fbpx
Παρασκευή, 20 Σεπτεμβρίου, 2024

Συνολική ποινή – Απόλυση υπό όρο- Έγκλημα που τελέστηκε στο διάστημα της αναστολής – Αθροιστική επιμέτρηση ποινής

Χρόνος ανάγνωσης 8 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 8 λεπτά

Δείτε επίσης

Με την  ΑΠ 1154/2021 αναιρείται συγχωνευτική απόφαση καθορισμού συνολικής ποινής, για εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης, αφού συγχώνευσε και ποινή που επιβλήθηκε για έγκλημα που τελέστηκε κατά το χρονικό διάστημα που ο καταδικασμένος τελούσε σε απόλυση υπό όρο.

Σχετικές διατάξεις. «Κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1, 96 παρ. 1 και 97 ΠΚ, κατά του υπαιτίου δύο ή περισσότερων εγκλημάτων, που πραγματώθηκαν με δύο ή περισσότερες πράξεις και τιμωρούνται κατά τον νόμο με πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές ή ποινές σε χρήμα, επιβάλλεται, μετά την επιμέτρησή τους, συνολική ποινή, η οποία αποτελείται από τη βαρύτερη από τις συντρέχουσες ποινές, επαυξημένη με ανάλογη προσμέτρηση των υπολοίπων, της προβλέψεως αυτής εφαρμοζόμενης και όταν κάποιος, προτού εκτιθεί ολοκληρωτικά ή παραγραφεί ή χαριστεί η ποινή που του επιβλήθηκε για κάποια αξιόποινη πράξη, καταδικαστεί για άλλη αξιόποινη πράξη, οποτεδήποτε και αν τελέστηκε αυτή.

Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 105 παρ.1 περ. α’ του ΠΚ όπως ίσχυε μέχρι τις 30-6-2019, όσοι καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης μπορούν να απολυθούν υπό τον όρο της ανάκλησης, εφόσον έχουν εκτίσει τα 2/5 της ποινής τους. Από την ίδια ως άνω διάταξη του ΠΚ σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 108 και 109 του ίδιου Κώδικα, αν από την απόλυση, υπό τον όρο της ανακλήσεως, του καταδικασθέντος σε στερητική της ελευθερίας ποινή περάσει το χρονικό διάστημα της ποινής, το οποίο υπολειπόταν για έκτιση σε όσες περιπτώσεις αυτό είναι ανώτερο από τρία έτη, ή αν περάσουν τρία έτη, (όταν αυτό είναι μικρότερο των τριών ετών), χωρίς να γίνει ανάκληση, η ποινή (αν δεν πρόκειται για ισόβια κάθειρξη, οπότε απαιτείται να περάσουν δέκα έτη) θεωρείται ότι έχει εκτιθεί. Αν, όμως, μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα, εκείνος που απολύθηκε διαπράξει έγκλημα από δόλο, για το οποίο του επιβλήθηκε αμετακλήτως οποτεδήποτε ποινή φυλακίσεως ανώτερη από ένα έτος (όπως προβλέπεται μετά την αντικατάσταση του άρθρου 108 ΠΚ με το άρθρ. 67 παρ. 2 Ν. 4139/2013, που ισχύει από 20-3-2013 και εφεξής), τότε εκτίει αθροιστικά και ολόκληρο το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής, το οποίο έπρεπε να εκτίσει κατά τον χρόνο της προσωρινής απολύσεως και, επομένως, δεν χωρεί στην περίπτωση αυτή η εφαρμογή των διατάξεων, που διέπουν τον καθορισμό συνολικής ποινής, αφού αποκλείεται η προσμέτρηση του κατά τα άνω υπολοίπου. Η απόλυση, δηλαδή, υπό τον όρο της ανακλήσεως, δεν αποτελεί απαλλαγή από την ποινή, αλλά στάδιο εκτελέσεώς της, που επιδιώκει την αποτροπή της υποτροπής με τη βελτίωση του καταδίκου και την κοινωνική του αποκατάσταση (Ολ.Α.Π. 106/1991), η δε άρση της απολύσεως επέρχεται αυτοδικαίως, μόλις η καταδίκη για το νέο έγκλημα γίνει αμετάκλητη έστω και μετά τη λήξη τού χρόνου δοκιμασίας, αρκεί το έγκλημα αυτό να έχει τελεσθεί εντός του χρόνου της δοκιμασίας.

