fbpx

Καταπολέμηση της διαφθοράς στη Ρουμανία: Διορισμός εισαγγελέων αρμόδιων για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά δικαστών (ΔΕΕ υπόθ. C-53/23)

Το ενωσιακό δίκαιο δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη να εγγυώνται στις επαγγελματικές ενώσεις δικαστικών λειτουργών δικονομικά δικαιώματα τα οποία να τους παρέχουν τη δυνατότητα να προσβάλλουν εθνικές διατάξεις ή εθνικά μέτρα συνδεόμενα με το καθεστώς των δικαστών, επικαλούμενες κάθε υποτιθέμενη ασυμβατότητα προς το δίκαιο της Ένωσης.

Χρόνος ανάγνωσης 2 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 2 λεπτά

Δείτε επίσης

Σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο έκρινε την εθνική νομοθεσία της Ρουμανίας το Δικαστήριο του Λουξεμβούργου με πρόσφατη απόφασή του στην υπόθεση C-53/23. Η εν λόγω νομοθεσία θέτει την ύπαρξη ιδιωτικού εννόμου συμφέροντος ως προϋπόθεση για το παραδεκτό προσφυγής ακυρώσεως κατά του διορισμού εισαγγελέων αρμόδιων για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά δικαστικών λειτουργών. Αποκλείει, συνεπώς, στην πράξη, τη δυνατότητα άσκησης τοιαύτης προσφυγής από επαγγελματικές ενώσεις δικαστικών λειτουργών για την προάσπιση της αρχής της ανεξαρτησίας των δικαστών.

Εν προκειμένω, οι προσφεύγουσες της κύριας δίκης, επαγγελματικές ενώσεις δικαστικών λειτουργών, άσκησαν προσφυγή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου (Eφετείο Pitești), με αίτημα τη μερική ακύρωση διάταξης περί διορισμού στην εισαγγελία του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου εισαγγελέων με αρμοδιότητα την άσκηση ποινικών διώξεων σε υποθέσεις διαφθοράς εμπίπτουσες στην αρμοδιότητα της Εθνικής Διεύθυνσης Καταπολέμησης της Διαφθοράς, στις οποίες εμπλέκονται δικαστές και εισαγγελείς. Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες υποστήριξαν, κατ’ ουσίαν, ότι η εθνική νομοθεσία στην οποία στηρίζεται η ανωτέρω διάταξη αντιβαίνει σε διάφορες διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, οπότε ο Γενικός Εισαγγελέας όφειλε να μην την εφαρμόσει.

Το ζήτημα που ανέκυψε αφορά στην κατ’ ανάγκην απόρριψη της ως άνω προσφυγής ως απαράδεκτης, δεδομένου ότι μια επαγγελματική ένωση δικαστικών λειτουργών δεν μπορεί να επικαλεσθεί ιδιωτικό έννομο συμφέρον ικανό να δικαιολογήσει την ενεργητική της νομιμοποίηση για την άσκηση της προσφυγής αυτής. Τούτο, καθώς όσον αφορά τις ενώσεις, η νομολογία του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου της Ρουμανίας εξαρτά το παραδεκτό της προσφυγής, όπως αυτή της κύριας δίκης, από την ύπαρξη άμεσης σχέσεως μεταξύ της διοικητικής πράξεως που υπόκειται σε έλεγχο νομιμότητας και του άμεσου σκοπού καθώς και των σκοπών που επιδιώκει η προσφεύγουσα ένωση. Βάσει της νομολογίας αυτής, το Ανώτατο Ακυρωτικό έχει κρίνει, με διάφορες αποφάσεις του, ότι επαγγελματικές ενώσεις δικαστικών λειτουργών δεν είχαν έννομο συμφέρον να προσβάλουν αποφάσεις περί διορισμού εισαγγελέων.

Το ΔΕΕ επεσήμανε πως ουδεμία διάταξη του δικαίου της Ένωσης επιβάλλει στα κράτη μέλη να εγγυώνται στις ενώσεις δικαστών δικονομικά δικαιώματα τα οποία να τους παρέχουν τη δυνατότητα να προσβάλλουν εθνικές διατάξεις ή εθνικά μέτρα συνδεόμενα με το καθεστώς των δικαστών, επικαλούμενες κάθε υποτιθέμενη ασυμβατότητα προς το δίκαιο της Ένωσης. Ως εκ τούτου, από την υποχρέωση πρόβλεψης συστήματος ενδίκων βοηθημάτων και διαδικασιών το οποίο να διασφαλίζει στους πολίτες τον σεβασμό του δικαιώματός τους αποτελεσματικής ένδικης προστασίας στους τομείς που διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης (ίδ. άρθρο 19 παρ. 1 δεύτερο εδάφιο ΣΕΕ) δεν μπορεί να συναχθεί ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται, γενικώς, να εγγυώνται στις ενώσεις αυτές δικαίωμα άσκησης προσφυγής στηριζόμενης σε τέτοια ασυμβατότητα προς το δίκαιο της Ένωσης.

Περαιτέρω, η απαίτηση περί ανεξαρτησίας των δικαστών δεν μπορεί, εν γένει, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι υποχρεώνει τα κράτη μέλη να παρέχουν τη δυνατότητα στις ενώσεις δικαστικών λειτουργών να ασκούν προσφυγές, όπως αυτή της κύριας δίκης. Εξάλλου, ούτε από το άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων μπορεί να αντληθεί δικαίωμα των επαγγελματικών ενώσεων δικαστών να προσβάλλουν ενώπιον δικαστηρίου μέτρα όπως τα επίμαχα στην κύρια δίκη.

Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΔΕΕ υπόθ. C-53/23

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -