fbpx
Σάββατο, 27 Ιουλίου, 2024

ΕΔΔΑ: Καταδίκη της Ελλάδας για υπόθεση βιασμού 18χρονης Βρετανίδας – Απουσία «δέουσας σοβαρότητας» από τις Αρχές

Το Δικαστήριο επεσήμανε ότι δεν είχε δοθεί στην προσφεύγουσα καμία πληροφορία σε γλώσσα που μπορούσε να κατανοήσει σχετικά με τη διαδικασία και τα δικαιώματα που είχε στη διάθεσή της

Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά

Δείτε επίσης

Την καταδίκη της χώρας μας αποφάσισε χθες το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση Χ κατά Ελλάδας (αριθ. προσφυγής 38588/21), καθότι κρίθηκε ότι οι δικαστικές και ανακριτικές αρχές δεν διεξήγαγαν αποτελεσματική έρευνα σχετικά με την καταγγελία Βρετανίδας υπηκόου ότι βιάστηκε από έναν μπάρμαν ξενοδοχείου τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν ήταν 18 ετών και βρισκόταν σε διακοπές.

Το Δικαστήριο του Στρασβούργου, αφού διαπίστωσε ότι παραβιάστηκε η υποχρέωση παροχής νομικής προστασίας στο (φερόμενο) θύμα έμφυλης βίας και χωρίς να εκφράσει γνώμη ως προς την ενοχή του κατηγορουμένου, έκρινε ότι οι αρχές δεν εξέτασαν την υπόθεση με τη δέουσα σοβαρότητα, με αποτέλεσμα να παραβιαστούν τα άρθρα 3 και 8 της Σύμβασης.

Το ιστορικό της υπόθεσης

Η προσφεύγουσα είναι Βρετανίδα υπήκοος που γεννήθηκε το 2000 και ζει στο Dewsbury του Ηνωμένου Βασιλείου. Τον Σεπτέμβριο του 2019 βρέθηκε στην Ελλάδα και όπως ισχυρίστηκε υπήρξε θύμα βιασμού από μπάρμαν ξενοδοχείου στις 27 Σεπτεμβρίου 2019, όταν ήταν 18 ετών. Την ίδια, μάλιστα, ημέρα υπέβαλε μήνυση.

Πιο συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε ότι δεν της δόθηκε καμία πληροφορία σχετικά με τις ιατρικές εξετάσεις στις οποίες έπρεπε να υποβληθεί και καμία εξήγηση για τη δικαστική διαδικασία. Μάλιστα, δεν υπήρξε καμία πρόνοια ώστε να κρατηθεί σε απόσταση από τον κατηγορούμενο, ο οποίος μεταφέρθηκε ταυτόχρονα με εκείνη στην ίδια κλινική και τον οποίο έπρεπε να αναγνωρίσει προσωπικά στο αστυνομικό τμήμα. Ελήφθησαν δείγματα αίματος από την ίδια, ενώ εξέταση που διεξήχθη από γιατρό αποκάλυψε μώλωπες στα πόδια, τους μηρούς, τα γεννητικά όργανα καθώς και έναν διάτρητο υμένα.

Μάλιστα, όπως τόνισε, την επόμενη ημέρα, η αστυνομία την οδήγησε στο αστυνομικό τμήμα της Πρέβεζας, όπου της ανακοίνωσαν ότι έπρεπε να υπογράψει έγγραφα στα ελληνικά, παρόλο που δεν της δόθηκε κάποια επίσημη μετάφραση. Εν συνεχεία, κινήθηκε ποινική διαδικασία για βιασμό σε βάρος του μπάρμαν.

Αφού ο μπάρμαν κατέθεσε την υπερασπιστική του γραμμή στις 30 Σεπτεμβρίου 2019, αφέθηκε ελεύθερος εν αναμονή της δίκης. Η κύρια έρευνα περατώθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2020, με τον εισαγγελέα να διαπιστώνει ότι ο ισχυρισμός του ότι η προσφεύγουσα είχε συναινέσει στην πράξη της συνουσίας ήταν βάσιμος, καθώς και ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις πως είχε διαπράξει βιασμό, για τον λόγο αυτό οι κατηγορίες έπρεπε να αποσυρθούν. Η επακόλουθη δικαστική απόφαση έκρινε ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις καταθέσεις των μαρτύρων, την ιατροδικαστική έκθεση, τα έγγραφα και την κατάθεση υπεράσπισης του κατηγορουμένου, δεν υπήρχαν επαρκείς ενδείξεις για τη συνέχιση της ποινικής δίωξης.

