διαπραγμάτευσης, αντικείμενο της οποίας μπορεί να είναι μόνο η επιβλητέα κύρια ή παρεπόμενη ποινή.
Μόλις υποβληθεί το αίτημα για διαπραγμάτευση για κακούργημα η δικογραφία διαβιβάζεται στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος οφείλει να κρίνει αν η συγκεκριμένη ποινική υπόθεση είναι, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων τέλεσης της πράξης και της προσωπικότητας του κατηγορουμένου, κατάλληλη προς διαπραγμάτευση. (301 παρ. 2 εδ. α). Ο εισαγγελέας καλεί υποχρεωτικά τον κατηγορούμενο να εμφανισθεί ενώπιον του μετά ή διά συνηγόρου και, αν το κρίνει αναγκαίο, τον παθόντα μετά ή δια συνηγόρου. Αν ο κατηγορούμενος δεν έχει συνήγορο ο εισαγγελέας του διορίζει υποχρεωτικά από τον σχετικό πίνακα του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Ο εισαγγελέας δικαιούται κατά την κρίση του να εξαρτήσει την έναρξη της διαπραγμάτευσης, από την πλήρη αποκατάσταση της ζημίας ή από τη σοβαρή προσπάθεια του υπαιτίου να αποκαταστήσει τη ζημία.
Στις περιπτώσεις που κατηγορούμενος οδηγείται συνοδεία στον εισαγγελέα, μετά από τη σύλληψή του για τέλεση κακουργήματος, δικαιούται να υποβάλει εγγράφως το αίτημα για διαπραγμάτευση αμέσως, αφού ο νομοθέτης στην παρ.1 του 303 ορίζει ως απώτατο χρονικό σημείο στην προδικασία για την υποβολή του αιτήματος «μέχρι την τυπική περάτωση της κύριας ανάκρισης». Το ζήτημα που δημιουργείται είναι αν μπορεί να υποβληθεί αμέσως μόλις ασκηθεί της ποινικής δίωξης με την εντολή για κύρια ανάκριση, διότι, με την υποβολή του αιτήματος, η εξέλιξη της διαδικασίας διακόπτεται και η δικογραφία διαβιβάζεται στον εισαγγελέα εφετών για την κρίση επί του αιτήματος. Ας μη λησμονούμε και το στενό χρονικά περιθώριο μέχρι τη λήψη απολογίας από τον ανακριτή, οπότε και θα αποφασιστεί η περαιτέρω δικονομική μεταχείριση του κατηγορούμενου (προσωρινή κράτηση, περιοριστικοί όροι).
Η εξέταση του αιτήματος από τον εισαγγελέα εφετών και η ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης δεν έχει χρονικό προσδιορισμό (π.χ. για αίτημα διαπραγμάτευσης που υποβάλλεται στο ακροατήριο, το δικαστήριο μπορεί να διακόψει τη συζήτηση για τη σύνταξη πρακτικού, έως 15 ημέρες (303 παρ. 7 εδ. δ), ομοίως στην ποινική συνδιαλλαγή προβλέπεται προθεσμία 15 ημερών για την εξέταση του αιτήματος (301 παρ. 3 και 302 παρ. 3). Οπωσδήποτε οι 15 ημέρες θα χρειασθούν και στην περίπτωση του 303 παρ. 1 και 2 για την εξέταση του αιτήματος, κατ’ ανάλογη εφαρμογή. Το ερώτημα είναι τι θα γίνει με τον προσαχθέντα κατηγορούμενο που δεν έχει ακόμα οδηγηθεί στον ανακριτή.
Φρονώ ότι στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τα ακόλουθα:
- Απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη της διαπραγμάτευσης είναι η ομολογία του κατηγορουμένου, η οποία πρέπει να εμπεριέχεται στο πρακτικό διαπραγμάτευσης (303 παρ.4 εδ.β)
- Με την άσκηση από τον εισαγγελέα της ποινικής δίωξης in rem (27 παρ.1) ο κατηγορούμενος δεν έχει λάβει επίσημα το κατηγορητήριο, όπου αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά (τόπος, χρόνος, συμπεριφορά κ.λπ.) που συγκεκριμενοποιούν τις κατηγορίες σε βάρος τους.