 Από τις πιο πάνω διατάξεις, σε συνδυασμό και με εκείνη του άρθρου 551 παρ. 1 εδ. α’ Κ.Π.Δ., η οποία συνιστά ουσιαστική ποινική διάταξη κατά το μέρος που αναφέρεται στον καθορισμό συνολικής ποινής και ορίζει, ότι “αν πρόκειται να εκτελεσθούν κατά του ίδιου προσώπου περισσότερες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις για διαφορετικά εγκλήματα που συρρέουν, εφαρμόζονται οι ορισμοί του ποινικού κώδικα για τη συρροή”, δηλαδή τα άρθρα 94 επ. ΠΚ, συνάγεται ότι, αν κατά το στάδιο της δοκιμασίας εκείνου που απολύθηκε υπό όρο συμπέσει ποινή ανώτερη του ενός έτους για άλλη (ή και περισσότερες) από δόλο τελεσθείσα πράξη (ή πράξεις), παρόλο ότι η ποινή για την οποία είχε δοθεί υπό όρο απόλυση και η νέα (ή οι νέες) συναντώνται κατά την εκτέλεση, δεν επιτρέπεται να καταγνωσθεί μία συνολική ποινή με συνυπολογισμό της ποινής, για την οποία ο κατάδικος είχε απολυθεί υπό τον όρο της ανακλήσεως, καθόσον ολόκληρο το υπόλοιπο της τελευταίας εκτίεται αθροιστικά, αφότου καταστεί αμετάκλητη η απόφαση, που επέβαλε στον υπό όρο απολυθέντα ποινή φυλακίσεως ανώτερη του ενός έτους για έγκλημα, το οποίο διέπραξε από δόλο εντός του χρόνου της δοκιμασίας. Τέλος, όπως προκύπτει από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε’ ΚΠΔ εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει,, όταν ο δικαστής αποδίδει σε αυτή διαφορετική έννοια, από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν ο δικαστής δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε, στη διάταξη που εφαρμόστηκε.»

Ένδικη υπόθεση. «Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επιτρεπτή επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, με την προσβαλλόμενη με αριθμό 120/2021 ( συγχωνευτική ) απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, έγινε δεκτή η από 16-3-2021 αίτηση του Ι. Γ. , κατοίκου …, κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Νιγρίτας Σερρών και ήδη στο Γενικό Κατάστημα Κράτησης Θεσσαλονίκης και καθορίστηκε συνολική ποινή κάθειρξης διακοσίων είκοσι έξι ( 226 ) ετών και έξι ( 6 ) μηνών, με εκτιτέα τα είκοσι (20) έτη, καθώς και συνολική χρηματική ποινή 463.000 ευρώ.
 Α) Για τον καθορισμό της συνολικής ποινής κάθειρξης που επιβλήθηκε στον καταδικασθέντα, συνυπολογίστηκαν από το Δικαστήριο οι εξής ποινές:

α) ως ποινή βάσης, συνολική ποινή κάθειρξης εκατόν ογδόντα έξι (186 ) ετών που καθορίστηκε με τη με αριθμό 2298,2496/18-12-2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης (για πράξεις που τελέστηκαν από τον 12ο του 2015 έως 12-7-2016 και αναφέρονται κατωτέρω στην οικεία θέση),

β) ποινή φυλάκισης τεσσάρων ( 4 ) ετών που επιβλήθηκε σ’ αυτόν με τη με αριθμό 1049/17-10-2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης ( για πράξη που τελέστηκε από 1-7-2011 έως 1-6-2013 ) και

 γ) συνολική ποινή φυλάκισης σαράντα ενός ( 41) ετών, με εκτιτέα τα δέκα ( 10 ) έτη, η οποία καθορίστηκε με τη με αριθμό 111/18-3-2014 συγχωνευτική απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θράκης [στην οποία επιμετρήθηκαν:

αα) συνολική ποινή φυλάκισης 38 ετών που του επιβλήθηκε με τη με αριθμό 612/19-9-2012 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης,

ββ) ποινή φυλάκισης 4 ετών που του επιβλήθηκε με την με αριθμό 3150- 3151/29-11-2013 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και γγ) ποινή φυλάκισης 3 ετών, που του επιβλήθηκε με την με αριθμό 1252-1253-1254/18-5-2012 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, για πράξεις που τελέστηκαν από το 2003 έως το 2006].

Β) Περαιτέρω, για τον καθορισμό της συνολικής χρηματικής ποινής των 463.000 ευρώ που επιβλήθηκε με την ίδια ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση στον καταδικασθέντα, συνυπολογίσθηκαν από το Δικαστήριο οι εξής ποινές:

α) ως ποινή βάσης, συνολική χρηματική ποινή 375.000 ευρώ, που καθορίστηκε με τη με αριθμό 111/18-3-2014 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θράκης και

 β) συνολική χρηματική ποινή 117.000 ευρώ που καθορίστηκε με τη με αριθμό 2298, 2496/18-12-2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Σε εκτέλεση της ως άνω με αριθμό 111/2014 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Θράκης, ο προαναφερόμενος κρατήθηκε στο Κατάστημα Κράτησης Νιγρίτας Σερρών από όπου αφού εξέτισε τα 2/5 της ποινής αυτής, απολύθηκε υπό όρο, με τη με αριθμό 385/12-11-2014 διάταξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Σερρών και με ανασταλέν υπόλοιπο ποινής πέντε ( 5 ) έτη, δώδεκα ( 12 ) μήνες και είκοσι επτά ( 27 ) ημέρες.

 Όμως, κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του, η οποία ήταν ισόχρονη κατ’ άρθρο 109 ΠΚ, με το ανωτέρω ανασταλέν υπόλοιπο της ποινής του [ δηλ. πέντε (5 ) έτη, δώδεκα ( 12 ) μήνες και είκοσι επτά (27) ημέρες] και συγκεκριμένα κατά το χρονικό διάστημα από τις αρχές Δεκεμβρίου 2015 έως τις 12-7-2016, ο ανωτέρω κατάδικος διέπραξε από δόλο νέες αξιόποινες πράξεις και δη τα εγκλήματα της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση και της παράνομης προώθησης στο εσωτερικό της χώρας υπηκόων τρίτων χωρών κατά συρροή, από κερδοσκοπία, για τα οποία κηρύχθηκε ένοχος και καταδικάστηκε με την αναφερόμενη ανωτέρω, με αριθμό 2298, 2496/18-12-2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, στην ως άνω συνολική ποινή κάθειρξης των 186 ετών (καθώς και σε χρηματική ποινή 117.000 ευρώ), η οποία προσμετρήθηκε, όπως προαναφέρθηκε, στην προσβαλλόμενη συγχωνευτική απόφαση.

Επομένως, αφού ο εν λόγω κατάδικος, καταδικάστηκε σε ποινή ανώτερη του έτους, για νέα από δόλο πράξη που τέλεσε εντός του χρόνου της δοκιμασίας του, συντρέχει νόμιμος λόγος αυτοδίκαιης άρσης, σύμφωνα με το άρθρο 108 του ΠΚ, της υπό όρο απόλυσης που του είχε χορηγηθεί κατά τα ανωτέρω και απαγόρευσης για τον λόγο αυτό καθορισμού συνολικής ποινής μεταξύ της ανωτέρω ποινής για την οποία του χορηγήθηκε η υπό όρο απόλυση και των μεταγενέστερων ποινών που του επιβλήθηκαν, διότι η ως άνω ποινή υπόκειται όπως προαναφέρθηκε σε αθροιστική έκτιση, ως προς το υπόλοιπο αυτής που είχε ανασταλεί με την υπό όρο απόλυση. Το γεγονός δε ότι η απόφαση με την οποία αυτός καταδικάστηκε κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του δεν κατέστη τυχόν αμετάκλητη εντός του χρόνου αυτού, δεν ασκεί επιρροή στην αυτοδίκαιη άρση της απόλυσης, διότι και πριν το αμετάκλητό της συντρέχει ο ίδιος δικαιολογητικός λόγος της απαγόρευσης, ο λόγος δηλαδή της σωφρονιστικής κύρωσης του καταδίκου, ο οποίος κατά τον χρόνο της δοκιμασίας του εξετράπη σε βαριά από δόλο εγκληματική διαγωγή.

Έτσι, όμως όπως αποφάσισε το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης με την προσβαλλόμενη απόφασή του και προέβη στη συγχώνευση των παραπάνω ποινών, προσμετρώντας σε αυτές και την προαναφερόμενη ποινή, που επιβλήθηκε στον ως άνω κατάδικο με την με αριθμό 111/2014 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θράκης, ενώ τούτο δεν ήταν επιτρεπτό κατά τα προεκτεθέντα, λόγω της αυτοδίκαιης άρσης της υπό όρο απόλυσής του για την ποινή αυτή και της υποχρέωσής του για αθροιστική έκτιση του ανασταλέντος υπολοίπου αυτής, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 94 αρ. 1, 97, 108, 109 του ΠΚ και 551 του ΚΠΔ ( που είναι ουσιαστική κατά το μέρος της που αναφέρεται στον καθορισμό συνολικής ποινής).

Συνεπώς, ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε’ του ΚΠΔ προβαλλόμενος λόγος της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων των άρθρων 94 παρ.1 , 96, 97, 108, 109 του ΠΚ και 551 του ΚΠΔ, με την αιτίαση ότι προέβη σε ανεπίτρεπτο κατά τις διατάξεις αυτές καθορισμό συνολικής ποινής του αιτούντος καταδίκου, με την προσμέτρηση στις συγχωνευόμενες ποινές και της ποινής για την οποία η απόλυση υπό όρο που του είχε χορηγηθεί είχε αρθεί και έπρεπε να την εκτίσει αθροιστικώς, είναι βάσιμος.

Συνακόλουθα πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη με αριθμό 120/2021 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο του οποίου η σύνθεση είναι δυνατή από άλλον δικαστή εκτός από εκείνον που δίκασε προηγουμένως ( αρθρ. 519 ΚΠΔ ).»

* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -