Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με πρόσφατη απόφασή του στην υπόθεση C-400/22 έκρινε, κατόπιν προδικαστικού ερωτήματος που υποβλήθηκε από το Πρωτοδικείο του Βερολίνου, ότι στις συμβάσεις από απόσταση οι οποίες συνάπτονται διαδικτυακά, η υποχρέωση την οποία υπέχει ο έμπορος να μεριμνά ώστε ο καταναλωτής, όταν υποβάλλει την παραγγελία του, να αποδέχεται ρητώς την ανάληψη υποχρέωσης πληρωμής, έχει εφαρμογή ακόμη και στην περίπτωση που ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να καταβάλει ως αντάλλαγμα την αντιπαροχή στον έμπορο παρά μόνον αφού πληρωθεί ένας μεταγενέστερος όρος.
Η υπόθεση της κύριας δίκης αφορούσε τη δικαστική διεκδίκηση αχρεωστήτως καταβληθέντων μισθωμάτων από εταιρεία είσπραξης απαιτήσεων. Η εταιρεία αυτή προτείνει, μέσω της ιστοσελίδας της, στους μισθωτές διαμερισμάτων, τη σύναψη σύμβασης εντολής διαχείρισης υποθέσεων βάσει της οποίας εκείνη θα μπορεί να ενεργεί ως εκδοχέας του συνόλου των δικαιωμάτων τους έναντι των εκμισθωτών τους σε περίπτωση, όπως εν προκειμένω, υπέρβασης του ποσού που έχει καθοριστεί βάσει του εθνικού δικαίου ως ανώτατο όριο για το μίσθωμα.
Το ζήτημα που προέκυψε αφορούσε τη δυνατότητα της εν λόγω εταιρείας να προβάλει τα δικαιώματα του μισθωτή δεδομένου ότι δεν είχαν τηρηθεί οι απαιτήσεις της εθνικής διάταξης, η οποία μεταφέρει στην εθνική έννομη τάξη το άρθρο 8 παρ. 2 δεύτερο εδάφιο της Οδηγίας 2011/83 σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών. Ειδικότερα, το πλήκτρο υποβολής παραγγελίας δεν περιείχε ρητή μνεία περί της υποχρέωσης πληρωμής ή αντίστοιχη διατύπωση. Προέκυψε, συναφώς, το ερώτημα αν η απαίτηση αυτή της Οδηγίας ισχύει και στην περίπτωση που ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να καταβάλει ως αντάλλαγμα την αντιπαροχή στον έμπορο παρά μόνον αφού πληρωθεί ένας μεταγενέστερος όρος, όπως, εν προκειμένω, η επιτυχής διεκδίκηση των δικαιωμάτων του μισθωτή ή η αποστολή έγγραφου όχλησης στον εκμισθωτή.
Το Δικαστήριο της Ένωσης επεσήμανε ότι το γράμμα της επίμαχης διάταξης δεν διακρίνει μεταξύ υποχρεώσεων πληρωμής υπό όρους και υποχρεώσεων πληρωμής απαλλαγμένων από όρους. Στο πλαίσιο αυτό, προκύπτει ότι η υποχρέωση ενημέρωσης που προβλέπεται σε αυτήν εφαρμόζεται αφ’ ης στιγμής η υποβληθείσα παραγγελία «συνεπάγεται» υποχρέωση πληρωμής. Κατά συνέπεια, εξ αυτού μπορεί να συναχθεί ότι η υποχρέωση του εμπόρου να ενημερώσει τον καταναλωτή γεννάται τη στιγμή που ο καταναλωτής αποδέχεται, κατά τρόπο αμετάκλητο, ότι δεσμεύεται από υποχρέωση πληρωμής σε περίπτωση που πληρωθεί ένας όρος ανεξάρτητος από τη βούλησή του, ακόμη και αν ο όρος αυτός δεν έχει ακόμη πληρωθεί.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΔΕΕ υπόθ. C-400/22