Με την ΑΠ 866/2023 οριοθετείται το διαχρονικό δίκαιο του εγκλήματος της χρεοκοπίας όπως αυτό προβλέπεται στον Πτωχευτικό Κώδικα.
Στις 10-07-2007 δημοσιεύθηκε ο Ν 3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας), ο οποίος άρχισε να ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 180 αυτού την 16η Σεπτεμβρίου 2007 και ο οποίος και κατήργησε, κατ’ άρθρο 181, τη διάταξη του άρθρου 684 ΕμπΝ και κάθε άλλη διάταξη που αναφέρεται σε αντικείμενο που ρυθμίζεται από τον παρόντα κώδικα και αντιβαίνει στις διατάξεις αυτού.
Εξάλλου, με το άρθρο 171 του ως άνω νόμου προβλέφθηκε το έγκλημα της χρεοκοπίας (καταργώντας σιωπηρά τη διάταξη του άρθρου 398 ΠΚ και τη διάκριση του προϊσχύσαντος δικαίου μεταξύ απλής και δόλιας χρεοκοπία) ως εξής: “1. Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος, κατά την ύποπτη περίοδο ή και έξι (6) μήνες πριν ή και μετά την κήρυξη της πτώχευσης οποτεδήποτε: α) εξαφανίζει ή παρασιωπά περιουσιακά του στοιχεία, που σε περίπτωση πτώχευσης εμπίπτουν στην πτωχευτική περιουσία ή κατά τρόπο που αντίκειται στους κανόνες της συνετής οικονομικής διαχείρισης, ματαιώνει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τρίτων, βλάπτει ή καθιστά αυτά χωρίς αξία,…”.
Κατά την παρ. 4 εξ άλλου του ίδιου ως άνω άρθρου, όπως αυτή αντικαταστάθηκε και ισχύει ως ευμενέστερη, με το άρθ. 14 παρ. 9 Ν 4491/2017: “Οι πράξεις του παρόντος άρθρου είναι αξιόποινες μόνο σε περίπτωση που κηρυχθεί η πτώχευση ή η αίτηση απορριφθεί για τον λόγο ότι προβλέπεται πως η περιουσία του οφειλέτη δεν θα επαρκέσει για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3”.
Περαιτέρω, κατ’ άρθρο 16 (Πτωχευτική περιουσία): “Η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται…”.
Άλλωστε με την αντίστοιχη παρόμοια διάταξη του νέου Πτωχευτικού Κώδικα (άρθ. 197 Ν 4738/2020) προβλέπεται επίσης ότι: “1. Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος, κατά την ύποπτη περίοδο, όπως αυτή προσδιορίζεται με την πτωχευτική απόφαση, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 81 ή και έξι (6) μήνες πριν ή και μετά την κήρυξη της πτώχευσης οποτεδήποτε: α. εξαφανίζει ή παρασιωπά περιουσιακά του στοιχεία που σε περίπτωση πτώχευσης εμπίπτουν στην πτωχευτική περιουσία ή κατά τρόπο που αντίκειται στους κανόνες της συνετής οικονομικής διαχείρισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας που ασκούσε, ματαιώνει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τρίτων, βλάπτει ή καθιστά αυτά χωρίς αξία… 5. Οι πράξεις του παρόντος άρθρου είναι αξιόποινες μόνο σε περίπτωση που κηρυχθεί η πτώχευση ή η αίτηση απορριφθεί για τον λόγο ότι προβλέπεται πως η περιουσία του οφειλέτη δεν θα επαρκέσει για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 77”.
Από τις ανωτέρω διατάξεις, τόσον του προηγούμενου Πτωχευτικού Κώδικα όσο και του νέου, με τις οποίες προβλέπεται ίδιο πλαίσιο ποινής, προκύπτει ότι έχει θεσπιστεί ένα ενιαίο πτωχευτικό αδίκημα χρεοκοπίας, του οποίου οι ποινικές υποστάσεις αναλύονται σ’ αυτές.
Στοιχεία τους εγκλήματος της χρεοκοπίας: Πρόκειται για έγκλημα γνήσιο, πολύτροπο (υπαλλακτικώς μικτό), διότι οι περισσότεροι τρόποι τελέσεώς του αποτελούν εκφάνσεις της ίδιας εγκληματικής συμπεριφοράς, ώστε, αν ο δράστης πραγματώσει περισσότερους του ενός τρόπου τελέσεώς του, συγχρόνως ή διαδοχικώς, ένα μόνο έγκλημα χρεοκοπίας διαπράττει.
Περαιτέρω, από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση της πρώτης περίπτωσης του στοιχείου α’ της παρ. 1 απαιτείται :
- η παρασιώπηση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου, ανεξάρτητα από την αξία αυτού, κατά τον χρόνο παρασιώπησης, αρκεί αυτό να εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 16 του Ν. 3588/2007. Απαιτείται δηλαδή και αρκεί (και πρέπει τούτο να αιτιολογείται ειδικά στην προσβαλλομένη απόφαση) ότι το αποκρυβέν περιουσιακό στοιχείο ανήκε στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης,
- οπουδήποτε και αν βρισκόταν
- και δεν ανήκε στα, κατά, το κοινό δικονομικό δίκαιο ή άλλες διατάξεις, ακατάσχετα ή εξαιρούμενα με ειδικές διατάξεις νόμων, ούτε αποκτήθηκε μετά την κήρυξη της πτώχευσης, εκτός αν προέρχεται από ενοχή ή κύριο δικαίωμα που υπήρχε πριν την κήρυξη της πτώχευσης (ΑΠ 638/2021, ΑΠ 1910/2019, ΑΠ 979/2019, ΑΠ 709/2018).
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