fbpx
Σάββατο, 27 Ιουλίου, 2024

Κρυπτοστοιχεία και Φορολόγηση: Οδηγία DAC8 και διακρατική συνεργασία

Η Οδηγία τέθηκε σε εφαρμογή στις 13 Νοεμβρίου 2023, ενώ τα κράτη μέλη θα πρέπει μέχρι τις 30 Δεκεμβρίου 2025 να ενσωματώσουν τους νέους κανόνες στην εθνική τους νομοθεσία

Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά

Δείτε επίσης

Στις 17 Οκτωβρίου 2023, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέσπισε την Οδηγία DAC8, με σκοπό την ενίσχυση της διοικητικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών στο πλαίσιο της φορολογίας των κρυπτοστοιχείων. Η εν λόγω Οδηγία έρχεται να προστεθεί στις υπόλοιπες συναφείς DAC1 έως DAC7, επεκτείνοντας τη διακρατική και διοικητική συνεργασία και στο πεδίο αυτής της μορφής συναλλαγών. Οι αλλαγές που εισάγονται με τη νέα Οδηγία κινούνται σε δύο βασικούς άξονες: αφενός στην αυτόματη αλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών σε σχέση με τα έσοδα που προέρχονται από συναλλαγές κρυπτοστοιχείων, αφετέρου στην υποχρεωτική αναφορά από τους παρόχους τέτοιων συναλλαγών και των εμπλεκόμενων μερών στις αρμόδιες φορολογικές αρχές εκάστου κράτους μέλους. Η Οδηγία αποσκοπεί στην ενίσχυση του ευρύτερου νομικού πλαισίου για τη διακρατική συνεργασία των κρατών μελών στον τομέα της κρυπτοοικονομίας λόγω του έντονα διασυνοριακού χαρακτήρα των κρυπτοστοιχείων με απώτερο σκοπό την επίτευξη ενισχυμένης φορολόγησης ατόμων υψηλής εισοδηματικής τάξης, καθώς επίσης και στην πρόληψη και καταστολή της φοροαποφυγής και της φορολογικής απάτης μέσα από τη μέγιστη δυνατή φορολογική διαφάνεια των υπόχρεων προσώπων.

Λαμβάνοντας υπόψη τους ορισμούς και το ρυθμιστικό πλαίσιο που εισάγεται με τον Κανονισμό MiCA, η Οδηγία επιχειρεί να καλύψει ένα ευρύ πλαίσιο κρυπτοστοιχείων και προϊόντων που χρησιμοποιούν την τεχνολογία του μη κατανεμημένου καθολικού, όπως stable coins, e-money tokens και ορισμένα NFTs. Περαιτέρω, περιλαμβάνει διατάξεις για την ανταλλαγή αποφάσεων διασυνοριακά σε σχέση το εισόδημα ή την φορολογική κατοικία ατόμων με σαφή πρόθεση να μειωθεί ο κίνδυνος φορολογικής απάτης και φοροδιαφυγής, καλύπτοντας επομένως το κενό που υπάρχει μέχρι σήμερα σε σχέση με τη διακρατική συνεργασία στη συγκεκριμένη κατηγορία συναλλαγών. Οι διατάξεις της DAC8 σε σχέση με τις προβλεπόμενες διαδικασίες νομικού ελέγχου, τις απαιτήσεις υποβολής αναφορών και τις υποχρεώσεις που τίθενται στους παρόχους συναφών υπηρεσιών, αντικατοπτρίζουν σε μεγάλο βαθμό το Πλαίσιο Αναφοράς Κρυπτογραφημένων Περιουσιακών Στοιχείων (CARF) και ένα σύνολο τροπολογιών για το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς (CRS), το οποίο προετοιμάστηκε από τον OECD βάσει της εξουσιοδότησης των G20, καταδεικνύοντας τη σπουδαιότητα και την ευρεία αποδοχή και συναίνεση διεθνώς περί της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών στο εν λόγω πεδίο.

Η εν λόγω Οδηγία έρχεται να προστεθεί στις υπόλοιπες συναφείς DAC1 έως DAC7, επεκτείνοντας τη διακρατική και διοικητική συνεργασία και στο πεδίο της φορολογίας των κρυπτοστοιχείων

Μολονότι η Οδηγία αναφέρεται σε φυσικά πρόσωπα με μεγάλη περιουσία, το κρινόμενο μέγεθος για την υποχρέωση αναφοράς, εξαρτάται από το ύψος της εκάστοτε δηλωθείσας συναλλαγής και όχι εν συνόλω ή αποκλειστικά από το μέγεθος του πλούτου του φορολογούμενου-οπού το ποσό της σχετικής συναλλαγής ή σειράς συναλλαγών θα πρέπει να υπερβαίνει το 1.500.000 ευρώ (ή ισοδύναμο ποσό σε άλλο νόμισμα). Μεταξύ των λοιπών υποχρεώσεων, εκτός από την υποχρέωση αναφοράς της συναλλαγής, οι δηλωθέντες πάροχοι υπηρεσιών κρυπτογραφημένων περιουσιακών στοιχείων, θα πρέπει να συλλέγουν, επιβεβαιώνουν και να αναφέρουν ένα ευρύ φάσμα πληροφοριών των χρηστών τους, αναλαμβάνοντας έτσι ένα μεγάλο μέρος του διοικητικού φόρτου εργασίας.

Ταυτόχρονα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα ΑΦΜ φυσικών και νομικών προσώπων έχουν συλλεχθεί και κοινοποιηθεί προσηκόντως, έχοντας παράσχει σχετική εξουσιοδότηση προς την Κομισιόν για την ανάπτυξη ενός συστήματος επαλήθευσης. Η Οδηγία αποσαφηνίζει ότι οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μεταξύ των κρατών μελών μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για πρόσθετες λειτουργίες ελέγχου, για αξιολόγηση, διαχείριση και επιβολή τελωνειακών δασμών, για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλα σοβαρά ζητήματα. Τα κράτη μέλη έχουν, επομένως, ίδια ευθύνη προκειμένου να εγκαταστήσουν έναν αποτελεσματικό μηχανισμό για την εξασφάλιση της χρήσης των απαιτούμενων πληροφοριών σε συνεργασία με τους υπόχρεους παρόχους. Η ελάχιστη περίοδος διατήρησης των πληροφοριών που λαμβάνονται δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερη από την δέουσα, αλλά όχι μικρότερη από 5 χρόνια. Επισημαίνεται, επίσης, ως σημαντική διαφοροποίηση από τις προκαταρκτικές συζητήσεις, το γεγονός ότι η επιλογή των κυρώσεων παραμένει στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών, αν και οι κυρώσεις που επιλέγονται πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Η Οδηγία τέθηκε σε εφαρμογή στις 13 Νοεμβρίου 2023, ενώ τα κράτη μέλη θα πρέπει μέχρι τις 30 Δεκεμβρίου 2025 να ενσωματώσουν τους νέους κανόνες στην εθνική τους νομοθεσία με απώτερο χρονικό σημείο έναρξης ισχύος από την 1η Ιανουαρίου 2026.

* Η Μαρία Εμ. Βδοκάκη είναι εταίρος της δικηγορικής εταιρείας «D. C. Christopoulos & Partners» και κάτοχος LL.M. στον τομέα του Διεθνούς Δικαίου με ειδίκευση στις Διεθνείς Επιχειρήσεις (Cardiff Metropolitan University).


Δείτε το σχετικό Σεμινάριο: Κρυπτονομίσματα και ασφάλεια συναλλαγών στην εθνική έννομη τάξη

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -