fbpx
Δευτέρα, 16 Σεπτεμβρίου, 2024

Πολίτες τρίτων χωρών: Δικαιώματα άμυνας σε περίπτωση ανάκλησης ή άρνησης χορήγησης άδειας διαμονής για λόγους εθνικής ασφάλειας (ΔΕΕ συνεκδ. υποθ. C-420/22, C-528/22)

Το Δικαστήριο της Ένωσης τόνισε ότι ο σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας του ενδιαφερομένου πρέπει να διασφαλίζεται τόσο κατά τη διοικητική διαδικασία όσο και κατά μια ενδεχόμενη ένδικη διαδικασία.

Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά

Δείτε επίσης

Σύντομο ιστορικό

Οι υποθέσεις των κύριων δικών, οι οποίες συνεκδικάσθηκαν λόγω της συνάφειάς τους, αφορούσαν αφενός την ανάκληση δελτίου μόνιμης διαμονής, αφετέρου την απόρριψη αίτησης για χορήγηση εθνικής άδειας εγκατάστασης πολιτών τρίτων χωρών από τις εθνικές αρχές της Ουγγαρίας για λόγους εθνικής ασφάλειας.

Το αιτούν Δικαστήριο σημείωσε πως, κατ’ εφαρμογήν της ουγγρικής νομοθεσίας, ούτε ο ενδιαφερόμενος ούτε ο εκπρόσωπός του έχουν τη δυνατότητα να διατυπώσουν την άποψή τους επί της μη αιτιολογημένης γνώμης των ειδικών κρατικών οργάνων. Μολονότι έχουν, βεβαίως, το δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση πρόσβασης στις διαβαθμισμένες πληροφορίες που αφορούν τον ενδιαφερόμενο, το αιτούν δικαστήριο επεσήμανε ότι η προστασία του δημοσίου συμφέροντος το οποίο εξυπηρετεί η διαβάθμιση των πληροφοριών υπερισχύει, κατ’ αρχήν, του ιδιωτικού συμφέροντος του ενδιαφερομένου, η δε ύπαρξη λόγου διαβάθμισης αποτελεί, κατ’ ουσίαν, επαρκή λόγο για την απόρριψη της σχετικής αίτησής του. Περαιτέρω, ακόμη και αν υποτεθεί ότι μια τέτοια αίτηση γινόταν δεκτή, ούτε ο ενδιαφερόμενος ούτε ο εκπρόσωπός του θα είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν στο πλαίσιο της διοικητικής ή της ένδικης διαδικασίας τις διαβαθμισμένες πληροφορίες στις οποίες θα τους είχε χορηγηθεί πρόσβαση, δεδομένου ότι, στην πράξη, δεν θα τους επιτρεπόταν να συντάξουν έγγραφο το οποίο να περιέχει την ουσία των πληροφοριών αυτών. Το εθνικό Δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης σχετικής με τη διαμονή δεν έχει, κατά την ουγγρική νομοθεσία, καμία εξουσία συναφώς.

Η απόφαση του Δικαστηρίου της Ένωσης (σκ. 86 έως 101)

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι, στο μέτρο που το δίκαιο της Ένωσης δεν περιέχει ειδικό κανόνα που να καθορίζει τις λεπτομέρειες πρόσβασης στον φάκελο υπόθεσης σχετικής με το δικαίωμα διαμονής δυνάμει του άρθρου 20 ΣΛΕΕ, οι ειδικότερες λεπτομέρειες των προβλεπόμενων διαδικασιών εμπίπτουν στην έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους, βάσει της αρχής της διαδικαστικής αυτονομίας των κρατών μελών, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι δεν είναι λιγότερο ευνοϊκές από εκείνες που διέπουν παρόμοιες καταστάσεις εσωτερικής φύσεως (αρχή της ισοδυναμίας) και ότι δεν καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που απονέμει η έννομη τάξη της Ένωσης (αρχή της αποτελεσματικότητας).

Περαιτέρω, το ΔΕΕ υπενθύμισε ότι τα κράτη μέλη, όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης, υποχρεούνται να διασφαλίζουν την τήρηση τόσο των απαιτήσεων που απορρέουν από τη γενική αρχή της χρηστής διοίκησης όσο και του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47, πρώτο εδάφιο, του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Από τα ανωτέρω προκύπτει, ιδίως, ότι ο σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας του ενδιαφερομένου πρέπει να διασφαλίζεται τόσο κατά τη διοικητική διαδικασία όσο και κατά μια ενδεχόμενη ένδικη διαδικασία.

Ως εκ τούτου, μολονότι τα κράτη μέλη μπορούν, ιδίως όταν το απαιτεί η εθνική ασφάλεια, να μην παρέχουν στον ενδιαφερόμενο άμεση πρόσβαση στο σύνολο του φακέλου του στο πλαίσιο διαδικασίας σχετικής με το άρθρο 20 ΣΛΕΕ, εντούτοις δεν τους επιτρέπεται, διότι άλλως θα παραβίαζαν την αρχή της αποτελεσματικότητας και τη γενική αρχή της χρηστής διοίκησης και θα προσέβαλλαν το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής, να περιάγουν το πρόσωπο αυτό σε κατάσταση κατά την οποία ούτε το ίδιο ούτε ο εκπρόσωπός του είναι σε θέση να λάβουν λυσιτελώς γνώση, ενδεχομένως στο πλαίσιο συγκεκριμένης διαδικασίας κατατείνουσας στη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας, του ουσιώδους περιεχομένου των καθοριστικών στοιχείων του εν λόγω φακέλου.

Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο του Λουξεμβούργου, ερμηνεύοντας την γενική αρχή της χρηστής διοίκησης και το άρθρο 47 του Χάρτη, σε συνδυασμό με το άρθρο 20 ΣΛΕΕ, απεφάνθη ότι οι διατάξεις αυτές αντιτίθενται σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει ότι, όταν μια απόφαση περί ανάκλησης ή άρνησης χορήγησης άδειας διαμονής, εκδιδόμενη εις βάρος υπηκόου τρίτης χώρας στον οποίο μπορεί να αναγνωριστεί παράγωγο δικαίωμα διαμονής δυνάμει του εν λόγω άρθρου 20, στηρίζεται σε πληροφορίες των οποίων η δημοσιοποίηση ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια του οικείου κράτους μέλους, ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο εκπρόσωπός του δεν μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές παρά μόνον αφού λάβουν σχετική άδεια, ενώ δεν τους γνωστοποιείται ούτε καν το ουσιώδες περιεχόμενο των λόγων επί των οποίων στηρίζεται μια τέτοια απόφαση και δεν δύνανται, εν πάση περιπτώσει, να χρησιμοποιήσουν, στο πλαίσιο της διοικητικής ή της ένδικης διαδικασίας, τις πληροφορίες στις οποίες μπόρεσαν ενδεχομένως να αποκτήσουν πρόσβαση.

Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΔΕΕ συνεκδ. υπόθ. C-420/22, C-528/22

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -