fbpx

Αναίρεση κατ’ αποφάσεων που εκδίδονται επί υποθέσεων μικροδιαφορών – Υπολογισμός γνήσιας προθεσμίας για την άσκηση αναιρέσεως – Αυτεπάγγελτη εξέταση του εμπροθέσμου της αναιρέσεως

Χρόνος ανάγνωσης 8 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 8 λεπτά

Δείτε επίσης

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 552 και 553 ΚΠολΔ προκύπτει ότι με το έκτακτο ένδικο μέσο της αναιρέσεως προσβάλλονται μόνο οι τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις, δηλαδή μόνο οι αποφάσεις που δεν μπορούν να προσβληθούν με τα τακτικά ένδικα μέσα της ανακοπής ερημοδικίας και της εφέσεως. Τέτοιες είναι από την έκδοσή τους και οι οριστικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ αντιμωλία επί υποθέσεων μικροδιαφορών, δεδομένου ότι ως κατ’ αντιμωλίαν δεν προσβάλλονται με ανακοπή ερημοδικίας και με βάση τη διάταξη του άρθρου 512 ΚΠολΔ είναι ανέκκλητες. Αν η εκδοθείσα επί μικροδιαφοράς απόφαση είναι ερήμην, τότε δεν είναι τελεσίδικη και για όσο χρόνο διαρκεί η προθεσμία για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας ή εάν ασκηθεί κατ’ αυτής εμπρόθεσμα ανακοπή ερημοδικίας, δεν μπορεί να προσβληθεί παραδεκτά με αναίρεση.

Η ερήμην απόφαση πρωτοβαθμίου δικαστηρίου προσβάλλεται με αναίρεση, εφόσον δεν υπόκειται πλέον σε ανακοπή ερημοδικίας και έφεση, ενώ η ερήμην απόφαση δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, όταν δεν υπόκειται πλέον σε ανακοπή ερημοδικίας. Αν η ανακοπή ερημοδικίας κατά της ερήμην απόφασης του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου ευδοκιμήσει, με αναίρεση προσβάλλεται η απόφαση που δέχθηκε την ανακοπή ερημοδικίας και εξαφάνισε την ερήμην απόφαση, ενώ, αν η ασκηθείσα εμπροθέσμως ανακοπή ερημοδικίας κατά της ερήμην δευτεροβάθμιας αποφάσεως απορριφθεί, με αναίρεση προσβάλλεται η απόφαση που απέρριψε την ανακοπή ερημοδικίας, αλλά με βάση τη διάταξη του άρθρου 554 ΚΠολΔ θεωρείται συμπροσβαλλόμενη και η ερήμην απόφαση.

Για την άσκηση της αναιρέσεως προβλέπεται γνήσια προθεσμία τριάντα (30) ημερών για τους διαμένοντες στην Ελλάδα που αρχίζει από την επίδοση της προσβαλλομένης και εξήντα (60) ημερών για τους διαμένοντες στην αλλοδαπή ή τους άγνωστης διαμονής που αρχίζει από την τελευταία δημοσίευση κατ’ άρθρον 135 παρ. 1 ΚΠολΔ (564 παρ. 1 ΚΠολΔ). Αν πρόκειται για αναίρεση κατ’ αποφάσεως δευτεροβάθμιου δικαστηρίου που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία, η προθεσμία αρχίζει από την επίδοση της δευτεροβάθμιας αποφάσεως. Επί ερήμην αντίθετα δευτεροβάθμιων αποφάσεων η προθεσμία αρχίζει μετά την πάροδο της προθεσμίας ανακοπής ερημοδικίας, διότι τότε η απόφαση γίνεται τελεσίδικη. Αν πρόκειται για αναίρεση κατ’ αποφάσεως πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, με την επίδοση τρέχουν διαδοχικά, δηλαδή δεν συντρέχουν, οι προθεσμίες εφέσεως και αναιρέσεως, ανεξάρτητα από το αν η απόφαση εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία ή ερήμην, δεδομένου ότι με την επίδοση της ερήμην πρωτοβάθμιας αποφάσεως συντρέχουν, δηλαδή δεν τρέχουν διαδοχικά, οι προθεσμίες εφέσεως και ανακοπής ερημοδικίας. Συνεπώς, η προθεσμία της αναιρέσεως αρχίζει μετά την πάροδο της προθεσμίας εφέσεως. Αν, όμως, η έφεση απορριφθεί ως εκπρόθεσμη, η προθεσμία αναιρέσεως κατά της πρωτόδικης αποφάσεως δεν αρχίζει από την επίδοση της δευτεροβάθμιας αποφάσεως, αλλά από την πάροδο της προς έφεση προθεσμίας, προκειμένου να μην καταστρατηγούνται οι διατάξεις περί προθεσμίας της αναιρέσεως και αμετακλήτου των αποφάσεων. Αν η έφεση απορριφθεί ως απαράδεκτη για άλλο λόγο, η προθεσμία αναιρέσεως και κατά της πρωτόδικης αρχίζει από την επίδοση της δευτεροβάθμιας αποφάσεως.

Η έναρξη και η λήξη των δικονομικών προθεσμιών ρυθμίζεται στο άρθρο 144 ΚΠολΔ. Ως έναρξη των προθεσμιών ορίζεται η επόμενη ημέρα μετά την επίδοση ή μετά τη συντέλεση του γεγονότος που αποτελεί την αφετηρία της προθεσμίας. Οι δικονομικές προθεσμίες λήγουν στις 7 το βράδυ της τελευταίας ημέρας και αν αυτή είναι κατά το νόμο εξαιρετέα, την ίδια ώρα της επόμενης μη εξαιρετέας ημέρας (ΑΠ 476/2014 ΧρΙΔ 2014,625, ΑΠ 575/2013 ΧρΙΔ 2013,673, ΑΠ 1566/2010 ΝοΒ 2011,541, ΕφΔυτΜακεδ 39/2015 ΝΟΜΟΣ), στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και το Σάββατο (άρθρο 147 παρ. 3 ΚΠολΔ).

Στην παρ. 11 του άρθρου 1 Ν 1157/1981 προβλέπονται οι εξαιρετέες ημέρες, χωρίς όμως η απαρίθμησή τους να είναι περιοριστική. Έτσι δεν αποκλείεται η εξαιρετέα ημέρα να αφορά σε συγκεκριμένο έκτακτο γεγονός (ΑΠ 183/1999 ΕλλΔνη 1999,1051), ή να αφορά σε συγκεκριμένο τόπο [ΑΠ 1431/1995 ΕλλΔνη 1998,592]. Εξαιρετέες ημέρες είναι οι αργίες των δημοσίων υπηρεσιών, καθώς και οι ημιαργίες. Ειδικότερα, εξαιρετέες ημέρες είναι η 25η Μαρτίου, η 28η Οκτωβρίου, η πρώτη και η δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων, η πρώτη ημέρα του έτους, τα Θεοφάνια, η 1η Μαΐου, η 15η Αυγούστου, όλες οι Κυριακές, η Μεγάλη Παρασκευή (ΑΠ 208/1957 ΝοΒ 1957,779), το Μεγάλο Σάββατο, η Δευτέρα του Πάσχα (ΕφΑθ 1854/1990 ΕλλΔνη 1991,1021), η Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος (ΑΠ 204/1994 ΕλλΔνη 1995,1656), η Καθαρά Δευτέρα (ΑΠ 1252/1995 ΕλλΔνη 1997,814), η 3η Οκτωβρίου (Διονυσίου του Αρεοπαγίτου- άρθρο 25 Ν 1941/1991), καθώς και για τη Θεσσαλονίκη η 26η Οκτωβρίου (ΕφΘεσ 771/1994 Αρμ 1995,31] και για τα Δωδεκάνησα, η 7η Μαρτίου.

Πρέπει να σημειωθεί ότι η, κατά το άρθρο 144 παρ. 1 ΚΠολΔ λήξη της προθεσμίας την 7η µ.µ. της τελευταίας εργάσιμης ημέρας δεν εφαρμόζεται όταν η διαδικαστική πράξη που πρέπει να ασκηθεί εντός της προθεσμίας απευθύνεται προς Δημόσια Αρχή, όπως η γραμματεία δικαστηρίου, δοθέντος ότι στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία δεν λήγει την 7η µ.µ. της τελευταίας ημέρας, αλλά την ώρα που κλείνουν τα γραφεία των δημοσίων υπηρεσιών την ημέρα αυτή.

