Στην ιταλική δικαιοσύνη προσέφυγαν Ιταλοί επί θητεία δικαστές ζητώντας να τους αναγνωριστεί η ίδια οικονομική και νομική μεταχείριση με εκείνη που ισχύει για τους τακτικούς δικαστικούς λειτουργούς. Το Δικαστήριο της Ένωσης με απόφασή του στην υπόθεση C-41/23 έκρινε αντίθετη με το δίκαιο της Ένωσης την ιταλική νομοθεσία που προβλέπει άνιση μεταχείριση των δύο αυτών κατηγοριών δικαστών.
Το ΔΕΕ υπενθύμισε ότι, κατά πάγια νομολογία του, η αρχή της απαγόρευσης των δυσμενών διακρίσεων, της οποίας ειδική έκφραση συνιστά η ρήτρα 4, σημείο 1 της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου, επιβάλλει να μην επιφυλάσσεται διαφορετική μεταχείριση σε παρόμοιες καταστάσεις ούτε η ίδια μεταχείριση σε διαφορετικές καταστάσεις, εκτός αν μια τέτοια μεταχείριση δικαιολογείται αντικειμενικώς.
Εν προκειμένω, η διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των τακτικών και των επί θητεία δικαστών, την οποία προέβαλλαν ενώπιον του Consiglio di Stato (αιτούν δικαστήριο) οι αναιρεσείοντες της κύριας δίκης, έγκειται στο γεγονός ότι, σε σχέση με τους τακτικούς δικαστικούς λειτουργούς που ασκούν καθήκοντα παρόμοια με εκείνα των επί θητεία δικαστών, οι τελευταίοι δεν τυγχάνουν οποιασδήποτε αποζημίωσης κατά την περίοδο των αδειών, κατά την οποία αναστέλλονται οι δικαστικές δραστηριότητες, ούτε υπαγωγής σε σύστημα υποχρεωτικής κοινωνικής πρόνοιας και ασφάλισης.
Το ΔΕΕ τόνισε ότι, μολονότι ορισμένες διαφορές στη μεταχείριση μπορούν να δικαιολογηθούν από τις διαφορές στα απαιτούμενα προσόντα και από τη φύση των καθηκόντων τα οποία καλούνται να αναλάβουν οι τακτικοί δικαστικοί λειτουργοί, ο αποκλεισμός των επί θητεία δικαστικών λειτουργών από το δικαίωμα άδειας μετ’ αποδοχών, καθώς και από κάθε μορφή κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας δεν μπορεί να γίνει δεκτός υπό το πρίσμα της ρήτρας 4 της συμφωνίας-πλαισίου.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΔΕΕ υπόθ. C-41/23, απόφ. της 27.6.2024