Αντίθετη στο ενωσιακό δίκαιο και ειδικότερα στην Οδηγία 2003/96/ΕΚ για την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας έκρινε το Δικαστήριο της ΕΕ με πρόσφατη απόφασή του στην υπόθεση C-743/22 ισπανική νομοθεσία η οποία επέτρεπε σε περιφέρειες ή αυτόνομες κοινότητες να καθορίζουν διαφορετικούς συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης για το ίδιο προϊόν και για την ίδια χρήση αναλόγως της περιοχής στην οποία καταναλώνεται το προϊόν, εκτός των προβλεπόμενων σχετικά περιπτώσεων.
Σημειώνεται ότι κατά την περίοδο 2013-2019 η ισπανική νομοθεσία επέτρεπε, επιπλέον του εθνικού φόρου, ο συντελεστής του οποίου ήταν ενιαίος στο σύνολο της εθνικής επικράτειας, την επιβολή πρόσθετου περιφερειακού φόρου, ο συντελεστής του οποίου καθοριζόταν από κάθε αυτόνομη κοινότητα για τα πετρελαιοειδή που καταναλώνονταν στο έδαφός της.
Η εταιρεία DISA, στην οποία πολλές επιχειρήσεις υποκείμενες στον ειδικό φόρο κατανάλωσης επί των πετρελαιοειδών που υπέβαλαν δηλώσεις αυτοεκκαθάρισης για τις περιόδους μεταξύ 2013 και 2015 μετακύλισαν το ποσό του φόρου αυτού, υποστήριξε ότι ο ως άνω περιφερειακός συντελεστής, ο οποίος προβλεπόταν από την εθνική νομοθεσία, ήταν αντίθετος προς το δίκαιο της Ένωσης, καθόσον αντέβαινε σε διατάξεις της Οδηγίας 2003/96 και ιδίως στο άρθρο 5 αυτής, επειδή δεν ενέπιπτε στις παρεκκλίσεις που προβλέπει η διάταξη αυτή για τη δυνατότητα εφαρμογής διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών, ενώ συγχρόνως ήταν αντίθετος προς τον σκοπό της εναρμονισμένης φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας που επιδιώκει η εν λόγω Οδηγία.
Το ΔΕΕ τόνισε ότι τόσο από το επίμαχο άρθρο 5 όσο και από την ανάλυση του συνόλου των διατάξεων της Οδηγίας 2003/96 που προβλέπουν μειώσεις φόρου ή φορολογικές απαλλαγές προκύπτει ότι, ακόμη και αν ο τομέας της φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας είναι εν μέρει μόνον εναρμονισμένος και η Οδηγία αυτή αναγνωρίζει στα κράτη μέλη ορισμένο περιθώριο ελιγμών προκειμένου να μπορέσουν να εφαρμόσουν πολιτικές προσαρμοσμένες στο εθνικό τους πλαίσιο, εντούτοις η εν λόγω διακριτική ευχέρεια είναι οριοθετημένη. Ως εκ τούτου, ανεξαρτήτως της τήρησης των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας που επιβάλλονται από την Οδηγία, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν διαφοροποιημένους φορολογικούς συντελεστές, φορολογικές απαλλαγές ή μειώσεις των ειδικών φόρων κατανάλωσης μόνον εφόσον τηρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις της Οδηγίας 2003/96.
Εξάλλου, κρίθηκε πως καμία από τις παρεκκλίσεις που προβλέπει η Οδηγία αυτή δεν επιτρέπει ρητώς στην Ισπανία να εφαρμόζει, για το ίδιο προϊόν και για την ίδια χρήση, διαφορετικούς συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης ανάλογα με τις αυτόνομες κοινότητες στις οποίες καταναλώνονται τα προϊόντα αυτά. Τούτο δεν αμφισβητήθηκε από την Ισπανική Κυβέρνηση, η οποία δεν αμφισβήτησε επίσης ότι δεν της χορηγήθηκε ειδική παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 19 της Οδηγίας, προκειμένου να δοθεί στις εν λόγω αυτόνομες κοινότητες η δυνατότητα να καθορίσουν διαφοροποιημένους περιφερειακούς συντελεστές.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΔΕΕ υπόθ. C-743/22