- Αρμόδιος για τη σύνταξη του κατηγορητηρίου είναι ο ανακριτής. (246 παρ.1)
- Με βάση τα παραπάνω, ο κατηγορούμενος πριν οδηγηθεί στον ανακριτή για να του αποδώσει συγκεκριμένη κατηγορία, δεν μπορεί να προβεί σε ομολογία, αφού δεν έχει συνταχθεί το κατηγορητήριο. (Ομολογία συνιστά η παραδοχή των πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την κατηγορία και όχι η αφηρημένη αποδοχή νομικών διατάξεων).
- Εφόσον δεν μπορεί να ομολογήσει ο κατηγορούμενος, η υπόθεση, μετά τη δίωξη θα οδηγηθεί στον ανακριτή, ο οποίος θα συντάξει το κατηγορητήριο, ώστε να γνωρίζει ο κατηγορούμενος τι προτίθεται να ομολογήσει.
- Αν, μετά τη σύνταξη του κατηγορητηρίου, ο κατηγορούμενος εμμένει στο αίτημα διαπραγμάτευσης, τηρουμένων των δικονομικών εγγυήσεων (διορισμός δικηγόρου), τότε, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 303 :
α. αν το πρακτικό διαπραγμάτευσης συνταχθεί πριν από την απολογία του κατηγορουμένου η ανάκριση θεωρείται περατωμένη ως προς αυτόν,
β. εκτός αν ο εισαγγελέας θεωρεί ότι συντρέχει περίπτωση να επιβληθούν περιοριστικοί όροι, οπότε ο ανακριτής λαμβάνει απολογία του κατηγορουμένου, μετά την οποία ο ανακριτής μπορεί να αφήσει τον κατηγορούμενο ελεύθερο ή να εκδώσει διάταξη για την επιβολή περιοριστικών όρων κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 283. Αν το πρακτικό διαπραγμάτευσης συνταχθεί μετά την απολογία του κατηγορουμένου, ο εισαγγελέας μπορεί με διάταξή του να άρει ή να αντικαταστήσει τα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού που τυχόν έχουν επιβληθεί στον κατηγορούμενο. (Η νομοθετική αυτή ρύθμιση είναι προβληματική, αφού μία διάταξη που έχει εκδώσει ο ανακριτής για την επιβολή περιοριστικών όρων την αίρει ο εισαγγελέας. Ορθότερο θα ήταν να υποβάλει ο εισαγγελέας πρόταση για άρση στον ανακριτή κατά το άρθρο 291 παρ.1 ΚΠΔ)
Στην περίπτωση όμως της συνοδείας κατηγορουμένου, επειδή υπάρχει και η ασφυκτική προθεσμία του πενθημέρου όπου κρατείται ο κατηγορούμενος (άρθρο 6 Συνταγ), προτιμητέο είναι ο τελευταίος να απολογηθεί και, αφού περάσει και από την ακρόαση του εισαγγελέα, θα αποφασιστεί η περαιτέρω τύχη του για το αν θα του επιβληθούν ή μη περιοριστικοί όροι. Και είναι προτιμητέο διότι, μόλις ο κατηγορούμενος οδηγηθεί στον ανακριτή, θα πρέπει ο τελευταίος να μελετήσει την υπόθεση, να συντάξει κατηγορητήριο, στη συνέχεια να ομολογήσει ο κατηγορούμενος και να ακολουθήσουν οι ενέργειες του εισαγγελέα εφετών (κλήση παθόντος, συμφωνία για την ικανοποίηση ολική ή μερική του παθόντος από το έγκλημα, σύνταξη του πρακτικού διαπραγμάτευσης). Όλες αυτές οι ενέργειες, στις πλείστες των περιπτώσεων, θα υπερβαίνουν το πενθήμερο. Σε όσες περιπτώσεις είναι εφικτό όλα τα παραπάνω να γίνουν εντός του πενθημέρου η διαδικασία μπορεί να ολοκληρωθεί.
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