Η αναιρεσείουσα εταιρεία, θυγατρική ινδικής εταιρείας, συνήψε συμβάσεις με τη μητρική της για τη χρήση εμπορικών σημάτων και την παροχή υπηρεσιών προώθησης και υπεργολαβίας. Η αναιρεσείουσα κατέβαλε στην ινδική εταιρεία ποσό για διάφορες υπηρεσίες και απέδωσε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα, κατά το άρθρο 13 παρ. 6 του Κ.Φ.Ε., θεωρώντας ότι το ποσό δεν υπέκειτο στον φόρο λόγω της Σύμβασης για την αποφυγή της διπλής φορολογίας μεταξύ Ελλάδας και Ινδίας. Η επιφύλαξη της αναιρεσείουσας απορρίφθηκε σιωπηρώς από τη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι, η μεν έννοια των «δικαιωμάτων» του άρθρου 7 της ως άνω Σύμβασης είναι στενή, μη καταλαμβάνουσα και τις αμοιβές για την παροχή υπηρεσιών, όπως αυτών της προκείμενης υπόθεσης (συμβούλου, προσαρμογής και συντήρησης), έστω κι αν είναι συναφείς με τη χρήση άυλων αγαθών πνευματικής ή εμπορικής/βιομηχανικής ιδιοκτησίας, το δε γεγονός ότι έχει συναφθεί σύμβαση που προβλέπει την παραχώρηση της χρήσης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και σημάτων από επιχείρηση εγκατεστημένη στην Ινδία σε ελληνική δεν έχει ως συνέπεια ότι οι αμοιβές που καταβάλλονται στην αλλοδαπή επιχείρηση για την παροχή προς την ελληνική επιχείρηση και άλλου είδους υπηρεσιών, οι οποίες προβλέπονται επίσης από την ίδια σύμβαση, αποτελούν δικαιώματα, υποκείμενα σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΣτΕ 1821/2023