Την ενοχή του τότε Υπαρχηγού της Πυροσβεστικής Βασίλη Ματθαιόπουλου για την πρόκληση εξ αμέλειας των θανάτων εννέα ανθρώπων που πνίγηκαν στην θάλασσα, ζήτησε ο Εισαγγελέας στη δίκη για την τραγωδία στο Μάτι. Νωρίτερα, είχε ζητήσει για άλλο σκέλος της υπόθεσης την ενοχή του τότε Αρχηγού της Πυροσβεστικής Σωτήρη Τερζούδη καθώς και του τότε Διοικητή του ΕΣΚΕ Ιωάννη Φωστιέρη. Σοβαρές ευθύνες απέδωσε στον τότε επικεφαλής της Διοίκησης των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών Νικόλαο Παναγιωτόπουλο, θεωρώντας πως λόγω της επιχειρησιακής θέσης του όφειλε να εισηγηθεί την απομάκρυνση των πολιτών, αλλά δεν το έπραξε.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τον Ματθαιόπουλο, η εισαγγελική κρίση έχει ως πυρήνα τη μη διάθεση των τριών πλοιαρίων της Πυροσβεστικής για περισυλλογή και διάσωση των ανθρώπων που βρέθηκαν στην θάλασσα, κυνηγημένοι από την φωτιά. Όπως ανέφερε, «αυτή η εντολή δεν δόθηκε ποτέ». Τόνισε δε, πως «η παράλειψη αυτή συνέτεινε στον διά πνιγμού θάνατο εννέα ατόμων και στην πολύωρη παραμονή στο νερό πολλών άλλων».
Εξηγώντας τα πραγματικά περιστατικά και το νομικό πλαίσιο της λειτουργίας της υπηρεσίας των πλωτών του ΠΣ, που βρίσκονταν στον Πειραιά, ο εισαγγελικός λειτουργός κατέληξε ότι ο κ. Ματθαιόπουλος ήταν εκείνος που θα έπρεπε να κινητοποιήσει τα πλοιάρια τα οποία όπως είπε «ήταν ετοιμόπλοα και μάχιμα» και θα μπορούσαν να έχουν συνδράμει σημαντικά, «γιατί θα ήταν σημαντικός και ο αριθμός των ατόμων που θα μπορούσαν να διασωθούν. Ήταν εσφαλμένη η μη διάθεσή τους». Μάλιστα ανέφερε πως ο κ. Ματθαιόπουλος εκείνο το απόγευμα είχε επικοινωνήσει με τον αξιωματικό επικεφαλής των πλοιαρίων για τη φωτιά στον Κάλαμο: «Αν και υπήρχε η πληροφορία για άτομα στη θαλάσσια περιοχή στο Μάτι, ο υπαρχηγός δεν έδωσε εντολή στον αξιωματικό να στείλει τα πλοιάρια. Ακόμη κι αν δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν την ακτή, όπως ακούστηκε εδώ από κατηγορουμένους, θα μπορούσαν να περισυλλέξουν ανθρώπους που είχαν κολυμπήσει ανοιχτά λόγω του πυκνού καπνού».
«Υπήρξε μία καταγεγραμμένη έλλειψη συντονισμού και επικοινωνίας εντός της Πυροσβεστικής», ανέφερε ο Εισαγγελέας .
Ο κ. Μανιάτης δύο φορές κατά την αγόρευση του αναφέρθηκε στην έλλειψη συντονισμού, που – όπως τόνισε – δε διαπιστώνεται μόνο μεταξύ της Πυροσβεστικής με άλλους φορείς, αλλά και μεταξύ των υπηρεσιών του Σώματος. «Υπήρξε μία καταγεγραμμένη έλλειψη συντονισμού και επικοινωνίας εντός της Πυροσβεστικής», ανέφερε και συνέχισε: «Ακούσαμε ότι οχήματα έφθασαν στο σημείο της φωτιάς και δεν ενημέρωναν καν ότι έφθασαν, οχήματα πήγαιναν σε λάθος σημείο ή οχήματα και Πυροσβέστες πήγαιναν και επιχειρούσαν κατά το δοκούν. Κατά συνέπεια το πρόβλημα ήταν διττό. Αφορούσε στα ούτως ή άλλως λίγα μέσα προς διάθεση, αλλά και στη μη αποτελεσματική αξιοποίηση των μέσων στα σημεία που περισσότερο χρειάζονταν».
Σε άλλο σημείο τόνισε πως υπήρξε σοβαρή έλλειψη συντονισμού σε αυτούς που «δρούσαν στο πεδίο, γεγονός που δημιούργησε άναρχη δράση», αναφερόμενος στην έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ Πυροσβεστικής και Αστυνομίας.
Ευθύνες στον τότε επικεφαλής της Πυροσβεστικής και του ΕΣΚΕ
Με τις ευθύνες που καταλογίζει στους επικεφαλής της Πυροσβεστικής και του ΕΣΚΕ για την ολέθρια φωτιά στο Μάτι ξεκίνησε την αγόρευση του ο εισαγγελέας της Έδρας του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Παναγιώτης Μανιάτης.
Ο εισαγγελικός λειτουργός ήδη έχει ζητήσει την ενοχή του τότε αρχηγού της Πυροσβεστικής Σωτήρη Τερζούδη καθώς και του τότε διοικητή του ΕΣΚΕ Ιωάννη Φωστιέρη για συγκεκριμένο σκέλος της υπόθεσης.
Η θέση του κ. Μανιάτη για την ενοχή των δύο κατηγορουμένων αφορά τη μοιραία εντολή προς το μοναδικό εναέριο μέσο που βρισκόταν πάνω από το Νταού Πεντέλης να φύγει και να κατευθυνθεί προς τα διυλιστήρια Κορίνθου.
Ο εισαγγελικός λειτουργός, εξηγώντας την κατάσταση που επικρατούσε γύρω στις πέντε το απόγευμα, τόσο στη φωτιά στο Σουσάκι Κορίνθου, όσο και σε εκείνη στην Ανατολική Αττική, είπε ότι ο επικεφαλής του ΕΣΚΕ, υποκύπτοντας ουσιαστικά στα αιτήματα που δέχθηκε από τον ιδιοκτήτη των διυλιστηρίων και από στέλεχος της επιχείρησης, έλαβε μία «παράτυπη, υπηρεσιακά εσφαλμένη απόφαση» για εκτροπή του ελικοπτέρου τύπου Σικόρσκι. Τόνισε μάλιστα πως ήταν σε γνώση του η ενημέρωση από τη φωτιά στην Ανατολική Αττική, η οποία στις 17.30 κινούνταν ήδη απειλητικά προς σπίτια: «Ήταν γνωστό ότι εφόσον θα εισερχόταν στον οικιστικό ιστό η φωτιά, δεν θα μπορούσαν να επιχειρήσουν εναέρια». Υπογράμμισε μάλιστα ο εισαγγελέας πως η απόφαση για εκτροπή ήταν και δεοντολογικά εσφαλμένη «γιατί απέσυρε ένα μάχιμο μέσο, ενώ ήταν γνωστό πως σε λίγη ώρα δεν θα μπορούσαν να επιχειρήσουν». Ο εισαγγελέας τόνισε πως ζητά την ενοχή και του κ. Τερζούδη καθώς «οι αποφάσεις του Διοικητή του ΕΣΚΕ τελούν υπό την έγκρισή του».
Ενοχή επίσης του κ. Φωστιέρη ζήτησε και για το σκέλος της κατηγορίας που αφορά την παράλειψή του να ζητήσει από την Αεροπορία Στρατού δύο Σινούκ που ήταν διαθέσιμα και θα μπορούσαν να συνδράμουν.
Σχολιάζοντας μάλιστα τη στάση του τότε αρχηγού της Πυροσβεστικής, ο κ. Μανιάτης είπε πως ο απόστρατος στον ανακριτή είχε επιχειρήσει να επιρρίψει ευθύνες στον κ. Φωστιέρη, λέγοντας πως ο συγκατηγορούμενος του τον εξαπάτησε με το θέμα της εκτροπής. «Είναι αδιανόητο ο αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος να εμφανίζεται ότι άγεται και φέρεται από τους υφισταμένους του. Ο κ. Τερζούδης, απολογούμενος στο δικαστήριο, είπε ότι εμπιστευόταν τον κ. Φωστιέρη. Ο κάθε κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να αλλάζει τη θέση του, ωστόσο και εμείς μπορούμε να κρίνουμε…» πρόσθεσε.
Ενοχή επίσης του κ. Φωστιέρη ζήτησε και για το σκέλος της κατηγορίας που αφορά την παράλειψή του να ζητήσει από την Αεροπορία Στρατού δύο Σινούκ που ήταν διαθέσιμα και θα μπορούσαν να συνδράμουν.
Παράλληλα, ο Εισαγγελέας ζήτησε να μην αποδοθούν ευθύνες στους κατηγορουμένους Τερζούδη, Φωστιέρη και του τότε υπαρχηγού της Πυροσβεστικής Βασίλη Ματθαιόπουλου για το σκέλος της κατηγορίας που τους καταλογίζει, πως δεν μερίμνησαν για τη διενέργεια εναέριας επιτήρησης, καθώς, όπως είπε, «ελήφθη μέριμνα και έγιναν πτήσεις από τις 14.00 έως τις 18.00». Αντίστοιχα, έκρινε πως και για την κατηγορία που αφορά παράλειψή τους ώστε να μετασταθμεύσουν πτητικά ώστε να μην εμποδίζεται η κίνηση τους λόγω καιρού, πρέπει να απαλλαγούν: «Οι μετασταθμεύσεις που έπρεπε να έχουν γίνει, έγιναν. Οι παρενέργειες και δυσλειτουργίες που σημειώθηκαν οφείλονταν σε άλλους λόγους και όχι σε παράλειψη των τριών κατηγορουμένων».
Νωρίτερα ο Εισαγγελέας είπε πως «δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι σε ζητήματα πυροπροστασίας και δασοπυρόσβεσης η ιστορία του τόπου χωρίζεται σε προ και μετά την 23η Ιουλίου 2018». Συνέχισε λέγοντας πως η πυρκαγιά στο Μάτι «υπήρξε η δεύτερη μεγαλύτερη τραγωδία σε αριθμό θυμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, υπήρξαν δεκάδες νεκροί, τραυματίες και εγκαυματίες μέσα σε μόλις 2,5 ώρες. Στις 23 Ιουλίου 2018, σε ένα συμβάν πολύ μικρής χρονικής διάρκειας, είχαμε περισσότερους από 100 νεκρούς».
Ο εισαγγελέας τόνισε ότι «η συμφορά και το συμβάν που εξετάζουμε εμπέδωσε το δόγμα ότι πρώτιστη μέριμνα της πολιτείας είναι η με κάθε τρόπο και πάση δυνάμει προστασία της ανθρώπινης ζωής».
Στην έναρξη της αγόρευσής του είπε: «Προσεγγίζουμε το πέρας μιας μαραθώνιας διαδικασίας σε ένα μείζονος σημασίας συμβάν που καθόρισε την ιστορία του τόπου μας». Όπως είπε, αντικείμενο της δίκης είναι να εντοπιστεί «ποιος έφταιξε, τι έγινε λάθος για να καταλήξουμε σε αυτό το ολέθριο αποτέλεσμα», ενώ συμπλήρωσε πως η στόχευση είναι να «έχουμε μία δίκαιη δίκη και μία δίκαιη απόφαση που θα απαντήσει στο ποιος έφταιξε».
Αναλύοντας μία προς μία τις πράξεις ή παραλείψεις που καταλογίζονται σε καθέναν από τους κατηγορουμένους, ο κ. Μανιάτης ξεκίνησε την περιγραφή του για την επίμαχη μέρα, αναφέροντας όλα τα μετεωρολογικά δεδομένα που ήταν γνωστά στους επιτελικούς. Όπως ανέφερε, «η φωτιά αποδείχτηκε ότι ξεκίνησε 16.41 στην περιοχή Νταού Πεντέλης. Ο πλέον αξιόπιστος μάρτυρας υπήρξε το βιντεοληπτικό υλικό. Η πρώτη αναγγελία έγινε από δασοπυροσβέστες στις 16.46 και ακολούθησε κινητοποίηση προσωπικού. Ο δείκτης κινδύνου για την Αττική εκείνη την ημέρα ήταν βαθμού 4, δηλαδή πολύ υψηλός. Την ώρα έναρξης της πυρκαγιάς ο άνεμος ήταν 5 μποφόρ και έφτασε τα 8 και 9 μποφόρ. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να περιορίσουν τη φωτιά και απέκτησε δυναμική, υψηλό ρυθμό απελευθέρωσης θερμότητας και εξελίχθηκε σε δύο μέτωπα».
«Δεν έχουν ευθύνη οι αυτοδιοικητικοί παράγοντες, γιατί η έλλειψη εισήγησης τους αποστερούσε τη δυνατότητα να εξετάσουν την απομάκρυνση».
Η ευθύνη Παναγιωτόπουλου
Σε ό,τι αφορά τον τότε επικεφαλής της Διοίκησης των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών Νικόλαο Παναγιωτόπουλο, εκτίμησε ο εισαγγελικός λειτουργός ότι λόγω της επιχειρησιακής θέσης του όφειλε να εισηγηθεί την απομάκρυνση των πολιτών, αλλά δεν το έπραξε.
Αντίθετα ο εισαγγελικός λειτουργός τόνισε πως «δεν έχουν ευθύνη οι αυτοδιοικητικοί παράγοντες, γιατί η έλλειψη εισήγησης τους αποστερούσε τη δυνατότητα να εξετάσουν την απομάκρυνση».
Σύμφωνα με την αγόρευση του εισαγγελέα της έδρας του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών Παναγιώτη Μανιάτη αναφορικά με τις ευθύνες του συγκεκριμένου κατηγορούμενου :
«Η εισήγηση παρέχεται από τον επίγειο επικεφαλής και στη συνέχεια οι εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης αποφασίζουν. Αποδείχθηκε ότι επιχειρησιακά ορθώς μετέβη στο υψηλότερο σημείο της περιοχής για να δει το μέγεθος της πυρκαγιάς και να έχει συνολική εικόνα.
Στις 17.30 ήταν σαφές και προφανές ότι η φωτιά πολύ δύσκολα θα μπορούσε να αναχαιτιστεί. Όσοι κατέθεσαν είπαν ότι ήταν ξεκάθαρο πως θα έφτανε στη θάλασσα και θα απειλούσε τους οικισμούς Νέο Βουτζά και Μάτι. Από 17.20 μέχρι και 17.30 ήταν η πρώτη στιγμή που κάποιος από τις επίγειες δυνάμεις είχε πλήρη εικόνα της φωτιάς. Το αντιλήφθηκε; Νομίζω ναι, ήταν ανώτερος αξιωματικός, το είπε και ο ίδιος στην απολογία του ότι κατάλαβε ότι η φωτιά θα φτάσει στη θάλασσα.
Ο εκάστοτε επικεφαλής την επίγειων δυνάμεων είναι αυτός που εισηγείται ή όχι την απομάκρυνση. Είναι δεσμευτική από τα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης; Όχι. Στην εισήγηση εξαντλείται η αρμοδιότητά του.
Ακούσαμε δικαιολογίες ότι δεν υπήρχε χρόνος, τα μέσα, ότι θα προκαλούνταν περισσότερες απώλειες. Όλα αυτά δεν αφορούν στον επίγειο επικεφαλής. Η εισήγηση πρέπει να αφορά σε κριτήρια αποκλειστικά πυροσβεστικά και όχι τα υπόλοιπα. Η απάντησή μου στο εάν έπρεπε να δοθεί εισήγηση απομάκρυνσης είναι καταφατική. Ουδείς ενημέρωσε τους κατοίκους για τον κίνδυνο. Το ότι δεν υπήρξε ποτέ έγκαιρη ενημέρωση των κατοίκων συνέβαλε καθοριστικά στο μέγεθος της καταστροφής.
Δεν τιμά ούτε το πυροσβεστικό σώμα ούτε την πολιτική προστασία. Αν είχε δοθεί έγκαιρα η εισήγησή οι πολίτες αναπόδραστα και θα ενημερώνονταν και οπωσδήποτε θα κινητοποιούνταν. Η εισήγηση δεν έγινε ποτέ με αποτέλεσμα και η ενημέρωση των πολιτών δεν έγινε ποτέ.
Οι εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι εφόσον δεν υπήρχε εισήγηση. Αντιθέτως στην Κινέττα υπήρξε εισήγηση και απομάκρυνση πολιτών με επιτυχία. Αποδείχθηκε πως συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις να δοθεί η εισήγηση από τις 17.20 έως τις 17.30 το αργότερο. Υπήρχε και χρόνος για να αντιδράσει η πολιτική προστασία. Σοβαρό επιχειρησιακό σφάλμα και παράλειψη που συνέβαλε στο τραγικό αποτέλεσμα. Υπαίτιος είναι ο επίγειος επικεφαλής και η ευθύνη είναι προσωποποιημένη.
Δεν έχουν ευθύνη οι αυτοδιοικητικοί παράγοντες γιατί η έλλειψη εισήγησης τους αποστερούσε τη δυνατότητα να εξετάσουν την απομάκρυνση. Για το σκέλος αυτό προτείνω να κηρυχθεί ένοχος», κατέληξε ο εισαγγελέας.
Σημειωτέον ότι ο Εισαγγελέας ζήτησε απαλλαγή για τους Χρήστο Γκολφίνο, Δαμιανό Παπαδόπουλο και Φίλιππο Παντελεάκο για τους οποίους, όπως είπε, δεν αποδείχθηκε η κατηγορία.