Η προσφεύγουσα μετά από μια ανεπιτυχή προσπάθεια να λάβει πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση μέσω της βρετανικής πρεσβείας στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 2020, απέστειλε στις 25 Ιανουαρίου 2021 ηλεκτρονικό μήνυμα στην εισαγγελία, ζητώντας όλα τα αρχεία της αστυνομίας και του νοσοκομείου και πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία πρόσβασης σε αυτά. Λίγες ημέρες αργότερα έλαβε την απάντηση ότι δεν ήταν πολιτικώς ενάγουσα στην υπόθεση, καθώς δεν είχε δηλώσει κάτι τέτοιο στην κατάθεσή της στην αστυνομία και δεν είχε καταβάλει το σχετικό παράβολο. Επιπλέον, δεν είχε εμφανιστεί για να καταθέσει ενώπιον του ανακριτή την επομένη του συμβάντος και δεν είχε διορίσει δικηγόρο για να την εκπροσωπήσει. Ως εκ τούτου, δεν απέκτησε ποτέ πρόσβαση στη δικογραφία.

Η κρίση του Δικαστηρίου του Στρασβούργου

Το Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση της κυβέρνησης, σύμφωνα με την οποία η αίτηση είχε υποβληθεί εκπρόθεσμα, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα είχε υποβάλει την αίτησή της λιγότερο από έξι μήνες αφότου έμαθε ότι δεν είχαν απαγγελθεί κατηγορίες εναντίον του μπάρμαν. Το γεγονός ότι δεν είχε ενημερωθεί νωρίτερα για τη δικαστική απόφαση δεν μπορούσε να της καταλογιστεί. Ομοίως, το Δικαστήριο επεσήμανε ότι η προσφεύγουσα δεν είχε ενημερωθεί για το δικαίωμά της να λάβει πληροφορίες σχετικά με την εξέλιξη της έρευνας και τον ρόλο της σε αυτήν, και δεν της είχε δοθεί καμία πληροφορία σε γλώσσα που μπορούσε να κατανοήσει σχετικά με τη διαδικασία και τα δικαιώματα που είχε στη διάθεσή της, μολονότι, με την κατάθεσή της στην αστυνομία, είχε δηλώσει ρητά ότι ήθελε να διωχθεί και να τιμωρηθεί ο κατηγορούμενος.

«Οι αρχές θα έπρεπε να λάβουν υπόψη τα δικαιώματα του φερόμενου θύματος και να αποφύγουν μια δεύτερη θυματοποίηση»

Αν και το Δικαστήριο έκρινε ικανοποιητικό το νομικό πλαίσιο για την εξέταση συγκεκριμένων υποθέσεων, διαπίστωσε ότι οι αρχές δεν το είχαν εφαρμόσει στην πράξη, καθώς δεν είχε διεξαχθεί αποτελεσματική έρευνα. Είναι κρίσιμο να τονιστεί ότι, σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, οι αρχές θα έπρεπε να λάβουν υπόψη τα δικαιώματα του φερόμενου θύματος και να αποφύγουν μια δεύτερη θυματοποίηση. Η φύση του αντικειμένου, η νεαρή ηλικία της προσφεύγουσας και το γεγονός ότι ισχυρίστηκε ότι βιάστηκε ενώ βρισκόταν σε διακοπές σε ξένη χώρα απαιτούσαν μια ευαίσθητη προσέγγιση εκ μέρους των αρχών. Οι ανακριτικές αρχές δεν είχαν λάβει μέτρα για να αποτρέψουν τον περαιτέρω τραυματισμό της και δεν είχαν λάβει επαρκώς υπόψη τις ανάγκες της. Δεν την είχαν ενημερώσει για τα δικαιώματά της ως θύματος, όπως το δικαίωμά της σε νομική συνδρομή, το δικαίωμά της να λαμβάνει πληροφορίες σε γλώσσα που κατανοεί. Επιπλέον, δεν λήφθηκαν επαρκή μέτρα για να μετριάσουν αυτό που ήταν σαφώς μια οδυνηρή εμπειρία για εκείνη, όπως οι αλληλεπιδράσεις της με την αστυνομία, η ιατρική εξέταση και η επαφή με τον κατηγορούμενο στο νοσοκομείο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναγνώρισης. Επιπλέον, όπως διαπιστώθηκε, ούτε η εισαγγελία ούτε το δικαστήριο ανέλυσαν ως όφειλαν πτυχές της υπόθεσης από τη σκοπιά της έμφυλης βίας.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι ανακριτικές και δικαστικές αρχές, μη επιδεικνύοντας την απαιτούμενη προσοχή, δεν ανταποκρίθηκαν επαρκώς στους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας για βιασμό, παραβιάζοντας την υποχρέωση διεξαγωγής αποτελεσματικής έρευνας καθώς και το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής.

Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΕΔΔΑ προσφ. 38588/21, απόφ. της 13.2.2024

Δείτε τη σχετική Έκδοση: Η δίωξη του βιασμού

Δείτε το σχετικό Σεμινάριο: Νομική Αντιμετώπιση της Έμφυλης Βίας

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -