Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 90 ετών, ο Κωνσταντίνος Μπέης, εμβληματική προσωπικότητα της Νομικής επιστήμης.
Ψήφισμα για την εκδημία του Ομότιμου Καθηγητή Κώστα Μπέη εξέδωσε η Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με την υπογραφή του Κοσμήτορα της, Καθηγητή Λίνου-Αλέξανδρου Σισιλιάνου.
«Η Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με βαθιά οδύνη πληροφορήθηκε την εκδημία του εκλεκτού και αγαπητού Συναδέλφου Κώστα Μπέη, Ομότιμου Καθηγητή της Σχολής.
Ο εκλιπών υπήρξε κορυφαίος επιστήμων με ιδιαιτέρως εκτενές συγγραφικό έργο στο πεδίο του αστικού δικονομικού δικαίου. Ιδιαίτερης μνείας πρέπει να τύχουν η εντυπωσιακή κατ’ άρθρο ερμηνεία του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οι σημαντικές ερευνητικές μονογραφίες, καθώς και ο διαρκής διάλογός του με τη νομολογία με την έκδοση του επιστημονικού περιοδικού δικονομικού δικαίου «Δίκη» από το έτος 1968 μέχρι το έτος 2010. Yπήρξε εκλεκτό μέλος της Ενώσεως Ελλήνων Δικονομολόγων και συνέβαλε καθοριστικά με την παρουσία και τις εισηγήσεις του στις εργασίες της. Ήταν εμπνευστής της ιδρύσεως του Ερευνητικού Ινστιτούτου Δικονομικών Μελετών, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην επιστημονική ακτινοβολία του, καθώς επίσης ιδρυτής του Κέντρου Δικανικών Μελετών.
Το εξαίρετο επιστημονικό και ερευνητικό του έργο επηρέασε σημαντικά την εξέλιξη του δικονομικού δικαίου και χαίρει καθολικής αναγνωρίσεως τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ενώ το επιστημονικό του ενδιαφέρον επεκτάθηκε μεταγενέστερα στο πεδίο της Φιλοσοφίας και της Θεολογίας. Διακεκριμένος πανεπιστημιακός δάσκαλος ως τακτικός καθηγητής από το έτος 1982 στην Α΄ Έδρα Πολιτικής Δικονομίας αφυπηρέτησε το έτος 2000, λαμβάνοντας τον τίτλο του Ομότιμου Καθηγητή.
Πολυσχιδής, με υψηλό ακαδημαϊκό ήθος, δίδαξε επί σειρά ετών στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, μεταλαμπαδεύοντας την υψηλού επιπέδου επιστημονική του γνώση σε φοιτητές και νεότερους συναδέλφους, αρκετοί από τους οποίους είναι ήδη διακεκριμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας ή του δικαστικού σώματος.
Η Νομική Σχολή εκφράζει τα θερμά της συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους του εκλιπόντος και αποφάσισε ως ελάχιστο δείγμα εκτίμησης για την προσφορά του προς την ακαδημαϊκή κοινότητα, τα ακόλουθα:
1. Να αναρτηθεί μεσίστια η Ελληνική σημαία στα κτήρια της Νομικής Σχολής
2. Να παρακολουθήσει την εξόδιο ακολουθία αντιπροσωπεία μελών ΔΕΠ της Σχολής
3. Να εκφωνήσει τον αποχαιρετισμό εκ μέρους της Σχολής ο Καθηγητής Πολιτικής Δικονομίας Στέφανος-Σπυρίδων Πανταζόπουλος.
4. Να κατατεθεί στεφάνι στη μνήμη του
5. Να αναρτηθεί το παρόν ψήφισμα στις ιστοσελίδες της Νομικής Σχολής και του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών».
Τη βαθιά θλίψη τους εξέφρασαν επίσης τα μέλη του Β’ Τομέα Ιδιωτικού Δικαίου (Νομική Σχολή Αθηνών), με κείμενο που φέρει την υπογραφή της Διευθύντριας του Τομέα, Καθηγήτριας Αλεξάνδρας Μικρουλέα.
«Ο εκλιπών, μέλος του Β’ Τομέα Ιδιωτικού Δικαίου, υπήρξε κορυφαίος επιστήμων με ιδιαιτέρως εκτενές συγγραφικό έργο στο πεδίο του αστικού δικονομικού δικαίου. Ιδιαίτερης μνείας πρέπει να τύχουν η εντυπωσιακή κατ’ άρθρο ερμηνεία του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οι σημαντικές ερευνητικές μονογραφίες, καθώς και ο διαρκής διάλογός του με τη νομολογία με την έκδοση του επιστημονικού περιοδικού δικονομικού δικαίου «Δίκη» από το έτος 1968 μέχρι το έτος 2010. Yπήρξε εκλεκτό μέλος της Ενώσεως Ελλήνων Δικονομολόγων και συνέβαλε καθοριστικά με την παρουσία και τις εισηγήσεις του στις εργασίες της. Ήταν εμπνευστής της ιδρύσεως του Ερευνητικού Ινστιτούτου Δικονομικών Μελετών, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην επιστημονική ακτινοβολία του, καθώς επίσης ιδρυτής του Κέντρου Δικανικών Μελετών. Το εξαίρετο επιστημονικό και ερευνητικό του έργο επηρέασε σημαντικά την εξέλιξη του δικονομικού δικαίου και χαίρει καθολικής αναγνωρίσεως τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ενώ το επιστημονικό του ενδιαφέρον επεκτάθηκε μεταγενέστερα στο πεδίο της Φιλοσοφίας και της Θεολογίας. Διακεκριμένος πανεπιστημιακός δάσκαλος ως τακτικός καθηγητής από το έτος 1982 στην Α’ ΄Εδρα Πολιτικής Δικονομίας αφυπηρέτησε το έτος 2000, λαμβάνοντας τον τίτλο του Ομότιμου Καθηγητή. Πολυσχιδής, με υψηλό ακαδημαϊκό ήθος, δίδαξε επί σειρά ετών στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, μεταλαμπαδεύοντας την υψηλού επιπέδου επιστημονική του γνώση σε φοιτητές και νεότερους συναδέλφους, αρκετοί από τους οποίους είναι ήδη διακεκριμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας ή του δικαστικού σώματος.
Τα μέλη του Β’ Τομέα Ιδιωτικού Δικαίου εκφράζουν τα θερμά συλλυπητήριά τους στην οικογένεια και τους οικείους του εκλιπόντος».
«Αποχαιρετισμός» από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και την Ένωση Δικαστών
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών εξέφρασε με ανακοίνωση την «ανείπωτη θλίψη» του για το θάνατο του Καθηγητή Πολιτικής Δικονομίας. «Ο εκλιπών, εμβληματική προσωπικότητα της νομικής επιστήμης, πανεπιστημιακός δάσκαλος με πλούσιο διδακτικό, επιστημονικό και συγγραφικό έργο άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στα πανεπιστημιακά έδρανα, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην εξέλιξη του δικονομικού δικαίου. Ο θάνατός του αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό στη νομική κοινότητα της χώρας. Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών εκφράζει τα ειλικρινή του συλλυπητήρια στους οικείους του», τονίζουν οι δικηγόροι της Αθήνας.
Tη «βαθύτατη θλίψη της για την απώλεια» του Κωνσταντίνου Μπέη, εξέφρασε και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Σε ανακοίνωσή της, η Ένωση χαρακτηρίζει τον εκλιπόντα ως «έναν εκ των κορυφαίων προσωπικοτήτων της Νομικής Επιστήμης όλων των εποχών» και διατυπώνει συλλυπητήριες ευχές στους οικείους του.
«Η Πανεπιστημιακή Κοινότητα, η Δικαιοσύνη και ολόκληρος ο νομικός κόσμος της χώρας, φτωχότερος, πλέον, από σήμερα, θρηνεί την απώλεια του Δασκάλου«, αναφέρει χαρακτηριστικά. «Άριστος Επιστήμων έχαιρε καθολικού σεβασμού και εκτίμησης. Αφήνει ως παρακαταθήκη, στο νομικό πολιτισμό της χώρας μας, το πλούσιο συγγραφικό και διδακτικό του έργο, που θα φωτίζει όλες τις νέες γενιές νομικών».
Ποιός ήταν ο Κώστας Μπέης
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 25 Νοεμβρίου 1933. Ήταν γιος εισαγγελικού λειτουργού, του Ευάγγελου Μπέη.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, του οποίου έγινε και Διδάκτωρ το 1966, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Μόναχο. Το 1969 εξελέγη ομοφώνως Υφηγητής στην έδρα της Πολιτικής Δικονομίας στη Νομική Σχολή Αθηνών, το 1976 Έκτακτος Καθηγητής και το 1982 Τακτικός Καθηγητής. Αποχώρησε από το Πανεπιστήμιο το 2000, οπότε και έλαβε τον τίτλο του Ομότιμου Καθηγητή.
Το 1996 αναγορεύθηκε αριστούχος Διδάκτορας της Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 2010 ανακηρύχθηκε Επίτιμος Διδάκτορας της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Ήταν ιδρυτής του Ερευνητικού Ινστιτούτου Δικονομικών Μελετών, στο οποίο υπήρξε Διευθυντής κατά την περίοδο 1984-1990, ιδρυτής της μηνιαίας επιθεώρησης Δικονομικού δικαίου «Δίκη», Επίτιμος Πρόεδρος του Ινστιτούτου Συγκριτικού Δικαίου στο Τόκυο καθώς και ιδρυτής του Κέντρου Δικανικών Μελετών.
Το 2005 χειροτονήθηκε ιερέας από τον Μητροπολίτη Νικοπόλεως Μελέτιο. Μετά τον θάνατο του Μητροπολίτη Μελετίου, το 2012, επέστρεψε στην Αθήνα.
Στην κυβέρνηση Σημίτη (1996) χρημάτισε Υπηρεσιακός Υπουργός Δημοσίας Τάξεως. Είχε διατελέσει Πρόεδρος της ΕΡΤ, Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας, Γενικός Γραμματέας της Προεδρίας της Δημοκρατίας, Γενικός Γραμματέας της Βουλής καθώς και μέλος πολλών νομοπαρασκευαστικών επιτροπών. Είχε τιμηθεί με το βραβείο «Ιπεκτσί». Είχε πλούσιο συγγραφικό έργο, νομικού, φιλοσοφικού και θρησκευτικού περιεχομένου και αρθρογραφούσε τακτικά σε εφημερίδες και περιοδικά
Κατοικούσε στην Αθήνα. Ήταν παντρεμένος με την Μαρία Irmgard Liermann, συμβολαιογράφο, με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά.