Στην προκείμενη περίπτωση, ο εναγόμενος, χρησιμοποιώντας το προσωπικό του προφίλ στο facebook με δημόσιες και ορατές σε οιονδήποτε τρίτο, αναρτήσεις- δημοσιεύσεις, άλλες εκ των οποίων αναφέρονται ρητά στα πρόσωπα των εναγόντων και άλλες τα υπονοούν, χωρίς ωστόσο να καταλείπεται αμφιβολία στους τρίτους ότι αφορούν τους ενάγοντες, με πρόθεση προσέβαλε την προσωπικότητά τους κατ’ επανάληψη και για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σημειωτέον, ότι ουδεμία αμφιβολία προκύπτει, ότι διαχειριστής του προφίλ στο οποίο έλαβαν χώρα οι προαναφερθείσες αναρτήσεις είναι ο εναγόμενος, διότι ουδείς τρίτος θα μπορούσε να γνωρίζει τόσες πτυχές της ιδιωτικής ζωής των εναγόντων ως και της αντιδικίας με τη σύζυγο του εναγομένου, ούτε άλλωστε μπορεί να αποδοθεί στους ενάγοντες η κατασκευή ψεύτικου προφίλ από το οποίο να διασύρουν τους εαυτούς τους για να εκδικηθούν τον εναγόμενο, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγομένου, ο οποίος άλλωστε παρά τις οχλήσεις των εναγόντων, δεν προκύπτει ότι ζήτησε τη διαγραφή του εν λόγω προφίλ ως ψεύτικου, κάνοντας αναφορά στους διαχειριστές της διαδικτυακής πλατφόρμας facebook.
Ειδικότερα, ο εναγόμενος με αφορμή την αντιδικία της συζύγου του με τις δύο πρώτες ενάγουσες για οικονομικά ζητήματα που αφορούσαν μια επιχείρηση φαρμακείου και τις μαρτυρικές καταθέσεις που έδωσε υπέρ τους ο τρίτος ενάγων, επέλεξε να διασύρει τους ενάγοντες, με προφανή σκοπό να μειώσει την προσωπικότητά τους, σε όλες τις επιμέρους εκδηλώσεις και εκφάνσεις της χρησιμοποιώντας απειλητικούς, εξυβριστικούς και εν γένει προσβλητικούς και μειωτικούς χαρακτηρισμούς και απευθύνοντας επιπλέον απειλές εναντίον τους, να κάμψει αφενός το ηθικό των δύο πρώτων εναγουσών στο πλαίσιο της διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους αναφορικά με το προαναφερθέν οικονομικής φύσης ζήτημα, αφετέρου την πρόθεση του τρίτου ενάγοντας να καταθέσει εκ νέου ως μάρτυρας υπέρ τους.
Συνεπώς ο εναγόμενος, με την ανωτέρω συμπεριφορά του, τέλεσε αδικοπραξία σε βάρος των εναγόντων, προσβάλλοντας την προσωπικότητά τους, οι δε συνέπειες της προσβολής αυτής επήλθαν τόσο στην τοπική κοινωνία , όσο και στην Αθήνα όπου κατοικούν οι δύο πρώτες ενάγουσες.
Ειδικότερα, οιοσδήποτε τρίτος, χρήστης του facebook, διαδικτυακός φίλος και μη του εναγομένου, μπορούσε να έχει πρόσβαση στις εν λόγω δημόσιες αναρτήσεις και να καταστεί κοινωνός των προσβλητικών αναρτήσεων του εναγομένου, σχηματίζοντας αρνητική εντύπωση για τους ενάγοντες.
Από την προσβολή αυτή της προσωπικότητάς τους, οι ενάγοντες βίωσαν στενοχώρια, θλίψη και αδυναμία να προστατεύσουν τον εαυτό τους στον κοινωνικό τους περίγυρο και άρα υπέστησαν ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούνται εύλογη χρηματική ικανοποίηση.
Το δικαστήριο καταδίκασε τον εναγόμενο να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 12.000,00 ευρώ και σε έκαστο εκ των δεύτερης και τρίτου των εναγόντων το ποσό των 10.000,00 ευρώ, ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν. Επιπλέον, ο εναγόμενος υποχρεώθηκε να διαγράψει τις προσβλητικές αναρτήσεις από το προσωπικό του προφίλ στο Facebook και να καταχωρίσει δημοσίως ορατή περίληψη της απόφασης.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΠΠρΑθ 908/2024