Τόσο το εάν μία απόφαση προσβάλλεται με αναίρεση (ή όχι) όσο και το εάν η αναίρεση έχει ασκηθεί εμπροθέσμως (ή όχι), αποτελούν στοιχεία του παραδεκτού (επιτρεπτού) των ενδίκων μέσων και συνεπώς εξετάζονται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο του ενδίκου μέσου και σε περίπτωση αναιρέσεως από τον Άρειο Πάγο (βλ. και άρθρο 577 παρ. 1-2 ΚΠολΔ).

Επί των ανωτέρω ζητημάτων, ο Άρειος Πάγος (Α2 Πολιτικό Τμήμα) με την πρόσφατη υπ’ αριθμόν 694/2023 απόφασή του έκρινε επί λέξει τα εξής:

Ως προς την προσβολή με αναίρεση αποφάσεων που εκδόθηκαν επί υποθέσεων μικροδιαφορών: «Με την υπό κρίση αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η υπ’ αριθ. …../2018 ανέκκλητη απόφαση του Ειρηνοδικείου Νίκαιας, εκδοθείσα, αντιμωλία, κατά τις διατάξεις για τις μικροδιαφορές (άρθρα 466-472 ΚΠολΔ), με την οποία έγινε δεκτή η από 2.11.2016 αγωγή του (ήδη αποβιώσαντος) αρχικώς ενάγοντος Π. Κ. του Χ., πατέρα των δύο αναιρεσιβλήτων, που τυγχάνουν μόνοι κληρονόμοι του, και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος, ήδη αναιρεσείων, να καταβάλει στον αρχικώς ενάγοντα το ποσό των 1.911,76 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί το παραδεκτό της άσκησης της αίτησης αναίρεσης (άρθρο 577 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ)».

Ως προς τη γνήσια προθεσμία ασκήσεως αναιρέσεως: «Με τη διάταξη του άρθρου 564 παρ. 1 του ΚΠολΔ ορίζεται ότι αν ο αναιρεσείων διαμένει στην Ελλάδα, η προθεσμία της αναίρεσης είναι τριάντα (30) ημέρες και αρχίζει από την επίδοση της απόφασης. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η οριζόμενη από αυτήν τριακονθήμερη προθεσμία αρχίζει από την επόμενη ημέρα της επιδόσεως της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, καθόσον με την εν λόγω διάταξη καθορίζεται απλώς η διάρκεια της προθεσμίας και το γεγονός που την κινεί, ενώ ο τρόπος υπολογισμού της προθεσμίας ρυθμίζεται από τη διάταξη του άρθρου 144 παρ. 1 του ΚΠολΔ, κατά την οποία οι προθεσμίες που ορίζονται από το νόμο αρχίζουν από την επόμενη ημέρα μετά την επίδοση του σχετικού εγγράφου (ΑΠ 654/2021, ΑΠ 1403/2019, ΑΠ 1367/2018) και λήγουν στις 7 το βράδυ της τελευταίας ημέρας και αν η τελευταία (τριακοστή) ημέρα είναι κατά το νόμο εξαιρετέα, η προθεσμία αυτή λήγει την ίδια ώρα της επόμενης μη εξαιρετέας ημέρας (ΑΠ 1367/2018) […] Στην προκείμενη περίπτωση, από την υπ’ αριθ. 10.128ΣΤ’/23.10.2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, Δ. Κ., που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο παριστάμενος πρώτος αναιρεσίβλητος Χ. Κ. του Π., προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της ως άνω αναιρεσιβαλλόμενης, υπ’ αριθ. 75/2018, απόφασης του Ειρηνοδικείου Νίκαιας επιδόθηκε στις 23.10.2018, με επιμέλεια των αναιρεσιβλήτων, νόμιμα και εμπρόθεσμα, στον αναιρεσείοντα και ειδικότερα στο σύνοικο γιο του Χ. Κ., επειδή δεν βρέθηκε στην κατοικία του ο ίδιος ο αναιρεσείων (άρθρο 128 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Συνεπώς, η ανωτέρω κατά νόμο προθεσμία των τριάντα (30) ημερών για την άσκηση αναίρεσης κατά της προσβαλλόμενης απόφασης άρχισε την επόμενη ημέρα της επιδόσεως, ήτοι στις 24.10.2018, και έληξε στις 7 μ.μ. της 22ας.11.2018. Όπως, όμως, προκύπτει από την πράξη κατάθεσης, η ένδικη αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε, δηλαδή κατατέθηκε στη γραμματεία του, εκδόσαντος την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, Ειρηνοδικείου Νίκαιας, στις 23.11.2018, ήτοι μετά την οριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 564 παρ. 1 του ΚΠολΔ προθεσμία των τριάντα ημερών από την κατά τα άνω επίδοση της αναιρεσιβαλλομένης και συγκεκριμένα την επομένη της κατά τα ανωτέρω λήξης της τριακονθήμερης προθεσμίας για την άσκηση αναίρεσης, η προηγουμένη δε της ημέρας κατάθεσης, η 22α.11.2018, ημέρα Πέμπτη, δηλαδή η τελευταία ημέρα της προθεσμίας, δεν ήταν αργία ούτε εξαιρετέα, κατ’ άρθρο 144 ΚΠολΔ. Επομένως, η ένδικη αίτηση αναίρεσης, που έπρεπε να είχε κατατεθεί έως τις 22.11.2018, πλην όμως κατατέθηκε στις 23.11.2018, είναι εκπρόθεσμη και πρέπει, ανεξαρτήτως του ότι ο σχετικός ισχυρισμός (ένσταση) προτείνεται από τον παριστάμενο πρώτο αναιρεσίβλητο με τις εκπροθέσμως κατατεθείσες (μετά τη συζήτηση) προτάσεις του, ο οποίος ερευνάται, άλλωστε, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, να απορριφθεί ως απαράδεκτη»

Ως προς την αυτεπάγγελτη εξέταση του εμπροθέσμου της αναιρέσεως: «Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις του άρθρου 577 παρ. 1 και 2 του ίδιου Κώδικα, το δικαστήριο πρώτα συζητεί για το παραδεκτό της αναίρεσης και αν αυτή δεν ασκήθηκε νόμιμα ή αν λείπει κάποια προϋπόθεση για να είναι παραδεκτή, ο Άρειος Πάγος την απορρίπτει και αυτεπαγγέλτως. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι το εμπρόθεσμο της ασκηθείσας αναίρεσης είναι προϋπόθεση του παραδεκτού της. Τη συνδρομή της εν λόγω προϋπόθεσης εξετάζει ο Άρειος Πάγος είτε ύστερα από σχετική ένσταση του αναιρεσίβλητου, οπότε ο διάδικος αυτός οφείλει, κατά το άρθρο 570 παρ. 1 ΚΠολΔ, να καταθέσει τις προτάσεις του με τις οποίες προτείνει το από την εκπρόθεσμη άσκηση απαράδεκτο, τουλάχιστον είκοσι ημέρες πριν από τη δικάσιμο, είτε και αυτεπαγγέλτως, με βάση τα υποβληθέντα αποδεικτικά έγγραφα στοιχεία της δικογραφίας, διότι η διάταξη του άρθρου 570 παρ. 1, δεν αποσκοπεί στο να αποκλείσει την από τον Άρειο Πάγο αυτεπάγγελτη έρευνα συνδρομής του εκπρόθεσμου της άσκησης της αίτησης αναίρεσης (ΟλΑΠ 850/1981, ΟλΑΠ 412/1981, ΑΠ 153/2019, ΑΠ 1039/2018, ΑΠ 1950/2017)».

* Ο κ. Παντελεήμων Ρεντούλης είναι Δικηγόρος – ΔΝ, Μέλος ΣΕΠ Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής ΕΚΠΑ, Διδάσκων Πολιτική Δικονομία στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -